Στην Κωνσταντινούπολη προσγειώθηκε αργά το απόγευμα της Κυριακής η ελληνική αποστολή με στόχο να ξεκινήσει ο 61ος γύρος των διερευνητικών επαφών με την Τουρκία.

Επικεφαλής της ελληνικής αποστολής, ο πολύπειρος πρέσβης επί τιμή, Παύλος Αποστολίδης, ο οποίος θα αναλάβει να ισορροπήσει μεταξύ των μαξιμαλιστικών θέσεων της Τουρκίας και τη σταθερή θέση της Ελλάδας. Ότι το μοναδικό ζήτημα που τίθεται υπό διαπραγμάτευση από ελληνικής πλευράς είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.

Ποιος είναι ο Παύλος Αποστολίδης

Διπλωμάτης με λαμπρή πορεία και αξιοπρόσεκτη καριέρα, ο Παύλος Αποστολίδης είναι στην κυριολεξία ένας άνθρωπος ειδικών αποστολών έχοντας περάσει από νευραλγικές θέσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον επέλεξε ως επικεφαλής της ελληνικής ομάδας διαπραγματευτών από τον περασμένο Αύγουστο. Θέση την οποία κατείχε και στον προηγούμενο γύρο διερευνητικών που διακόπηκαν το 2016.

Μπαίνοντας στην διπλωματική υπηρεσία σε ηλικία μόλις 23 ετών υπηρέτησε στην Κύπρο ως γραμματέας Α’, ζώντας από κοντά την τουρκική εισβολή, στη συνέχεια μετατέθηκε στην Άγκυρα ως σύμβουλος της ελληνικής πρεσβείας, για να επανέλθει στην Κύπρο ως πρεσβευτής της Ελλάδας το 1990. Ακολούθως τοποθετήθηκε πρέσβης της Ελλάδος στην Σαουδική Αραβία, την Υεμένη, το Ομάν, γενικός διευθυντής διμερών σχέσεων στο υπουργείο Εξωτερικών καθώς και Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδος (1995 – 1998) στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις Βρυξέλλες ενώ το 1998 διορίστηκε γενικός γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών.

Το πέρασμά του από το υπουργείο Εξωτερικών συνέπεσε με την περίοδο που ο Θεόδωρος Πάγκαλος ήταν υπουργός Εξωτερικών και οι σχέσεις τους κάθε άλλο παρά καλές ήταν. Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, φέρεται να ήταν υπέρ μίας πιο σκληρής στάσης απέναντι στην Τουρκία που θα απειλούσε ακόμα και με βέτο την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και την ευρωπαϊκή προοπτική της. Αντιθέτως ο Παύλος Αποστολίδης ήταν υπέρ της συνέχισης του διαλόγου, με την πάγια θέση του να είναι ότι όλα λύνονται μέσω του διαλόγου.

Παύλος Αποστολίδης και ΕΥΠ

Στις 16 Μαρτίου 1999, ο πρέσβης Παύλος Αποστολίδης αναλαμβάνει τα ηνία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, μία αλλαγή διοίκησης που αποτέλεσε τομή για την ιστορία της ΕΥΠ και σηματοδότησε μία αλλαγή πλεύσης από την κυβέρνηση Σημίτη. Ο Παύλος Αποστολίδης ήταν ο πρώτος διπλωμάτης που αναλάμβανε το κρίσιμο πόστο του επικεφαλής της ΕΥΠ, θέση την οποία κατείχαν υψηλόβαθμοι αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων με μοναδική εξαίρεση τον Κώστα Τσίμα. Η τοποθέτηση του Παύλου Αποστολίδη στην εν λόγω θέση δημιούργησε και μία βραχύβια παράδοση, καθώς ο διάδοχός του το 2004 ήταν ο επίσης πρέσβης, Ιωάννης Κοραντής επιλογή του Κώστα Καραμανλή.

Η τοποθέτησή του ήρθε αμέσως μετά το φιάσκο της υπόθεσης Οτσαλάν που κατέληξε στην απαγωγή του από την τουρκική ΜΙΤ, κάτι που οδήγησε στην έξοδο από την ΕΥΠ τον Χαράλαμπο Σταυρακάκη, ο οποίος είχε επίσης αντικαταστήσει τον Λεωνίδα Βασιλικόπουλο μετά την τραγική νύχτα των Ιμίων.

Ο βασικός στόχος ήταν η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών να εκσυγχρονιστεί, να αλλάξει χαρακτήρα και να αντιμετωπίσει τον μεγάλο στόχο της ασφαλούς διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, ειδικά μετά το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους το 2001. Ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της περιόδου ήταν η εξάρθρωση της τρομοκρατικής οργάνωσης «17 Νοέμβρη» και η πολύπλευρη συνεργασία της ΕΥΠ με άλλες μυστικές υπηρεσίες.

ΕΛΙΑΜΕΠ και παρεμβάσεις

Μετά τη συνταξιοδότησή του διετέλεσε μεταξύ άλλων ειδικός σύμβουλος του αμφιλεγόμενου ΕΛΙΑΜΕΠ και υπηρεσιακός υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του Παναγιώτη Πικραμμένου.

Ο Παύλος Αποστολίδης κατά καιρούς έχει κάνει παρεμβάσεις και έχει αναφερθεί στην Τουρκία. Μιλώντας στην εφημερίδα «Δημοκρατική της Ρόδου» τον Δεκέμβριο του 2017είχε πει ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι απρόβλεπτος, ενώ για την Τουρκία και την Ευρωπαϊκή Ένωση είχε σημειώσει: «Η Τουρκία υπό τον Πρόεδρο Ερντογάν μοιάζει να απομακρύνεται από την Δύση. Υπάρχουν έντονες διαφορές με την Αμερική και με την Γερμανία και με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά κυρίως ότι η Τουρκία έχει κάνει πίσω στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων που έπρεπε να προχωρούν ως προϋπόθεση για τις διαπραγματεύσεις ένταξης. Από το 1999 και μετά, η Ελλάδα άλλαξε πολιτική προς την προσέγγιση της Τουρκίας με την Ευρώπη –και ορθώς άλλαξε».

Πιο πρόσφατα, τον Δεκέμβριο του 2019, λίγο μετά το τουρκολιβυκό μνημόνιο, σε εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις είχε πει με νόημα: «Στο Αιγαίο, όπως ξέρετε, επί δεκαετίες προσπαθούμε να βρούμε λύσεις, σκοντάφτουμε όμως συνεχώς, είναι πάρα πολύ δύσκολη η επίτευξη προόδου, λόγω του ότι τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, που είναι πολλά, μεγάλα και με οικονομική ζωή, είναι πολύ κοντά στις τουρκικές ακτές. Η τουρκική πλευρά, προκειμένου να ξεπεράσει το εμπόδιο των νησιών μας, που σχεδόν την αποκλείει από τη διεκδίκηση υφαλοκρηπίδας, αρνείται την επήρεια των νησιών στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Εμείς υποστηρίζουμε την πλήρη επήρειά τους, όπως προβλέπει η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας. »Ενα άλλο βασικό πρόβλημα, που θα το ξέρετε, είναι ότι η ίδια Σύμβαση μας δίνει το δικαίωμα να επεκτείνουμε τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια, από 6 που είναι σήμερα. Αυτή όμως η επέκταση συναντά πάλι την αντίδραση της άλλης μεριάς, που αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να μετατραπεί το μεγαλύτερο ποσοστό των διεθνών υδάτων του Αιγαίου σε θαλάσσια ζώνη ελληνικής κυριαρχίας».

Ο Παύλος Αποστολίδης είχε κάνει μία παραδοχή λέγοντας ότι «αν ποτέ και όταν φτάσουμε στη διαπραγμάτευση, θα συναντήσουμε τη δυσκολία ότι εμείς δύσκολα μπορούμε να δεχθούμε μειωμένη επήρεια των ελληνικών νησιών και οι Τούρκοι θεωρούν ότι χωρίς αυτό δεν μπορεί να αρχίσει η διαπραγμάτευση».

Τώρα πλέον καλείται να βρει τη λύση για να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση.