Η Ελλάδα δεν είναι Γαλλία. Διαφορετικό κοινωνικό υπόβαθρο, διαφορετικό πολιτικό υπόβαθρο, διαφορετικό μεταναστευτικό υπόβαθρο. Και κυρίως διαφορετική μεταναστευτική πολιτική, η οποία, στην περίπτωση της Γαλλίας, απορρέει από το αποικιοκρατικό παρελθόν της χώρας. Ήταν βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα η πολιτική της γκετοποίησης και της περιθωριοποίησης θα οδηγούσε στα άκρα. Και ότι η παλιά σύγκρουση ανάμεσα στους πρώην κατακτητές και στους προερχόμενους από τις αποικίες πολίτες θα πήγαινε από αναβίωση σε αναβίωση μέχρι την τελική (;) έκρηξη.

Το 2005 τα δραματικά γεγονότα είχαν διαρκέσει τρεις εβδομάδες. Με την επιστροφή της ηρεμίας οι υποσχέσεις για απογκετοποίηση πήγαν περίπατο. Στα υποβαθμισμένα προάστια συνεχίστηκε η ίδια κατάσταση: περιθωριοποίηση, ανισότητες, φτώχεια, ανεργία, σχολική διαρροή και κάθε είδους διακρίσεις. Σε αυτή την έκρυθμη κατάσταση ήλθαν να προστεθούν και τα προβλήματα που προκάλεσε η οικονομική κρίση στο σύνολο του πληθυσμού. Το 2018 και το 2019 τα «κίτρινα γιλέκα» έκαναν άνω-κάτω τη χώρα. Άνω-κάτω έγινε η χώρα και με αφορμή την πρόσφατη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού. Στη Γαλλία πάντα η αφορμή είναι πιο ισχυρή από το αίτιο. Παρ’ όλα αυτά, το μείγμα δεν έπρεπε να είναι τόσο εκρηκτικό. Η Γαλλία διαθέτει το μεγαλύτερο και το ισχυρότερο κοινωνικό κράτος στον κόσμο. Η περιθωριοποίηση όμως σε συνδυασμό με την προπαγάνδα -της οποίας το υπόβαθρο είναι περισσότερο πολιτικό και λιγότερο κοινωνικό και συχνά εκπορεύεται από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα- φαίνεται ότι εμποδίζουν τους περιθωριοποιημένους να ενημερωθούν για τα δικαιώματά τους και να κάνουν χρήση αυτών.

Η κυριαρχία του Μακρόν δεν στάθηκε ικανή να επιλύσει αυτά τα προβλήματα, που συνέχισαν να μπαίνουν κάτω από το χαλί. Σήμερα τα περιθωριοποιημένα προάστια έγιναν ακόμη πιο φτωχά, καθώς οι δικές τους (ήδη προβληματικές) υποδομές καταστράφηκαν, οι δικοί τους επιχειρηματίες έχασαν την περιουσία τους στις άγριες νύχτες των καταστροφών και των λεηλασιών. Τι φταίει - εκτός από το γνωστό πρόβλημα της γκετοποίησης; Σίγουρα το εκλογικό σύστημα.

Ο Μακρόν κέρδισε τις προεδρικές εκλογές αλλά όχι το Κοινοβούλιο, όπου δεν υπάρχει κυβερνητική πλειοψηφία, δεν υπάρχει δεδηλωμένη. Αλλά κυρίως η δράση των άκρων. Ο Ζαν Λικ Μελανσόν, που έχει τρεις φορές αποτύχει σε προεδρικές εκλογές και που πολιτικά δεν μπορεί να σταθεί, επιχειρεί εδώ και χρόνια διά της Ανυπότακτης Γαλλίας του να… γκρεμίσει την Πέμπτη Δημοκρατία, να υποθάλψει κάθε αναταραχή, να ρίξει λάδι στη φωτιά, να πείσει τη νεολαία ότι «η Αστυνομία σκοτώνει».

Δεν τα καταφέρνει, αλλά προκαλεί σωρευτικές βλάβες. Χάνει στις δημοκρατικές διαδικασίες, αλλά κερδίζει στο πεζοδρόμιο. «Οι σκύλοι του καθεστώτος καλούν σε ηρεμία, αλλά εμείς καλούμε για δικαιοσύνη», έγραψε σε ανάρτησή του τις προάλλες. Η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν επίσης αποτυγχάνει στις δημοκρατικές διαδικασίες, έχει κατεβάσει τους τόνους, δίνει μια εσωτερική μάχη με τον ακόμη δεξιότερά της Ζεμούρ. Αλλά και τα δύο άκρα ανταγωνίζονται μεταξύ τους για τα πρωτεία. Με εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις, συναντιούνται στη γλώσσα του μίσους. Αυτό που δεν κατάλαβε ποτέ ο Μελανσόν είναι ότι όσο πιο πολύ ριζοσπαστικοποιείται ο ίδιος τόσο πιο πολύ δυναμώνει τη Λεπέν. Η Ελλάδα είναι τυχερή. Διαθέτει μια αυτοδύναμη κυβέρνηση με πλειοψηφία στη Βουλή. Αυτό βάζει φραγμό σε κάθε προσπάθεια επικράτησης στο πεζοδρόμιο.

Ωστόσο τα άκρα και εδώ αλληλοτροφοδοτούνται με τον ίδιο με τη Γαλλία τρόπο. Ο ριζοσπαστικοποιημένος Τσίπρας έβλαψε τον εαυτό του, αλλά τροφοδότησε με μηδενισμό και κάθε είδους ακραία συμπεριφορά την απέναντι πλευρά. Οι αποδέκτες των μηνυμάτων του δεν ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά τα κόμματα της απέναντι όχθης, οδηγώντας τα στο Κοινοβούλιο. Η Ελλάδα είναι και πάλι τυχερή. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατόρθωσε να κερδίσει τον λαό για λογαριασμό της Δημοκρατίας. Δημιούργησε ένα ισχυρό μέτωπο κοινής λογικής, εμπόδιο σε κάθε προσπάθεια αποσταθεροποίησης. Όσο για τον Αλέξη Τσίπρα, κατάφερε να περιθωριοποιήσει το ίδιο του το κόμμα, που τώρα, όπως και ο Μελανσόν, θα αναζητεί τρόπους διαφοροποίησης από τους «άλλους».

*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» την Κυριακή 9 Ιουλίου 2023