«Πώς χωρέσατε τόσα πράγματα σε μια ζωή;», τον ρώτησε ο παλιός νοσηλευτής της Καρδιολογικής Κλινικής του Ιπποκράτειου εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ του 2014, όταν διεκόμισαν τον Δημήτρη Κοντομηνά με καρδιακή αρρυθμία σε μονόκλινο του 5ου ορόφου της κλινικής. «Δεν ζω μία, αλλά πολλές ταυτόχρονα», απάντησε χαμογελώντας, παρά την ταλαιπωρία του από μια λοίμωξη του αναπνευστικού που τον είχε καθηλώσει επί μήνες νωρίτερα και από ένα ένταλμα σύλληψης για επισφαλή δάνεια εκατομμυρίων ευρώ που κατηγορούνταν ότι είχε λάβει από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο την περίοδο 2008-2010, υπόθεση για την οποία απηλλάγη οριστικά τον Σεπτέμβριο του 2020.

κο
Η διάθεσή του για ζωή ήταν τέτοια, που, ενώ οι γιατροί το περασμένο Πάσχα είχαν καλέσει εσπευσμένα τους οικείους του στο «Υγεία», όπου νοσηλευόταν ήδη έναν χρόνο, για να τον αποχαιρετίσουν, εκείνος γύρισε την πλάτη στον θάνατο, ανταμώνοντας τελικά μαζί του την περασμένη Πέμπτη. Αυτοδημιούργητος, παράτολμος, πολυσχιδής, σκληροτράχηλος, βγαλμένος μέσα από τη «μαύρη Αθήνα», «που σε κάθε γωνιά της έβρισκες πτώματα και σκελετούς 10 και 15 χρόνια μετά την Κατοχή και τον Εμφύλιο», ο Κοντομηνάς δεν ήταν μέρος της εξαίρεσης, αλλά του κανόνα της γενιάς του, που πάλεψε για να ξεφύγει από τα ρεβίθια και τη γλυκοπατάτα, να φάει σοκολάτα, να βάλει παπούτσια στα πόδια του και να επιχειρήσει.

«Θα σου πω πώς έκανα λεφτά, αλλά μη με ρωτήσεις για το πρώτο μου εκατομμύριο», συνήθιζε να λέει σε όσους επέτρεπε να τον προσεγγίσουν. Εκεί, στις αρχές του ’60, βρέθηκε από την Αμερική στον Λίβανο για σπουδές στο αμερικανικό πανεπιστήμιο της Βηρυτού -σύμφωνα με τις αφηγήσεις του- και, όταν επανήλθε, εργάστηκε ως ασφαλιστής στην American Life (Alico). Tο 1969, στα 30 του, συνέστησε την Interamerican με τον 60χρονο Αλέξανδρο Ταμπουρά, τότε κυρίαρχο της αγοράς με την Ασπίς Πρόνοια, εκδίδοντας το πρώτο παγκοσμίως «αστρασφαλιστήριο», με πελάτες τους αστροναύτες Νιλ Αρμστρονγκ, Εντουιν Ολντριν και Μάικλ Κόλινς. Η φήμη τους απογειώθηκε, το πελατολόγιο άνοιξε ίσαμε την Αφρική, όπου δραστηριοποιούνταν πολλοί Eλληνες στην επεξεργασία πρώτων υλών και το εμπόριο πολύτιμων λίθων, ενώ από το 1974 είχε επεκταθεί και στην Κύπρο.

Καλοζωισμένος, γλεντζές, γαλαντόμος με το προσωπικό του, πρωτοπόρος, αλλά και αδίστακτος συνάμα


Διέθετε μοναδική ικανότητα στο να δημιουργεί ευκαιρίες και να εκμεταλλεύεται τις συγκυρίες. Το 1983, πάντα μέσα από την Interamerican, ξεκίνησε την επέκτασή του στο εξωτερικό, το 1987 συνδέθηκε με τον ομοειδή γαλλικό όμιλο UAP, το επόμενο έτος ξεκίνησε στα αμοιβαία κεφάλαια (Intertrust ΑΕΔΑΚ). Ακολούθησε η είσοδος στους αυτοματισμούς γραφείων, αντιπροσωπεύοντας την Panasonic, επεκτάθηκε στα λογισμικά, την πληροφορική και τη μηχανοργάνωση (Interdata), ενώ τη δεκαετία του ’90 εισήλθε διαδοχικά -μεταξύ άλλων- στους τομείς της Υγείας με την Ευρωκλινική, των τραπεζών (Novabank και εν συνεχεία Millennium), στα ραδιοτηλεοπτικά (Alpha), στο μπάσκετ (Άρης Θεσσαλονίκης), στις βιολογικές καλλιέργειες (Green Farm), στις τηλεπικοινωνίες, στους κινηματογράφους (Village Roadshow Greece) κ.λπ. Το πολύτιμο πετράδι στο στέμμα του (Interamerican) πουλήθηκε το 2005 στην Eureco. Ήταν τότε που ο ψευτογιατρός Κοντοστάθης ξεκίνησε να τρώει 55 εκατ. ευρώ από τον επιχειρηματία.

«Θα σου πω πώς έκανα λεφτά, αλλά μη με ρωτήσεις για το πρώτο μου εκατομμύριο», συνήθιζε να λέει σε όσους επέτρεπε να τον προσεγγίσουν

«Εμπορος σε πρώτο πρόσωπο»

Το 2008 είχε καταφέρει να πωλήσει τον τηλεοπτικό Alpha στους Γερμανούς του RTL σε τιμή άνω των 100 εκατ. ευρώ και να τον επαναγοράσει τέσσερα χρόνια αργότερα λίγο παραπάνω από 25 εκατ. ευρώ. Πριν από τρία χρόνια, τον Δεκέμβριο του 2019, αποχώρησε οριστικά, μεταβιβάζοντας το σύνολο των μετοχών του στον Όμιλο Βαρδινογιάννη. Θα το είχε κάνει νωρίτερα, αφού, πέραν των δικαστικών του εκκρεμοτήτων, η υγεία του επιδεινωνόταν συνεχώς από το 2011-2012. Όταν όμως διαπίστωσε πως επεδίωκαν να του τον πάρουν με τον παράνομο διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών το 2016, έδειξε δημοσίως εκείνο που πραγματικά ήταν έως την ύστατη στιγμή του, «Εμπορος σε πρώτο πρόσωπο». Την ώρα της εκπομπής της Ελένης Μενεγάκη, ο Κοντομηνάς μπήκε στο τηλεοπτικό πλατό και, αφού διασκέδασε για λίγο με την αγαπημένη του παρουσιάστρια, πήρε το μικρόφωνο και απευθύνθηκε στους εργαζομένους και τους τηλεθεατές ως εξής: «Το κανάλι δεν πουλιέται σε τρίτους. Το κανάλι ανήκει στον κόσμο μας. Στους εργαζόμενους και σε εμένα και σε όλο τον κόσμο που ακούει τις αλήθειες και θα λέμε τις αλήθειες και δεν θα κλείσει, κύριε Παππά... Κάτι κρύβεις εσύ για να φωνάζεις». Άδικο είχε;

«Εκατό λογιστές θες για να μετρήσεις τα λεφτά του, εκατό δικηγόρους για τα δικαστικά του και εκατό γραμματείς για να μαζεύουν ευχές από τους εργαζομένους του», έλεγε στενός συνεργάτης του


«Εκατό λογιστές θες για να μετρήσεις τα λεφτά του»

«Εκατό λογιστές θες για να μετρήσεις τα λεφτά του, εκατό δικηγόρους για τα δικαστικά του και εκατό γραμματείς για να μαζεύουν ευχές από τους εργαζομένους του», έλεγε ο Θανάσης Μ., από τους πιο πιστούς συνεργάτες του. Ετσι ήταν, βαθύπλουτος, καλοζωισμένος, γλεντζές, γαλαντόμος με το προσωπικό του, πρωτοπόρος, αλλά και αδίστακτος συνάμα. Ενεπλάκη σε πλήθος υποθέσεων, με πιο ηχηρή αυτήν της Μονής Βατοπαιδίου, τα χρηματιστηριακά σκαμπανεβάσματα του 1999, το «κάψιμο» χαρτοφυλακίων ασφαλιστικών εταιρειών, τα θαλασσοδάνεια του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, τα «πέτσινα» ασφαλιστήρια στην Αφρική, τις αιφνίδιες μεταβολές σε ιδιωτικά νοσοκομεία ή σε εταιρείες οδικής βοήθειας κ.λπ. «Εφυγε» όπως ήρθε, αποφασισμένος να μην περάσει απαρατήρητος.