Αν ο Θωµάς Βαρβιτσιώτης ήταν λιγότερο µετριόφρων, θα έπρεπε να πουλήσει το story της δικής του εταιρείας -ως µιας από τις πιο επιτυχηµένες επιχειρηµατικές προσπάθειες των τελευταίων δεκαετιών- όπως µε εξαιρετικό τρόπο πουλάει τα επιχειρηµατικά stories των πελατών του στα συνεργαζόµενα media. Μια εταιρεία «πέντε στελεχών και οκτώ πελατών το 2000» (σύµφωνα µε την αγαπηµένη φράση του συνεταίρου του, Γιάννη Ολύµπιου) κατόρθωσε να βρίσκεται κυριολεκτικά κάτω από κάθε πέτρα στο εγχώριο επιχειρηµατικό στερέωµα. Το µόνο που ενδεχοµένως αµαυρώνει τη φήµη του ως ενός κορυφαίου λοµπίστα διεθνούς βεληνεκούς είναι οι φήµες που διακινούν οι κακοπροαίρετοι ανταγωνιστές του. Οτι, δηλαδή, χρησιµοποιεί την πρόσβασή του στην κυβέρνηση, διαφηµίζοντάς την σε βαθµό κατάχρησης, µε στόχο να «σκουπίσει» όλες τις «δουλειές» που τον αφορούν. Επιµένουν, µάλιστα, ότι οι «δουλειές» αυτές δεν έχουν πλέον µόνο αντικείµενο την επικοινωνία.

Η σχέση αυτή, άλλωστε, είναι αυταπόδεικτη για όσους παρακολουθούν στενά τα πολιτικά δρώµενα. Ο «µπαρµπα-Θωµάς», όπως υποτιµητικά τον περιγράφουν οι άσπονδοι εχθροί του, στήριξε ανοιχτά την υποψηφιότητα Μητσοτάκη, παρά τις παραδοσιακές οικογενειακές σχέσεις µε τους Καραµανλήδες. Ανταµείφθηκε για τη στάση του συµµετέχοντας στον «πρωινό καφέ» της Πειραιώς ως σύµβουλος του προέδρου, την περίοδο που η Ν.∆. ερχόταν µε ορµή προς την εξουσία. Συνέχισε να στηρίζει την παράταξη, προσφέροντας πολύ περισσότερα από τις χρήσιµες επικοινωνιακές συµβουλές του. Η V+O, άλλωστε, µπορεί να είχε «οκτώ πελάτες», αλλά επρόκειτο για µερικά από τα ισχυρότερα επιχειρηµατικά «τζάκια» της χώρας και ο ίδιος είχε µάθει να κινείται µε άνεση, όχι µόνο στα κοσµικά σαλόνια, αλλά και πίσω από τις κλειστές πόρτες όπου κατά καιρούς λαµβάνονται αποφάσεις.

Υπάρχει, άλλωστε, ακόµα µία φήµη, ότι ήταν ένας εκ των τριών στενών συνεργατών του Κυριάκου Μητσοτάκη που πραγµατοποίησαν όλες τις χρήσιµες επαφές πριν από τις εκλογές του περασµένου Ιουλίου. Εντός και εκτός Ελλάδος. Επαφές µε πολιτικό αλλά και επιχειρηµατικό ενδιαφέρον. Ο ίδιος δεν το αρνείται, και µάλιστα στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις του θεωρεί ότι ήταν και ο σηµαντικότερος εκ των τριών. Η περιορισµένη ούτως ή άλλως εγχώρια αγορά του lobbying είχε προεξοφλήσει την περαιτέρω ενίσχυση της V+O µετά τις κάλπες. Ενίσχυση που ουσιαστικά δεν ήταν απαραίτητη. Η εταιρεία ήδη κυριαρχούσε στον τοµέα της επικοινωνίας ακόµα και στα «πέτρινα χρόνια» του ΣΥΡΙΖΑ. Σχεδόν κάθε µεγάλος πελάτης είχε ένα ενεργό συµβόλαιο µε τη V+O.

Η ανησυχία των ανταγωνιστών τους φυσικά και επιβεβαιώθηκε. Εµφανώς ή αφανώς, το δίδυµο Θωμά Βαρβιτσιώτη - Γιάννη Ολύµπιου απέκτησε παρουσία σε όλες τις µεγάλες επιχειρήσεις της χώρας. Ακόµα και σε επιχειρήσεις µε ανταγωνιστικά συµφέροντα. Ενίοτε και µε φυσική παρουσία, που δηµιουργούσε ερωτήµατα στα χαµηλόβαθµα στελέχη που έβλεπαν τους δύο άνδρες να µπαινοβγαίνουν στα γραφεία των διοικήσεων.

ΤΑ ΧΡΗΣΙΜΑ MEDIA

Ο ρόλος τους, βέβαια, ήταν ανέκαθεν ιδιαίτερα χρήσιµος, καθώς, µε σκληρή δουλειά, είχαν αποκτήσει ισχυρότατη πρόσβαση στον Τύπο. Από τους δηµοσιογράφους του ρεπορτάζ, µε τους οποίους διατηρούσαν τουλάχιστον φιλικές σχέσεις, µέχρι τα γραφεία των εκδοτών. Η µεσολάβησή τους ήταν σχεδόν απαραίτητη σε όποιον ήθελε να αποκτήσει απευθείας σχέσεις µε τους ισχυρούς του χρήµατος. Η V+O ήταν το διαβατήριο και πριν από την έλευση της Ν.∆. στην εξουσία.

Ιδιαίτερα οι σχέσεις τους µε τα φιλικά προσκείµενα στη δεξιά παράταξη media ήταν τόσο στενές, που δηµιουργούσαν ερωτήµατα. Η στήριξη στο εγχείρηµα ενός σχετικά άγνωστου µέχρι τότε δηµοσιογράφου στη δηµιουργία ενός φιλελεύθερου εκδοτικού οµίλου ήταν εµφανής. Ιδίως µετά την αποχώρηση του ενός εκ των ιδρυτικών εταίρων της, του Γιώργου Μουρούτη. Απότοκο της σχέσης είναι ίσως και η τοποθέτηση της συζύγου Βαρβιτσιώτη, της κυρίας Ολίνκα Μηλιαρέση - Βαρβιτσιώτη, στο τιµόνι του ιστορικού περιοδικού «Τα νέα της Τέχνης» και στην ιστοσελίδα του artnews.gr, τα οποία εξαγοράστηκαν από τους παραδοσιακούς εκδότες τους στις αρχές του 2016 από την «οικογένεια του Liberal».

Στενή, άλλωστε, είναι και η σχέση της V+O µε τη ναυαρχίδα του δεξιού Τύπου, την «Καθηµερινή», και ιδιαίτερα µε τον διευθυντή της, Αλέξη Παπαχελά. ∆εν υπάρχει, βεβαίως, κάτι αφύσικο στη στενή συνεργασία δύο κορυφαίων επιχειρήσεων, ωστόσο ο Αλ. Παπαχελάς νιώθει τακτικά την ανάγκη να διευκρινίζει σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις του ότι δεν έχει καµία απολύτως επιχειρηµατική σχέση µε τον όµιλο της V+O. ∆ιότι οι κακές γλώσσες διαρκώς καραδοκούν και ερµηνεύουν διάφορα δηµοσιεύµατα (θετικά και αρνητικά) ως στοχευµένα, παρά το γεγονός ότι η «Κ» διατυµπανίζει παντού ότι τηρεί τη δεοντολογία και διαχωρίζει το εκδοτικό κοµµάτι της από το εµπορικό µε «chinese walls».

OI ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΣΕ ΑΝΑΓΚΗ

Από τη µια η στενή σχέση µε το πρωθυπουργικό περιβάλλον και από την άλλη η ισχυρή πρόσβαση στα media ήταν αναµενόµενο να καταστήσουν τον θωμά Βαρβιτσιώτη «απαραίτητο» σε κάθε υπουργό. Πολιτικό ή τεχνοκράτη. ∆εν είναι λίγοι οι υπουργοί που θεωρούν ότι παίζει έναν ρόλο ανάλογο µε εκείνον του Harvey Keitel στο «Pulp Fiction», όπου ο Winston «The Wolf» Wolfe µπορεί να καθαρίζει για τα πάντα. Είτε αυτοπροσώπως είτε διά του συνεταίρου του Γιάννη Ολύµπιου, ο Θωμάς Βαρβιτσιώτης βρίσκεται σε όλα τα υπουργεία, αρχικά συµβουλεύοντας τους πολυάσχολους υπουργούς, αλλά ενίοτε και συµµετέχοντας σε πιο «επιχειρησιακά» θέµατα. Μάλιστα, εσχάτως ο επιχειρηµατικός ορίζοντας της εταιρείας επικοινωνίας διευρύνθηκε και σε άλλες δραστηριότητες, που εκτείνονται από το Μεταναστευτικό και τις µεταφορές µέχρι το περιβάλλον. Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική και δεν εµφανίζονται παντού ως εταιρεία ή φυσικά πρόσωπα. Πολλές φορές απλώς διατηρούν τον ρόλο του «διαµεσολαβητή». Ρόλος που ταιριάζει απόλυτα, άλλωστε, µε το προφίλ ενός καλού λοµπίστα.

Ο Σαλβατόρ Νταλί έλεγε συχνά ότι «το θερµόµετρο της επιτυχίας είναι ο φθόνος των ανίκανων». Ηταν φυσικό, λοιπόν, οι ανταγωνιστές του «µπαρµπα-Θωµά» να διαµαρτύρονται για την «καλύβα» που θεωρούν ότι έχει χτίσει, απλώνοντας πλοκάµια σε όλο το επιχειρηµατικό, πολιτικό και µιντιακό σύστηµα. Τουλάχιστον όσοι δεν επωφελούνται από τη φιλία µαζί του, που τους διασφαλίζει ένα κοµµάτι της πίτας. Μύχιος πόθος τους; Να βάλει το Μέγαρο Μαξίµου ένα φρένο στην ξέφρενη -όπως θεωρούν- πορεία του, στερώντας του το δικαίωµα να «πουλάει» τη σχέση µε την κυβέρνηση. Πόθος που, επί του παρόντος, όχι µόνο µένει ανεκπλήρωτος, αλλά ενδυναµώνεται µε την προσθήκη νέων «παικτών» στη σκακιέρα του Θωμά Βαρβιτσιώτη. Είναι, άλλωστε, το αντικείµενο της δουλειάς του να εντοπίζει και να προσεταιρίζεται όσους είναι χρήσιµοι. Οπως ο µυστηριώδης υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Ακης Σκέρτσος, µε τον οποίο διατηρούν, καθώς λέγεται, στενούς δεσµούς. Οι δυνατές οµάδες δοκιµάζονται από τις επιθέσεις, αλλά αλίµονο. Ο Θωμάς Βαρβιτσιώτης πουλάει στους πελάτες του τη state-of-the-art διαχείριση κρίσεων. Αλίµονο αν δεν µπορούσε να διαχειριστεί τέτοιες καταστάσεις για τον εαυτό του.