«Παλιά λέγαμε, γίνε αθλητής…πόσο άδικο είχαμε», «κοίτα τι γίνεται στον αθλητισμό», «διαβρώθηκε και ο αθλητισμός» είναι μερική μόνο από την άγονη κριτική που δέχεται, τις τελευταίες μέρες, ο αθλητισμός. Κριτικής που λυπεί βαθύτατα και καταρρακώνει το γόητρο ανθρώπων με ανάμικτες εμπειρίες, τόσο από πολλαπλές συμμετοχές σε αθλητικές διοργανώσεις, όσο και από την ενεργό εμπλοκή στη διοίκηση σωματείων. Σήμερα, δυστυχώς, βλέπουμε πρόσωπα, θεσμούς και δη στιγμές του ελληνικού αθλητισμού, να τσουβαλιάζονται στο συλλογικό νου της ελληνικής κοινωνίας.

Ο αθλητισμός, όπως και άλλοι χώροι εργασίας και αναψυχής, δεν είναι αγγελικά πλασμένος. Ωστόσο, δεν είναι εν γένει άρρωστος, όπως παρουσιάζεται τον τελευταίο καιρό. Άρρωστες είναι οι νοοτροπίες που αντιλαμβάνονται το χώρο ως τσιφλίκι τους. Το ίδιο, προφανώς, ισχύει και για τις συμπεριφορές σεξουαλικής και ψυχολογικής βίας σε αθλητές πάσης ηλικίας και φύλου. Άλλωστε, το συναίσθημα του φόβου έχει μια δυσάρεστη ιδιότητα. Μπορεί να διαχέεται και να κατακλύζει τις ψυχές πολύ πιο γρήγορα από άλλα συναισθήματα. Και αυτή, ακριβώς, η ιδιότητα είναι που καθιστά το φόβο όπλο, αλλά και συγκολλητική ύλη διαχρονικών εξουσιαστικών δομών στον αθλητισμό.

αβ
Και σε αυτούς τους «αειθαλείς» και μέχρι πρότινος αρραγείς θύλακες εξουσίας, κατάφερε καίριο πλήγμα η μαρτυρία της Σοφίας Μπεκατώρου. Γιατί πολύ απλά δεν έλαβε χαρακτήρα μεμονωμένου περιστατικού, αλλά λειτούργησε ως πολλαπλασιαστής. Ενέπνευσε συναθλητές με παρόμοια τραυματικά βιώματα να μιλήσουν ενώπιον της Δικαιοσύνης, αλλά και της ελληνικής κοινωνίας. Ευαισθητοποίησε τους θεσμούς, απογύμνωσε τις αδρανείς ομοσπονδίες, και πολύ πιθανόν έχει διαμορφώσει ήδη ένα καλύτερο «αύριο» για τις επόμενες γενεές του ελληνικού αθλητισμού. Ο βιασμός δεν είναι παιχνίδι, αλλά κακουργηματικού χαρακτήρα πράξη. Και ως τέτοια πρέπει να γίνεται αντιληπτή στο δημόσιο λόγο, όταν καταγγέλλεται. Επομένως, πρέπει να εξοβελιστούν, εφεξής, χιτσκοκικά ερωτήματα τύπου «γιατί τώρα;», αλλά και η σιγουριά, με την οποία υποψήφιοι «βάρδοι» διηγούνται την ιστορία της Σοφίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Πλέον, ολοένα και περισσότερα στόματα ανοίγουν και οι φωνές τους ακούγονται. Περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης στον αθλητισμό, το θέατρο, αλλά και άλλους «αθέατους» χώρους γίνονται γνωστά. Ωστόσο, αυτή η εξέλιξη ενέχει και κινδύνους. Προφανώς, υπάρχουν περιπτώσεις που θα προσπαθήσουν να κεφαλαιοποιήσουν τη δημόσια προβολή ή και να καπηλευθούν το κύμα του ελληνικού #MeToo. Γι’ αυτό και απαιτείται ψυχραιμία και νηφαλιότητα στο δημόσιο λόγο. Η «ταμπελοποίηση» θύματος και θύτη πρέπει να είναι προϊόν αποφάσεων του κράτους Δικαίου και όχι της λανθάνουσας κοινής γνώμης. Το στίγμα του θύτη δεν σβήνεται εύκολα. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να αποδίδεται άκριτα σε πρόσωπα.

Οφείλουμε να διαμορφώσουμε ένα καλύτερο αθλητικό κόσμο. Για εμάς, για τα παιδιά μας και για όσους υπηρετούν και θα υπηρετήσουν το Εθνόσημο. Οφείλουμε, όμως, να το κάνουμε με γνώμονα την αξιοπρέπεια, αλλά και το δικαίωμα στην ισονομία που έχει κάθε -παραβατικός ή μη- Έλληνας πολίτης. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα βρεθούμε στη σωστή πλευρά του μύθου. Στην πλευρά των ανθρώπων και όχι των τεράτων…

* Η Χριστίνα Τσιλιγκίρη είναι Οικονομικός Σύμβουλος MSc, Πρόεδρος Σ.Ε.Φ., Πολιτευτής ΝΔ Β' Πειραι