«Σου τον χαρίζω. Πάρ' τον για να με θυμάσαι», ήταν περίπου η φράση του αείμνηστου φίλου και τότε προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Μιλτιάδη Εβερτ. Ξεκρέμασε με αποφασιστικότητα από τον τοίχο έναν ευμεγέθη πίνακα ζωγραφικής, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στον ίδιον με ιδιόγραφη αφιέρωση του καλλιτέχνη. Υπογραφή του Κώστα Βαρώτσου, καταξιωμένου γλύπτη, ο οποίος βρέθηκε αυτήν την εβδομάδα στην επικαιρότητα με αφορμή την πρόταση της υπουργού Πολιτισμού να μεταφερθεί το άγαλμα του «Δρομέα» στα Σκόπια.

Για εμένα έχει ιδιαίτερη σημασία αυτός ο πίνακας, όχι μόνο γιατί είναι δώρο του Μίλτου, αλλά και γιατί απεικονίζει τον «Δρομέα» σε σχέδιο του Βαρώτσου πριν ακόμη φτιάξει το γλυπτό. Είχε ζωγραφίσει τον πίνακα και τον πρόσφερε στον Εβερτ προκειμένου εκείνος να δει την ιδέα του καλλιτέχνη και να δώσει τη συναίνεσή του για τη δημιουργία του γλυπτού.

Πριν από δύο χρόνια συνάντησα τον Κώστα Βαρώτσο στην Κύπρο και όταν του το είπα χάρηκε ιδιαίτερα που αυτό το έργο του βρίσκεται στο σπίτι μου. Προσωπικά, χαίρομαι να βλέπω καθημερινά τον «Δρομέα» περνώντας από μπροστά του στη θέση που τοποθετήθηκε τα τελευταία 25 χρόνια. Αρχικά, θυμίζω ότι ο «Δρομέας» είχε «σταθμεύσει» στην Ομόνοια το καλοκαίρι του 1988. Αργότερα, όταν μεταφέρθηκε στο πάρκο της Μεγάλης του Γένους Σχολής, έξω από το «Χίλτον», προκάλεσε αντιδράσεις. Γενικώς, είναι ένα έργο ζωντανό, όχι μόνο για την ιδιαιτερότητα της κίνησής του, η οποία είναι δυναμική, αλλά και γιατί απέκτησε φανατικούς εχθρούς.

Προσωπικά, ανήκω στους φίλους. Η τέχνη του Βαρώτσου, η οποία διακρίνεται στο εξωτερικό περισσότερο από την Ελλάδα -δεν είναι άλλωστε πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο-, χρησιμοποιεί υλικά πρωτότυπα και επιτυγχάνει εκεί που άλλος καλλιτέχνης πιθανότατα να ευτελιζόταν. Το θέμα μας όμως δεν είναι η τέχνη του Βαρώτσου, αλλά η τέχνη της πολιτικής. Η ιδέα της υπουργού Πολιτισμού -την οποία η ίδια διέψευσε, αλλά ο καλλιτέχνης επέμεινε- ήταν να μεταφερθεί ένα έργο ως ένδειξη φιλίας στη γειτονική χώρα, την οποία πρόσφατα η κυβέρνηση αναγνώρισε ως «Βόρεια Μακεδονία». Θα μπορούσε να ιδεασθεί κάποιο άλλο γλυπτό, το οποίο να ένωνε τους δύο λαούς και ίσως να προβληματίστηκε επί τούτω η υπουργός.

Εικάζω ότι θα απέρριψε την ιδέα ενός αγάλματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αφού ο πρώην πρωθυπουργός των Σκοπίων Γκρουέφσκι είχε φροντίσει να γεμίσει τεράστιους κακού γούστου Μεγαλέξανδρους πάνω σε Βουκεφάλες την πλατεία των Σκοπίων.

Μετά -πάλι εικάζω- ότι θα έψαχνε για κάτι μεγάλο και έτοιμο, ώστε να μη χρειαστεί να προβεί σε διαγωνισμό που θα χρονοτριβούσε τη σύσφιγξη των σχέσεων των δύο χωρών. Θα περνούσε και μπροστά από το «Χίλτον» και να σου η ιδέα της μεταφοράς του «Δρομέα». Αλλωστε, αφού μεταφέρθηκε μία φορά και έχει δοκιμαστεί ότι αντέχει στις κακουχίες, γιατί να μη μεταφερθεί και δεύτερη λίγες εκατοντάδες χιλιόμετρα μακρύτερα τώρα; Εάν έστρεψε αριστερά το βλέμμα η υπουργός θα είδε και το τεράστιο χαρακτικό του Μόραλη στον μεγάλο πλαϊνό τοίχο του «Χίλτον», αλλά αυτό θα ήταν δύσκολο να αποκολληθεί και να μεταφερθεί, γιατί τότε θα έχαιναν στο κενό οι σουίτες και τα δωμάτια του ξενοδοχείου χωρίς τοίχο.

Ο πόλεμος είναι πολύ σπουδαία υπόθεση για να την εμπιστευτούμε στους στρατηγούς, είπε στα τέλη του 19ου αιώνα ο Κλεμανσό. Κάτι τέτοιο λέμε μετά βεβαιότητος για την εξωτερική πολιτική και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ήδη η τετραετής επέλασή του άφησε ανεξίτηλο στίγμα…