Πόσο αλήθεια απασχολεί την κεντρική πολιτική σκηνή και τον δημόσιο διάλογο γύρω από αυτήν η οικολογία και το περιβάλλον; Στην πραγματικότητα μάλλον καθόλου. Η ενασχόληση είναι συγκυριακή, ευκαιριακή.

Εξηγούμαι: Τα τελευταία χρόνια οι σχετικές συζητήσεις προκύπτουν είτε με αφορμή κάποια επένδυση, τρέχουσα ή φημολογούμενη, είτε κάποια καταστροφή, φυσική ή τεχνολογική (γενικός όρος που περιγράφει τις καταστροφές που σχετίζονται με ανθρώπινη δραστηριότητα). Οι συζητήσεις στο δημόσιο διάλογο ορίζονται σε μεγάλο βαθμό από την επικοινωνιακή διαχείριση της εκάστοτε κυβέρνησης, από τον αντιπολιτευόμενο λόγο, από τις επιπτώσεις, απτές ή μη (π.χ. αίσθημα ανασφάλειας) που δημιουργεί στους πολίτες και από τη θέση των ειδικών, των επιστημόνων.

Ας πιάσουμε το τελευταίο παράδειγμα, χρονικά, την πετρελαιοκηλίδα που έχει μαυρίσει τα νερά του Σαρωνικού. Το θέμα έγινε γνωστό μια Κυριακή, την Κυριακή που όλες οι υποστελεχωμένες βάρδιες των ΜΜΕ ασχολούνταν κυρίως με την παρουσία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ. Έπρεπε να πάει Πέμπτη για να γίνει πρώτο θέμα σε όλα τα μέσα και, λυπάμαι που θα το πω, έπρεπε η καταστροφή να απλωθεί και σε μερικά «καλά» προάστια, πέρα από τη Σαλαμίνα και μερικές φτωχογειτονιές του Πειραιά (να σημειώσουμε δε πως είχε ήδη προηγηθεί, αρκετά αθόρυβα, μια διαρροή πετρελαίου από το πλοίο Blue Star Patmos στον Πειραιά). Από το πρωί της Πέμπτης λοιπόν τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ μεταδίδουν εικόνες και αντιδράσεις των τοπικών αρχών και των κατοίκων σε φρενήρεις ρυθμούς. Η αντιπολίτευση σπεύδει στο σημείο για αυτοψία, οι δήμαρχοι – στους οποίους βεβαίως έχει πέσει πραγματικό τρέξιμο – ενημερώνουν συνεχώς. Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν σκύψει ήδη πάνω στο θέμα από μέρες και οι επιστήμονες που καλούνται στα ΜΜΕ κάνουν λόγο για μια καταστροφή που δεν μπορεί να συνεκτιμηθεί προς ώρας, καθώς, όπως εξηγούν, δεν υπάρχει μόνο το ορατό κομμάτι της κι αυτό που τους ανησυχεί ιδιαιτέρως είναι η ποσότητα του υλικού που θα καταλήξει στον πυθμένα της θάλασσας.

Ως εδώ όλα λογικά κι αναμενόμενα. Ας δούμε τι είπαν οι πολιτικοί υπεύθυνοι της διαχείρισης του πράγματος. Η μέρα ξεκίνησε με ένα μάθημα ελληνικών από τον υφυπουργό Ναυτιλίας, Νεκτάριο Σαντορινιό, ο οποίος ανέλαβε ένα σεβαστό μέρος της διαχείρισης της κατάστασης αυτής, τόσο σε υπηρεσιακό όσο και σε επικοινωνιακό επίπεδο, με μεγάλη ψυχραιμία ομολογουμένως και εμφανή σκοπό τον εφησυχασμό – πράγμα απολύτως κατανοητό, ουδείς ψόγος επ’ αυτού. Έχει όμως και αυτό τα όρια του. Ο κ. Σαντορινιός λοιπόν μας εξήγησε σήμερα πως δεν είναι καλό να μιλάμε για πετρελαιοκηλίδα γιατί «δεν είναι πετρελαιοκηλίδα με την έννοια της πετρελαιοκηλίδας, είναι πολλές μικρότερες κηλίδες πετρελαίου». Υποψιάζομαι ότι θα φαντάστηκε πως όποιος οπτικοποιεί όσα ακούει θα βρει πιο παρηγορητική την εικόνα πολλών μικρότερων κηλίδων πετρελαίου, δηλαδή πετρελαιοκηλίδων, σόρι, διότι αν είναι πίτα με ζαμπόν και τυρί τη λέμε ζαμπονοτυρόπιτα. Και, πραγματικά, απολογούμαι για την ταπεινή παρομοίωση αλλά μου θύμισε έναν φίλο μου που αστειεύεται με την κοιλιοδουλία του και ισχυρίζεται πως αν φας ένα ολόκληρο κεικ σε πολύ μικρά κομματάκια παίρνεις λιγότερες θερμίδες από το αν φας το μισό χωρίς να το κόψεις, μονομιάς. Ωστόσο ας δεχτούμε την ύπαρξη μιας κατανοητής πρόθεσης. Εξάλλου είναι το μικρότερο από τα προβλήματα μας.

Στη δεύτερη θέση του βάθρου των νικητών της επικοινωνιακής διαχείρισης της κηλίδας, ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και διαπρεπής οικολόγος, Γιάννης Τσιρώνης. Ο οποίος μας έλυσε το ζήτημα της λογοδοσίας και της απόδοσης ευθυνών με τον πλέον υπέροχο τρόπο. Φταίμε κι εμείς. Φταίνε κι οι άλλοι. Φταίει κι ο Χατζηπετρής κι η κοινωνία όλοι γιατί χρησιμοποιεί πετρέλαιο και φταίει κι ο καπιταλισμός φυσικά και το ιδιωτικό κεφάλαιο γιατί ας πούμε μάλλον δεν έχει ακουστά το Τσερνόμπιλ, τις λευχαιμίες στο Κραματόρσκ και την καταστροφή της Αράλης, μεταξύ των υπολοίπων γνωστών οικολογικών εγκλημάτων του κρατικού, κρατικότατου, καπιταλισμού. Με την άνετη μαξιμαλιστική λογική (;) του κ. Τσιρώνη, το γυρνάμε στον λουδιτισμό και καθαρίσαμε.

Το βραβείο της μέρας όμως δεν θα το πάρει κανείς από τα χέρια του υπουργού Ναυτιλίας,  Παναγιώτη Κουρουμπλή, ο οποίος σήμερα έγινε case study για επικοινωνιολόγους – για το μάθημα «τι να ΜΗΝ πείτε». Ο κ. Κουρουμπλής ξεκίνησε τη μέρα του με μια σειρά από συνεντεύξεις, στις οποίες μας διαβεβαίωνε ότι, με ενέργειες του βεβαίως βεβαίως, επιστρατεύτηκε όλη η κρατική μηχανή. Στη συνέχεια, στα όρια του κυνισμού και της αυτοπεποίθησης, μας είπε ότι η καταστροφή θα ξεχαστεί σε λίγες μέρες. Και δεν σταμάτησε τις εκτιμήσεις εκεί. Απαντώντας στους προβληματισμούς των επιστημόνων που του μετέφερε η δημοσιογράφος, συγκεκριμένα στο ενδεχόμενο η πλήρης αποκατάσταση της θαλάσσιας περιοχής να διαρκέσει ως και 20 χρόνια, ο υπουργός Ναυτιλίας θεώρησε σωστό να τους διαψεύσει και να πει πως αυτά είναι «υπερβολές» αλλά και να καλέσει, με τη σειρά του, τη δημοσιογράφο να νουθετήσει εκ μέρους του τους επιστήμονες και να τους ενημερώσει – τους ειδικούς να ενημερώσει – για τις πρακτικές διαχείρισης του προβλήματος από την πολιτεία. Ακόμη πιο συγκεκριμένα, ξεκίνησε με τη φράση «πέστε στους επιστήμονες…» η οποία οπωσδήποτε ακούγεται ωραία και κάπως λεβέντικη και ταιριαστή στο θυμικό του κόσμου που αμφισβητεί τους ειδικούς ως άσχετους με τη λαική σοφία ωστόσο δεν ταιριάζει ακριβώς σε αυτό που φανταζόμαστε ως θεσμικό λόγο, πόσο μάλλον με μια καταστροφή στο φόντο του. Τέλος, κατόρθωσε να μετατρέψει σε προσωπική του υπόθεση αυτή την καταστροφή, απαντώντας στις κατηγορίες για ολιγωρία και λανθασμένες διαβεβαιώσεις με το γνωστό «η παραίτηση μου είναι στη διάθεση του υπουργού», την πιο περιττή κλισέ φράση του ελληνικού πολιτικού λανγκάζ, δεδομένου του ότι όλες οι παραιτήσεις όλων των υπουργών βρίσκονται εξ ορισμού στη διάθεση αυτού που τους διόρισε. Και σαν να μην έφτανε το κλισέ, πρόσθεσε σε αυτό και μια μεγαλειώδη αυτοακύρωση του, λέγοντας μας, στη συνέχεια πως δεν προτίθεται να παραιτηθεί κι η φράση αυτή ήταν μονάχα ένα «λογοπαίγνιο».

Στο σημείο αυτό νιώθω την ανάγκη να σας υπενθυμίσω πως επί της ουσίας ελάχιστη εικόνα έχουμε από το μέγεθος της καταστροφής ως τώρα κι ότι από την πολιτική ηγεσία αναμένουμε να είναι άξια επικεφαλής των ερευνών που θα αποδώσουν ευθύνες σε ΟΛΟΥΣ τους υπεύθυνους αυτής της περιβαλλοντικής τραγωδίας.

Και νιώθω την ανάγκη να υπενθυμίσω και κάτι ακόμα. Πως η κυβέρνηση αυτή έχει σχηματιστεί με κορμό ένα κόμμα που, σε επίπεδο διακηρύξεων, έχει το περιβαλλοντικό  στην κορυφή της ατζέντας του διαχρονικά. Και που αυτές τις μέρες έχει να διαχειριστεί και μια διένεξη με την El Dorado Gold για το θέμα της επένδυσης στη Χαλκιδική, μια διένεξη την οποία, από μεριάς της, η κυβέρνηση βασίζει εδώ και χρόνια στις ανησυχίες της και την ειδική θέση που έχουν τα περιβαλλοντικά ζητήματα στην αξιακή κλίμακα της Αριστεράς.

Και, τέλος, να υπενθυμίσω πως οι ευαισθησίες που ενεργοποιούνται για μια επένδυση παραδόξως δεν εμπόδισαν μια άλλη, καθώς η ντροπή του λιγνίτη εξακολουθεί, χωρίς καμιά συζήτηση, καμία πολιτική διαφωνία, κανέναν ακτιβισμό με υψηλή στήριξη. Οι επιλεκτικές ανησυχίες άλλωστε συνηθίζονται, δεν καταγράφουμε καμιά πρωτοτυπία. Είναι άλλο πράγμα οι καταστροφές μας κι άλλο οι καταστροφές τους.