Τον Ιούλιο του 2015 , την περίοδο του περίφημου δημοψηφίσματος, η συντριπτική πλειοψηφία των μέσων μαζικής ενημέρωσης με άμεσο η έμμεσο τρόπο πήρε θέση υπέρ του «ΝΑΙ». Τηλεοράσεις-κυρίως-ραδιόφωνα αλλά και συνολικά το μεγαλύτερο μέρος των μέσων ενημέρωσης , με την εξαίρεση του διαδικτύου , τάχθηκε εναντίον του «ΟΧΙ» και μάλιστα με τρόπο εξόφθαλμο και σε κάποιες περιπτώσεις χοντροκομμένο. Ταυτόχρονα, θεσμικοί κοινωνικοί φορείς μεγάλης εμβέλειας τοποθετήθηκαν επίσης απέναντι στο «ΟΧΙ» ενώ και ο διεθνής παράγοντας κινήθηκε στην ίδια γραμμή σε αρκετές περιπτώσεις με εκβιαστικές παρεμβάσεις που ενοχλούσαν ακόμα και ανθρώπους οι οποίοι δεν ήταν φανατικοί υποστηρικτές του «ΟΧΙ» αλλά ήθελαν να αποφασίσουν αυτοβούλως και όχι κατόπιν ασφυκτικών πιέσεων . Το αποτέλεσμα και αυτών των παρεμβάσεων ήταν το ίδιο με αυτό που επέφερε η κοινή «γραμμή» της πλειοψηφίας των ΜΜΕ. Ένα μεγαλοπρεπές 61% και βάλε στο «ΟΧΙ». Άσχετα με τον τρόπο που αποφάσισε να το διαχειριστεί στη συνέχεια ο Αλέξης Τσίπρας.

Τις μέρες που προηγήθηκαν του συλλαλητηρίου στη Θεσσαλονίκη ζήσαμε σε μικρογραφία - λόγω χαμηλότερης έντασης στο πολιτικό σκηνικό σε σχέση με το καλοκαίρι του 2015 - ένα παρόμοιο σκηνικό. Η κυβέρνηση προσπαθούσε να «γραφικοποιήσει» το εγχείρημα σε αγαστή σύμπνοια με κάποια αντιπολιτευόμενα κόμματα που όμως έχουν συγκεκριμένες και γνωστές θέσεις στα εθνικά ζητήματα. Ταυτόχρονα επιχειρούσαν να δημιουργήσουν σε όσους επιθυμούσαν να συμμετέχουν , την αίσθηση ότι θα ταυτιστούν ντε και καλά με ακραία εθνικιστικά στοιχεία, τα οποία ήταν βέβαιο ότι θα έδιναν το παρόν. Σημαντικοί θεσμικοί φορείς τοποθετήθηκαν επίσης αρνητικά στην λογική ότι τα συλλαλητήρια δεν βοηθούν στην επίλυση του εθνικού θέματος. Όσο για τα μέσα ενημέρωσης, στην μεγάλη πλειοψηφία τους ελάχιστα προανήγγειλαν το γεγονός και είναι χαρακτηριστικό ότι στη συνέντευξη Τύπου των διοργανωτών δεν υπήρχε ούτε μία τηλεοπτική κάμερα

Όλα αυτά , λειτούργησαν ακριβώς όπως λειτούργησε το 2015, η μονομερής σε πολύ μεγάλο βαθμό προβολή του «ΝΑΙ» απέναντι στο «ΟΧΙ». Ενοχλήθηκε πολύς κόσμος ο οποίος ήθελε απλώς να διατρανώσει την άποψη του σε ένα ειρηνικό συλλαλητήριο επειδή κάποιοι τον θεώρησαν εκ των προτέρων είτε «γραφικό» είτε «φασίστα» είτε και τα δύο μαζί. Κι έδωσε την απάντηση του με την πολύ μεγάλη παρουσία του στην Θεσσαλονίκη. Χωρίς να επιτρέψει σε όλους τους «παράφωνους» και τους ακραίους που πράγματι ήταν παρόντες-όπως άλλωστε συμβαίνει διαχρονικά σε κάθε μεγάλη συγκέντρωση- να επικρατήσουν και σε καμία περίπτωση να δώσουν αυτοί τον τόνο.

Και κάτι ακόμα: Η μεγάλη πλειοψηφία από τους δεκάδες ως και εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που αψήφησαν λοιδορίες, εκβιασμούς και ψυχολογικό πόλεμο και βρέθηκαν στο συλλαλητήριο δεν πήγε για να ακούσει κανένα ομιλητή. Πήγε για να δηλώσει με την παρουσία της αυτό που πιστεύει για ένα κορυφαίο εθνικό ζήτημα. Όπως θα κάνουν κι όσοι θα πάνε στις 4 Φεβρουαρίου στο αντίστοιχο συλλαλητήριο της Αθήνας . Ειρηνικά και απομονώνοντας κάθε ακραίο στοιχείο που δεν μπορεί και δεν πρέπει να έχει θέση στη νέα συγκέντρωση…