Με άγνωστα περιστατικά, σοκαριστικές λεπτομέρειες για υπνωτικά χάπια, bullying, πλαστικές, οικονομική εκμετάλλευση και αποκαλυπτικές μαρτυρίες για τις υστερικές κρίσεις, την ανασφάλεια, την υποταγή και την κακοποίηση από τον Ωνάση, έρχεται η νέα βιογραφία της Μαρία Κάλλας από τη Lyndsy Spence, «Casta Diva-Μαρία Κάλλας, Η κρυφή ζωή της» που κυκλοφορεί από χθες, Δευτέρα, ρίχνοντας φως σε κρυφές πλευρές της ζωής της.

Η Μαρία γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Νέα Υόρκη απογοητεύοντας τη μητέρα της Λίτσα, που ήθελε αγόρι και την κόρη δεν την εκτίμησε ποτέ. Η Μαρία πίστευε ότι η μητέρα της υπέφερε από σχιζοφρένεια, όπως και η οικογένειά της, ένα μυστικό το οποίο δεν μπορούσε να μοιραστεί. Όταν ένα αυτοκίνητο τη χτύπησε, η Λίτσα θεώρησε ότι άλλαξε το χαρακτήρα της Μαρίας: έγινε κυκλοθυμική και έβλεπε την αδερφή της ως ανταγωνίστρια, αίσθημα που πήγαζε από τη στάση της ίδιας, που δήλωνε ανοιχτά ότι η αδερφή της, Τζάκι (Υακίνθη), ήταν πιο όμορφη και πιο ικανή.

Με την πικρία της να κλιμακώνεται, η Μαρία έγινε επιθετική. Άρχισε να παίρνει βάρος, εντείνοντας τις επικρίσεις τους, που την έκαναν να αισθάνεται αντιπαθητική και ανάξια να αγαπιέται. Σε νεαρή ηλικία η Μαρία έμαθε ότι ο πατέρας της ήταν γυναικάς, αλλά δεν του κράτησε κακία, γιατί έψαχνε και η ίδια για αγάπη και προσοχή, που ούτε ο σύζυγός της «Τίτα» (ο Μπατίστα Μενεγκίνι) ούτε ο Ωνάσης της έδωσαν. Με το σύζυγό της έμεναν σε ένα σπίτι στο Μιλάνο που θύμιζε μπορντέλο,
εγκλωβισμένη σε ένα γάμο που ήταν βαρίδι, σε ένα περιβάλλον που τη θεωρούσαν «χοντρή σαν πατάτα, άσχημη και άχαρη», όπως έλεγαν στον «Τίτα».

Μόνο η μητέρα του, Τζουζεπίνα, και η αδερφή του, Πία, την αποδέχτηκαν. Στο πρόσωπο του «Τίτα» η Μαρία πίστευε ότι είχε βρει έναν προστάτη, μέχρι που εκείνος της παραδέχτηκε ότι είχε κοιμηθεί μαζί της από οίκτο, ενώ την κακομεταχειριζόταν, γιατί «Η γυναίκα είναι σαν το αυγό. Όσο πιο πολύ τη χτυπάς, τόσο καλύτερη γίνεται», όπως έλεγε.

Η Μαρία υπέφερε από την απληστία του για τα χρήματα και από την ανικανότητά του να χειρίζεται τους δημοσιογράφους. Η άξεστη στάση του την έφερνε σε δύσκολη θέση, ενώ τα ψέματά του ευθύνονται για τις κακές σχέσεις με συναδέλφους της, για το bullying, την εχθρότητα, τους βανδαλισμούς στο σπίτι και το αυτοκίνητό της, τα χυδαία τηλεφωνήματα στη μέση της νύχτας, τα περιττώματα με τα οποία βρήκε πασαλειμμένη την είσοδο και τους τοίχους του σπιτιού. Η απροθυμία του της στέρησε την ικανότητα να γίνει μάνα, ενώ την απομυζούσε οικονομικά. Στις αρχές του 1954, η Μαρία επισκέφθηκε τον δρ Πάουλ Νίχανς σε ελβετική κλινική, ο οποίος της έκανε ενέσεις αποξηραμένου εκχυλίσματος ορμόνης και έγχυση ιωδίνης στον θυρεοειδή αδένα μειώνοντας το βάρος της. Προχώρησε σε πλαστική για σύσφιγξη των μπράτσων της, βλεφαροπλαστική, έβαλε θήκες στα δόντια της. Με τη νέα της εμφάνιση απευθύνθηκε στον Αλέν Ρεϊνό, ο οποίος της έμαθε τα πάντα για τη μόδα.

«Ο ηλικιωμένος Έλληνας απατεώνας»

Τραγούδησε στη συναυλία για τα εκατό χρόνια της Βασιλικής Όπερας, αλλά αποκαρδιώθηκε όταν η βασίλισσα Ελισάβετ της χαμογέλασε και απομακρύνθηκε. Είχε ήδη ξεκινήσει να σχετίζεται με τον Ωνάση, έναν άνθρωπο που την έβλεπε ως μεσολαβήτρια για τις σχέσεις του με την πριγκιπική οικογένεια του Μονακό, η οποία συμπαθούσε πολύ τη Μαρία και την καλή κοινωνία, αφού η παρουσία της προσέδιδε κύρος στον «ηλικιωμένο Έλληνα απατεώνα». «Είναι πολύ χυδαίος», έγραφε ο Ρίτσαρντ Μπάρτον. Στο διάστημα της σχέσης τους την απατούσε με την Ανιέτα Κασταλάνος αρχικά, με την αδελφή της Τζάκι Κένεντι, Λι Ράτζιβιλ, στη συνέχεια, αλλά την έβγαζε τρελή.

Σοκαρίστηκε όταν ανακάλυψε πως ήταν πελάτης της περίφημης Μαντάμ Κλοντ, με τον οίκο ανοχής της υψηλής κοινωνίας, απαιτώντας αδύνατα κορίτσια να ικανοποιούν τα βίτσια του, γεγονός που την έκανε να υποσιτίζεται. Την υποτιμούσε, «Τι είσαι; Ένα τίποτα», της φώναζε. «Έχεις απλώς μια σφυρίχτρα στο λαρύγγι, που δεν δουλεύει πια!» την προσέβαλε μπροστά σε φίλους του, όπως ένα βράδυ που δειπνούσαν με φίλους και πάνω στο κέφι η Μαρία είπε: «Πείτε στον Άρη ότι πρέπει να με παντρευτεί». Κι εκεί που περίμενε ότι ο Ωνάσης θα ανταποκρινόταν σε ένα αστείο, τα λόγια του την πλήγωσαν βαθιά: «Δεν μπορώ να το κάνω αυτό, Μαρία», είπε. «Πληρώνω ανάλογα με τη χρήση, αυτή είναι η συμφωνία μας». Τα «χτυπήματα», λεκτικά και φυσικά, συνεχίστηκαν, οδηγώντας τη να αρχίσει την κατάχρηση υπνωτικών χαπιών μέχρι αναισθησίας, ενώ η κακομεταχείριση έφτασε σε τέτοιο σημείο που την οδήγησε να του πει: «Μπορείς να με σκοτώσεις, αλλά δεν μπορείς να με τσακίσεις»! Την είχε ήδη τσακίσει.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα On Time