Εδώ και τόσες μέρες ακούμε να μιλάνε για την περίπτωση Κουφοντίνα οι πάντες. Η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση, οι εκπρόσωποι των media, οι θιασώτες της υψηλής πολιτικής και οι μάρτυρες υπεράσπισης του καταδικασμένου τρομοκράτη, που απ’ ό,τι φαίνεται έχουν και λόγο και ρόλο στις κεντρικές αποφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Οι μόνοι που δεν είχαν μιλήσει ήταν οι συγγενείς των θυμάτων του Δημήτρη Κουφοντίνα.

Όπως τόσο χρόνια, όπως στην διάρκεια της δίκης, όπως τις στιγμές που τον έβλεπαν να κόβει βόλτες μερικές δεκάδες μέτρα από τα σημεία των στυγνών δολοφονιών του, έτσι και τώρα παρατηρούν με σεβασμό και καρτερικότητα, χωρίς τις απόλυτα δικαιολογημένες συναισθηματικές εξάρσεις που ήταν λογικό να συνοδεύουν κάθε αντίδρασή τους για το συγκεκριμένο θέμα. Οι άνθρωποι λοιπόν αυτοί επέλεξαν να μιλήσουν σήμερα, που όπως λένε οι γιατροί η υγεία του Δημήτρη Κουφοντίνα είναι σε οριακό σημείο.

Σε αντίθεση με τον ίδιο, εκείνοι τοποθετήθηκαν με απόλυτο σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή και στο δικαίωμα στην υγεία, ακόμη κι εκείνου που επί 11 φορές το αγνόησε με το χειρότερο τρόπο, βυθίζοντάς τους σ’ ένα διαχρονικό πένθος και στερώντας το ίδιο δικαίωμα σε αγαπημένα τους πρόσωπα. Εντελώς κυνικά και αναίτια. Αυτή λοιπόν είναι η διαφορά της Δημοκρατίας από την λογική και τις πρακτικές αυτών που αμετανόητα εγκλημάτησαν πάνω στην πιο ιερή της έννοια. Αυτή της ανθρώπινης ζωής. Κι επειδή πολύ συζήτηση γίνεται εσχάτως περί εκβιασμών ή εκδίκησης από την μια ή την άλλη πλευρά, οι οικογένειες των θυμάτων κλείνουν με μεγαλοψυχία τ’ αυτιά τους και δείχνουν τον Κουφοντίνα τον δρόμο της διεκδίκησης των αιτημάτων του μέσω των δημοκρατικών θεσμών.

Αυτών στους οποίους ο «φαρμακοχέρης της 17Νοέμβρη» δεν πίστεψε ποτέ και επιχείρησε με την δράση του να τους αποδυναμώσει. Αυτό είναι το μεγαλύτερο μήνυμα που οφείλουμε άπαντες να κρατήσουμε αυτές τις μέρες της απόλυτης παράνοιας και σίγουρα όχι τ μικροκομματικά τερτίπια του κάθε Τσίπρα και του κάθε Πολάκη που αντιμετωπίζουν αυτό του πολύ σοβαρό θέμα ως μια ευκαιρία αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης.