Σκιαμαχεί η αντιπολίτευση για τη σπουδαιότητα του νομοσχεδίου για το «επιτελικό κράτος», έχοντας άγνοια για το πώς λειτουργεί το διεθνές κρατοκεντρικό σύστημα, καθώς και για την αναγκαιότητα κατάργησης του ασύλου και την παρωδία Novartis κ.λπ., με στόχο να διχάσει τους Ελληνες για δευτερεύοντα ζητήματα, ενώ ο ύψιστος κίνδυνος είναι η επιβίωση της χώρας. Από μακρού οι φοβικές και κατευναστικές αντιδράσεις της Ελλάδας και της Κύπρου έχουν καλλιεργήσει την άποψη στους ισχυρούς και στις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες ότι είμαστε «αναλώσιμα κράτη», που με μια πολλαπλά έντονη πίεση θα υποχωρήσουμε στις τουρκικές αξιώσεις και έτσι η εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου θα γίνει απρόσκοπτα. Αν ο Ελληνισμός δεν είναι αποφασισμένος να υπερασπιστεί τα νόμιμα δίκαιά του, τότε κανείς άλλος δεν θα το κάνει και όλοι θα κοιτάξουν να εξασφαλίσουν τα επιμέρους οικονομικά συμφέροντά τους, συμβιβαζόμενοι με την Αγκυρα. 

Ηδη το εφιαλτικό σενάριο των τουρκικών ερευνών για υδρογονάνθρακες στη... θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ρόδου και Καστελλόριζου έχει παραλύσει την Αθήνα. Στον βαθμό που η Ελλάδα βάσει της θεωρίας του «αναλώσιμου κράτους» θα καθίσταται ανεπαίσθητα γεωπολιτικός δορυφόρος της Τουρκίας, ο κίνδυνος σύγκρουσης θα απομακρύνεται, οι ψευδαισθήσεις θα αυγατίζουν και η παράλυση θα γίνεται εντονότερη, εφόσον η υποχωρητικότητα θα αμείβεται με ευρωπαϊκούς και αμερικανικούς επαίνους, όπως με την άθλια Συμφωνία των Πρεσπών.

Πράγματι, το σημερινό δίλημμα είναι αντικειμενικά τρομακτικό και ψυχολογικά αφόρητο. Ο συμβιβασμός σημαίνει για την Ελλάδα δορυφοροποίηση και η σύγκρουση οικονομική συντριβή. Η υπέρβαση του διλήμματος αυτού, η ανατροπή των σημερινών γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών συσχετισμών απαιτεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, την επιτέλεση ενός «ηράκλειου άθλου» εκ μέρους του Ελληνα πρωθυπουργού. Αυτόν τον «ηράκλειο άθλο» καλείται να τον επιτελέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης εν όψει και των εορτασμών των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821.

Ολόκληρη η Μεταπολίτευση, δηλαδή η περίοδος μετά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, που προκάλεσε η εθνικά καταστρεπτική χούντα της Αθήνας, πέρασε με τη μονότονη επίκληση ενός όρου: των «εθνικών μας δικαίων», που συνήθως κάποιοι μας τα καταπατούν. Είναι ένας όρος στο βάθος του τραγικός, καθώς υποδηλώνει ένα κράτος και ένα έθνος το οποίο περιμένει παθητικά από τους άλλους να του αναγνωρίσουν εκείνα που το ίδιο οφείλει να προστατεύσει για τον εαυτό του. Ο όρος «εθνικά δίκαια» και η διαρκής κλάψα που γεννά η αντίληψη ότι αυτά καταπατώνται από τους ισχυρούς ή / και μαζί τους επιθετικούς γείτονές μας, υπήρξε επί δεκαετίες ένα δηλητήριο στην καρδιά της χώρας. Στον κόσμο της διεθνούς πολιτικής δεν υπάρχουν εθνικά δίκαια. Υπάρχουν εθνικά συμφέροντα. 

Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να σταματήσει κανείς να επικαλείται εκείνο που πιστεύει ως συμβατό με τη διεθνή νομιμότητα. Εκείνο, όμως, που δεν μπορεί και δεν πρέπει να κάνει είναι να περιμένει ότι αυτή η νομιμότητα θα εγερθεί από μόνη της και θα λύσει τα προβλήματα μιας χώρας. Ούτε δίκαια ούτε άδικα: εθνικά συμφέροντα και εθνικά οφέλη. Τα παραπάνω συνιστούν σημαντική καλοδεχούμενη μεταβολή στα έως τώρα δεδομένα για την αντίληψη που πρέπει να έχει για αυτά τα ζητήματα η ηγεσία της χώρας, ειδικά ως προς τη διεθνή πολιτική. 

Κι αυτό επειδή σαφώς έχουμε ήδη εισέλθει σε μια νέα εποχή, σε μια μεταβατική και επικίνδυνη περίοδο. Περίοδο στην οποία το πρώτο που οφείλει η Ελλάδα είναι να συνειδητοποιήσει πόσο πολλά και σε πόσα επίπεδα πρέπει να πράξει για να υπηρετήσει τα εθνικά της συμφέροντα με επαρκή αποτελεσματικότητα. Είμαστε μπροστά σε πολύ μεγάλες προκλήσεις, γιατί βρισκόμαστε στην αρχή μιας διαδικασίας «επαναρρύθμισης» του κόσμου, στην οποία μέλλον έχουν εκείνοι που έχουν την ικανότητα να δουν μπροστά και συνθετικά, αλλά και είναι αποφασισμένοι να λάβουν ενεργό θέση στους νέους καταμερισμούς ισχύος. Αυτό είναι που πάνω απ’ όλα χρειάζεται να πετύχει ο πρωθυπουργός της Ελλάδας.

(*)Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» το Σάββατο, 10 Αυγούστου 2019.