Την ολική επαναφορά του στο προσκήνιο πραγµατοποίησε πριν από µερικές ηµέρες, µέσω του καναλιού Open του Ιβάν Σαββίδη, ο πολυσυζητηµένος δικηγόρος Τάκης Μπαλτάκος. Σε µια εµφάνιση-έκπληξη στην κυριακάτικη ποδοσφαιρική εκποµπή του τηλεοπτικού σταθµού, ο πάλαι ποτέ γραµµατέας της κυβέρνησης του Αντώνη Σαµαρά επιχείρησε να «βγάλει λάδι» τον µεγαλοµέτοχο του ΠΑΟΚ για την υπόθεση της πολυϊδιοκτησίας του «∆ικεφάλου του Βορρά» και της Ξάνθης, αµφισβητώντας τη σχετική απόφαση της Επιτροπής Επαγγελµατικού Αθλητισµού.

Οι µόνοι που δεν εξεπλάγησαν από την παρουσία του ποινικολόγου, που για χάρη του «Ιβάν του τροµερού» έβγαλε τα πράσινα του Παναθηναϊκού για να φορέσει τα ασπρόµαυρα του ΠΑΟΚ, ήταν οι γνωρίζοντες τη διαχρονική δηµόσια δράση του, αλλά και τον τρόπο µε τον οποίο προωθεί τα παντός είδους ενδιαφέροντά του.

Βλέπετε, στη συγκεκριµένη περίπτωση θεώρησε πως η ξεκάθαρη αµηχανία του την ώρα που προσπαθούσε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα και να δηµιουργήσει αµφιβολίες γύρω από στοιχεία που µιλούν από µόνα τους ήταν η αναπόφευκτη «θυσία» για τις προοπτικές συνεργασίας που µπορεί να ανοιχτούν µε την πλευρά Σαββίδη.

Εξάλλου, για τους µυηµένους στα µυστικά της πολιτικής και επιχειρηµατικής ζωής της χώρας ο Τάκης Μπαλτάκος δεν ήταν ποτέ «απλώς ένας δικηγόρος», αλλά η απόλυτη προσωποποίηση του πρωταγωνιστή του γνωστού θεατρικού έργου του Κάρλο Γκολντόνι «Υπηρέτης δύο αφεντάδων». Μόνο που εν προκειµένω οι αφεντάδες ήταν πολύ περισσότεροι από δύο.

Ιδιαίτερα ανήσυχο πνεύµα εκ γενετής και γαλουχηµένος µε τις «σιδηρές» παραδόσεις της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Μάνης, ουδέποτε έκρυψε τις βαθιά συντηρητικές (που φλερτάρουν σαφέστατα µε τον εθνικισµό και ενίοτε την Ακροδεξιά) ιδεολογικές ρίζες του, στις οποίες βασιζόταν η δραστηριότητα που ανέπτυσσε στο πολιτικό µέτωπο, παράλληλα µε την επαγγελµατική του πορεία.

Έδωσε για πρώτη φορά στίγµα στις δικαστικές αίθουσες διά µέσου του δικηγορικού γραφείου του Τρύφωνα Κουταλίδη, όπου και γνωρίστηκε µε τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραµανλή, µε τον οποίο µέχρι και σήµερα διατηρεί άριστες σχέσεις. Ακολούθησε η συνεργασία του µε τον Αλέξανδρο Λυκουρέζο, που αποτέλεσε την απαρχή για την προσέγγισή του µε µερικά από τα µεγαλύτερα επιχειρηµατικά τζάκια της χώρας.

Πιο γνωστή βεβαίως, αλλά και πιο σηµαντική για τον ίδιο, όχι µόνο από επαγγελµατικής, αλλά και από προσωπικής πλευράς, υπήρξε η πολύχρονη συµπόρευσή του µε την οικογένεια Γιαννακόπουλου στο µπάσκετ του Παναθηναϊκού. Φυσικά, η γνωριµία που σηµάδεψε περισσότερο από όλες τη ζωή του ήταν αυτή µε τον Αντώνη Σαµαρά το 1992, όταν ο πρώην πρωθυπουργός διατελούσε υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Ο Μεσσήνιος πολιτικός είχε εµπιστευτεί εκείνη την περίοδο τον Τάκη Μπαλτάκο για την ΟΚΕ Εξωτερικών, µε τον δικηγόρο να του το ανταποδίδει λίγο αργότερα, ακολουθώντας τον στο εγχείρηµα της Πολιτικής Ανοιξης.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, η φιλία τους παρέµεινε ενεργή, µε τον µετέπειτα στενό συνεργάτη του Αντώνη Σαµαρά να τον ακολουθεί τόσο στην «πολιτική έρηµο» όσο και στην επιστροφή του στα κοινά. Ετσι, το 2012, µε την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον καλό του φίλο, ο «πράσινος» ποινικολόγος ανέλαβε τον κοµβικό ρόλο του γενικού γραµµατέα της κυβέρνησης, έχοντας υπό την επιτήρησή του κάθε νοµοσχέδιο που θα κατετίθετο προς ψήφιση στη Βουλή.

«Ο Σαµαράς ήταν εκείνος που αποκάλυψε την ταυτότητα του “Ρασπούτιν” του ΣΥΡΙΖΑ, µιλώντας ανοικτά για τον ∆ηµήτρη Παπαγγελόπουλο. Αν ποτέ υπήρχε “γαλάζιος Ρασπούτιν”, χωρίς βεβαίως να του αποδίδονται οι πράξεις για τις οποίες διερευνάται ο Παπαγγελόπουλος, αυτός θα ήταν σίγουρα ο Μπαλτάκος, µιας και ήταν λάτρης των πολιτικών ζυµώσεων», λένε άνθρωποι που έζησαν από κοντά τη χηµεία των δύο ανδρών. Βλέπετε, οι εν λόγω κύκλοι δεν ξεχνούν την εξαιρετικά δύσκολη θέση στην οποία περιήλθε προσωπικά ο Αντ. Σαµαράς µε εκείνο το ηχητικό ντοκουµέντο της συνοµιλίας Μπαλτάκου - Κασιδιάρη, όπου το πανελλήνιο άκουσε τον στενότερο συνεργάτη του τότε πρωθυπουργού να µιλά για πολιτικές παρεµβάσεις στο µέτωπο των διώξεων της Χρυσής Αυγής. Μετά από αυτή την εξέλιξη, ο Μπαλτάκος αποτέλεσε παρελθόν και για το Μαξίµου και προσωπικά για τον Μεσσήνιο.

Φαίνεται όµως ότι η περιπέτεια αυτή δεν πτόησε τον δικηγόρο, ο οποίος συνέχισε τις επαφές µε ακραίους όσο και περιθωριακούς πολιτικούς πόλους από τη λαϊκή ∆εξιά µέχρι και την κανονική Ακροδεξιά. Επιχείρησε κατά καιρούς να βρει κοινούς κώδικες µε τον Γιώργο Καρατζαφέρη, αργότερα και µε τον Πάνο και τον ∆ηµήτρη Καµµένο, ωστόσο οι διεργασίες αυτές ήταν καταδικασµένες εν τη γενέσει τους εξαιτίας της µηδαµινής επιρροής των παραπάνω προσώπων και πολιτικών οµάδων, αλλά και των απόψεων του ιδίου σε επίπεδο κοινωνίας.

Κάπου εδώ εισέρχεται στην εξίσωση των πολιτικών φιλοδοξιών Μπαλτάκου ο παράγων «Ιβάν» και η επιστροφή της συζήτησης περί Λέγκας του Βορρά, στον απόηχο της διχαστικής ρητορικής του επίσηµου ΠΑΟΚ µετά την απόφαση της ΕΕΑ.

Φυσικά η επιχειρηµατολογία αυτή δεν ταυτίζεται µε τα εθνικά του φρονήµατα, τέτοιου είδους σενάρια συνωµοσίας και αποσταθεροποίησης και µάλιστα µε ρωσική σφραγίδα δεν είναι δυνατόν να µη γοητεύσουν έναν µόνιµο κυνηγό της πολιτικής ίντριγκας. ∆εν είναι τυχαίο µάλιστα ότι ο ίδιος φέρεται να είναι µεταξύ εκείνων που πριν από µερικά χρόνια είχαν ενηµερωθεί από πρώτο χέρι για τα σχέδια αύξησης της παρεµβατικότητας Σαββίδη στη χώρα, δίνοντας µάλιστα τη δική του οπτική για τα πράγµατα.

«Ενα κόµµα που θα έχει δεξιά χαρακτηριστικά και παράλληλα θα θεωρεί ότι η Θεσσαλονίκη είναι πραγµατική συµπρωτεύουσα είναι απαραίτητο», είχε δηλώσει στην «Εφηµερίδα των Συντακτών», σε µια συνέντευξη για την οποία η φιλοΣΥΡΙΖΑϊκή εφηµερίδα δέχθηκε έντονη κριτική από παραδοσιακές αριστερές φωνές. Αν µάλιστα αυτή η προσέγγιση µε το σύστηµα Σαββίδη έχει, εκτός από πολιτική σφραγίδα, και προοπτική µακροχρόνιας συνεργασίας, όπως συνοµολογούν εκείνοι που ξέρουν από πρώτο χέρι να ερµηνεύουν τις ενέργειες και τις σκέψεις του Τ. Μπαλτάκου, τότε εύκολα αντιλαµβάνεται κανείς γιατί ένας έγκριτος νοµικός δέχθηκε να παίξει κορόνα-γράµµατα το δικηγορικό του status στη συχνότητα του Open.