Από το ξεκίνημα της βασιλείας του Κωνσταντίνου και τις παραμυθένιες εικόνες στον γάμο του με την Άννα-Μαρία, στη μετωπική σύγκρουση με τον Γεώργιο Παπανδρέου και τα Ιουλιανά έναν χρόνο μετά, και από εκεί στη χούντα των συνταγματαρχών που όρκισε το 1967 και στο τέλος της μοναρχίας με απόφαση του ελληνικού λαού, λίγους μήνες μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974.

Η ταραγμένη θητεία

Ο Κωνσταντίνος έμελλε να περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ως έκπτωτος μονάρχης, με τον ίδιο αρχικά να αντιδρά, να δίνει μάχη στα δικαστήρια για τη βασιλική περιουσία και τα τελευταία χρόνια να επιστρέφει στην Ελλάδα πιο προσιτός και πλήρως συμβιβασμένος με την αλλαγή του πολιτεύματος.

Οι συνεντεύξεις και οι δημόσιες εμφανίσεις του προκαλούσαν συζητήσεις και πολλές φορές τάραζαν τα λιμνάζοντα νερά της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Ο ίδιος είχε κάνει την αυτοκριτική του, είχε περιγράψει από τη δική του οπτική γωνία τα γεγονότα της πολυτάραχης περιόδου που ήταν βασιλιάς, είχε μιλήσει κατά καιρούς για ορισμένα από εκείνα που τον ενοχλούσαν, μέχρι τις σκέψεις του για τη μοναρχία στη χώρα και το πώς θα ήθελε να μείνει στην ιστορία.

Το 1965 ήταν 25 ετών και είχε συμπληρώσει έναν χρόνο από τη μέρα που έγινε βασιλιάς. Τότε έρχεται η ρήξη με τον Γεώργιο Παπανδρέου που είχε σαρώσει στις εκλογές, με 52,8%, και ήθελε να αναλάβει προσωπικά το Υπουργείο Άμυνας.

Η κυβέρνηση Παπανδρέου πέφτει και ο νεαρός βασιλιάς διορίζει τη μία κυβέρνηση μετά την άλλη. Η αστάθεια είναι πολυετής. Τα επεισόδια πυκνά και ο δρόμος για τη χούντα ορθάνοιχτος.

Η χούντα των συνταγματαρχών

Ξημερώματα 21ης Απριλίου 1967. Ο Κωνσταντίνος βρίσκεται στο Τατόι και έχει μόλις πέσει για να κοιμηθεί.

Η φωτογραφία με τον ίδιο να ορκίζει τους πραξικοπηματίες δεν ξεχάστηκε ποτέ, ούτε από τον ίδιο. Ο Κωνσταντίνος υποστήριζε διαχρονικά ότι αντιστάθηκε στη χούντα. Οργάνωσε αντιδικτατορική κίνηση που απέτυχε και κατέφυγε με την οικογένειά του στη Ρώμη.

Το 1973 οι πραξικοπηματίες οργάνωσαν δημοψήφισμα για την κατάλυση της βασιλείας. Το 1974 η Ελλάδα θρηνεί για τα γεγονότα της Κύπρου. Η δημοκρατία επιστρέφει, αλλά όχι και ο Κωνσταντίνος.

Οι τίτλοι τέλους της μοναρχίας στην Ελλάδα πέφτουν με το δημοψήφισμα του 1974. Μέχρι το 1981 ο τέως βασιλιάς μένει στο εξωτερικό. Επιστρέφει για την κηδεία της μητέρας του Φρειδερίκης στο Τατόι κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας. Ήταν η εποχή που ο ίδιος ακόμη δεν είχε συμβιβαστεί με την απόφαση του ελληνικού λαού.

Τα επόμενα χρόνια ο έκπτωτος μονάρχης διεκδίκησε μια σειρά από περιουσιακά στοιχεία που, όπως έλεγε, είχαν αγοράσει με χρήματα οι πρόγονοί του.

Το 2002 αποζημιώθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο με 13,7 εκατομμύρια ευρώ και τα επόμενα χρόνια οι επισκέψεις στη χώρα που γεννήθηκε άρχισαν να πυκνώνουν.

Από τα ανάκτορα στην… πτώση

Η ζωή του πέρασε από χίλια κύματα. Όταν γεννήθηκε το 1940 στα ανάκτορα του Παλιού Ψυχικού ήταν πρίγκιπας.

Το 1947 έγινε διάδοχος του ελληνικού θρόνου και το 1964, μετά τον θάνατο του πατέρα του Παύλου, νέος βασιλιάς, στα 24 χρόνια του. Το 1967, στα 27 του, κλήθηκε να διαχειριστεί το πραξικόπημα και όταν έκλεισε τα 34, έγινε έκπτωτος μονάρχης.

«Την πλήρωσα χωρίς να φταίω σε τίποτα», είχε πει σε ορισμένες συνεντεύξεις του. Η Άννα-Μαρία που του χάρισε 5 παιδιά, βρισκόταν από το 1964 διαρκώς στο πλευρό του. Και μία από τις ευχές που είχε κάνει τότε εισακούστηκε:

«Δεν ονειρεύτηκα ποτέ να παντρευτώ έναν βασιλιά. Ήθελα απλά να είμαι μία γυναίκα ευτυχισμένη με τον σύζυγό της. Ναι, αγαπώ εδώ και καιρό τον Κωνσταντίνο και εύχομαι ο χρόνος να μας επιτρέψει να ζήσουμε μερικά χρόνια όπως όλος ο κόσμος».

Το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στη Ρώμη το 1960, οι συζητήσεις για το ειδύλλιο με την Αλίκη Βουγιουκλάκη που είχε γίνει θέμα συζήτησης εκείνη την εποχή στη χώρα, μαζί με τα δάκρυα στο Ζάππειο το 2016 κατά τη διάρκεια βράβευσης αθλητών, είχαν προκαλέσει εκτενείς αναφορές στον Τύπο.

Με την παρουσία, τις αποφάσεις, τα λόγια και τις κινήσεις του, σφράγισε και επηρέασε μια ολόκληρη εποχή. Με τον θάνατό του, στα 83 του χρόνια, κλείνει ένα κεφάλαιο ιστορίας που θα αξιολογήσει ο ιστορικός του μέλλοντος.