Οι διεθνείς σχέσεις και οι επαφές του Αλέξη Τσίπρα πέρασαν από σαράντα κύματα. Στην πραγματικότητα, οι σχέσεις αυτές είχαν να κάνουν κυρίως με τη «φάση» στην οποία βρισκόταν ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με το πολιτικό κλίμα που επικρατούσε στο εσωτερικό της χώρας.

Ο κ. Τσίπρας ουσιαστικά ξεκίνησε τη διεθνή του σταδιοδρομία από το αντικαπιταλιστικό κίνημα και το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ και έφτασε στο σημείο στο διάστημα της πρωθυπουργίας του να αποτελεί προνομιακό συνομιλητή ακόμα και της Αγκελα Μέρκελ.

Για αυτό και η αποτύπωση των σχέσεων του πρώην πρωθυπουργού με τους ξένους ηγέτες και τις προσωπικότητες από το εξωτερικό για να έχει πρακτική αξία πρέπει να γίνει με όρους αμιγώς χρονολογικούς.

Χρειάζεται, βεβαίως, να πάμε χρόνια πίσω. Τη δεκαετία του 2000 ο κ. Τσίπρας ως επικεφαλής της Νεολαίας του Συνασπισμού και ακολούθως ως πρόεδρος του κόμματος απέκτησε κυρίως σχέσεις με δυνάμεις της ευρωπαϊκής Αριστεράς.

Οι περισσότερες από αυτές αποκτήθηκαν μέσα από τη δημιουργία του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ), στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνίστησε. Μέσα από το ΚΕΑ ο κ. Τσίπρας έγινε σταθερός συνομιλητής με τον Γκρεγκόρ Γκίζι και τον Οσκαρ Λαφοντέν από το γερμανικό Die Linke. Με τον Μίνγκελ Πόρτας από το Μπλόκο της Πορτογαλίας.


Με τον πρόεδρο του Αριστερού Κόμματος της Γαλλίας, ΖακΛικ Μελανσόν. Με τον Πάμπλο Ιγκλέσιας από τους Podemos της Ισπανίας. Αρκετοί από αυτούς, βέβαια, τώρα έχουν διακόψει τις επαφές και τις σχέσεις τους με τον κ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς τον θεωρούν «μνημονιακό».

Ιδιαίτερες ήταν οι σχέσεις με την κυβέρνηση της Βενεζουέλας. Επαφές υπήρχαν στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, καθώς υπήρχε ανοιχτός δίαυλος επικοινωνίας τόσο με τον Ούγκο Τσάβες όσο και με τον Νικολάς Μαδούρο. Απαρατήρητη δεν πέρασε και η παρουσία του κ. Τσίπρα στην κηδεία του Φιντέλ Κάστρο, ως προσκεκλημένου του Κομμουνιστικού Κόμματος Κούβας.

Σταθερή σχέση υπήρχε και με τον έως πρότινος πρόεδρο της Βολιβίας Εβο Μοράλες.

Οι επαφές του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ ενισχύθηκαν ακόμα περισσότερο το διάστημα που κάλπαζε προς την πρωθυπουργία. Είναι χαρακτηριστικό πως στις ευρωεκλογές του 2014 ήταν ο υποψήφιος της ευρωπαϊκής Αριστεράς για την ηγεσία της Κομισιόν.

Με ρητορική τότε αμιγώς αναθεωρητική για τη δομή της Ευρώπης και έμφαση στην πολεμική κατά των πολιτικών λιτότητας και γραφειοκρατίας των Βρυξελλών. Αυτά, βεβαίως, σταδιακά άλλαξαν μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας και πολύ περισσότερο μετά τον συμβιβασμό που έκανε ο κ. Τσίπρας το καλοκαίρι του 2015 με την υπογραφή του 3ου Μνημονίου.

Από το «κακό παιδί» της Αριστεράς μετατράπηκε σε συνομιλητή των Ευρωπαίων σοσιαλιστών. Με αποτέλεσμα να προσκαλείται ως παρατηρητής στις συναντήσεις των ευρωσοσιαλιστών πριν από τις Συνόδους Κορυφής. Απέκτησε ισχυρές σχέσεις με τον πρόεδρο της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, και τον πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς.

Οι επαφές του με τους σοσιαλιστές αναπτύχθηκαν σημαντικά και απέκτησε όχι μόνον πολιτικές αλλά και φιλικές σχέσεις με τους προέδρους των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, Τζιάνι Πιτέλα και Ούντο Μπούλμαν, με τον πρόεδρο του PES, Σεργκέι Στάνισεφ, με τον πρωθυπουργό της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ, με τον πρωθυπουργό της Πορτογαλίας Αντόνιο Κόστα, με τον πρώην πρωθυπουργό της Ιταλίας Ματέο Ρέντσι, με τον υποψήφιο των σοσιαλιστών για την Κομισιόν στις ευρωεκλογές του 2019 Φρανς Τίμερμανς, με τον επίτροπο για την οικονομική πολιτική, Πιερ Μοσκοβισί, με τον πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου Ρομπέρτο Γκαλτιέρι, κ.ά.

Επίσης, ιδιαιτέρως σημαντικές ήταν οι επαφές του κ. Τσίπρα και με τους Πράσινους, ιδίως, δε, με την επικεφαλής τους Σκα Κέλερ. Συν τοις άλλοις, ο κ. Τσίπρας απέκτησε τον δικό του κώδικα επικοινωνίας με την καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ, και τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, οι οποίοι πλέον προτιμούν ως συνομιλητή στην Ελλάδα τον κ. Μητσοτάκη.

Πηγές από τις Βρυξέλλες αναφέρουν ότι πολλές από τις διεθνείς σχέσεις και επαφές του κ. Τσίπρα ενισχύθηκαν αρκετά μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, την οποία διακαώς στήριξαν οι ηγέτες της Ε.Ε. Γι’ αυτό και στους συνομιλητές του είναι ο πρωθυπουργός της Β. Μακεδονίας, Ζόραν Ζάεφ.