Η «φράξια Ανδρουλάκη», που διαχειρίζεται το πολιτικό «brand name» ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ για παραπάνω από έναν χρόνο, επιδείκνυε υπεροψία και πριν από τους εκλογικούς χρόνους για το πρόγραμμά του και την «εγγυημένη» στρατηγική του αναβάθμισης της χώρας.

Τα στελέχη της νεότερης γενιάς, μια ομάδα από πολιτικούς-γιάπις που έφερε μαζί του στο προσκήνιο ο νέος επικεφαλής, δεν κουράζονταν να μιλούν για προγραμματική αντιπολίτευση και σύγκριση θέσεων σε διμέτωπη βάση. Απέναντι στην Κεντροδεξιά και τον κυβερνητισμό Μητσοτάκη, αλλά και απέναντι στη χωρίς σταθερή «περπατησιά» στα θέματα διακυβέρνησης «κυβερνώσα Αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ. Οι του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ παρουσίαζαν τις προτάσεις τους και την οπτική τους, την ίδια τους την πολιτική οντότητα, ως «εγγύηση» της ευρωπαϊκής πορείας και σύγκλισης της Ελλάδας με την Ευρώπη.

Σε θέματα κυβερνητισμού υπήρξαν, μάλιστα, απόλυτα προκλητικοί στην αλαζονεία τους, αφού δεν έκρυβαν την άποψή τους, σύμφωνα με την οποία, αν για παράδειγμα ο ΣΥΡΙΖΑ, όχι μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 αλλά μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, αντί να συμφωνoύσε κυβέρνηση συνασπισμού με τους Ανεξάρτητους Έλληνες του Π. Καμμένου, συμφωνούσε μαζί τους, τότε θα ήταν ένα «συστημικό» φιλοευρωπαϊκό κόμμα, αποδεκτό για τα ευρωπαϊκά και τα εγχώρια λόμπι συμφερόντων. Τι θεωρούσε λοιπόν ορθό για το σύστημα διακυβέρνησης της Ελλάδας; Άσχετα αν κυβερνά η Νέα Δημοκρατία ή ο ΣΥΡΙΖΑ, η νομιμοποιητική βάση της διακυβέρνησης θα έπρεπε να είναι η σύμπραξη με το ΠΑΣΟΚ. Το οποίο, με την έννοια αυτή, θα ήταν μονίμως στη διακυβέρνηση ελέγχοντας ταυτόχρονα τη διοίκηση εξαιτίας του κομματικού κράτους που έχει εξελίξει από τις δεκαετίες του 1980 και 1990, αλλά και της επιρροής που διαθέτει στο περιφερειακό κράτος, στους περιφερειάρχες δηλαδή και στους δημάρχους.

Είναι ενδιαφέρον, μάλιστα, ότι το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ υπό τη διαχείριση της «φράξιας Ανδρουλάκη» επεδίωξε να οδηγήσει σε συμβιβασμό (λέγε με γονυκλισία) και κυβερνητική εξάρτηση και τον ίδιο τον επικεφαλής της Κεντροδεξιάς, κ. Μητσοτάκη, παρά το προφίλ, τις διεθνείς σχέσεις και τις δυνατότητες διακυβέρνησης που τον χαρακτηρίζουν. Η «φράξια Ανδρουλάκη» επιβεβαίωσε από την αρχή την ειδική σχέση που έχει μετη Γερμανική Σοσιαλδημοκρατία (SPD), λειτουργεί ως ελληνικό παράρτημα, όπως λένε έμπειροι πολιτικοί παρατηρητές, ενώ «ιθύνων νους» της στρατηγικής του, ακόμη και για το γνωστό «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας για την πρωθυπουργία», φέρεται ότι δεν είναι άλλος από τον γνωστό μη δημοφιλή στους πολίτες Ευ. Βενιζέλο. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι το πρόγραμμα του κόμματος το έχει δομήσει ο μόνιμος υπουργός Οικονομικών των κυβερνήσεων Σημίτη, Ν. Χριστοδουλάκης, όπου το έργο του ιστορικά δεν έχει κριθεί με τη δέουσα αυστηρότητα ως προς τις ευθύνες για την κατάσταση χρεοκοπίας που έφθασε η χώρα, αρκετά χρόνια μετά την αποχώρησή του από την οδό Καραγεώργη Σερβίας.

Μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου και τα αυξημένα ποσοστά που σημείωσε το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ σε σχέση με το 2019 αλλά και τη δραματική καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ, τα δεδομένα της προεκλογικής περιόδου άλλαξαν, με τη «φράξια Ανδρουλάκη» να φιλοδοξεί στις δεύτερες εκλογές ότι θα πλησιάσει την αξιωματική αντιπολίτευση. Η προγραμματική, όμως, αντιπαράθεση με τη ΝΔ οδήγησε από την πρώτη εβδομάδα της νέας προεκλογικής περιόδου το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ σε πρόωρο «βατερλό» τόσο ως προς το πρόγραμμά του, που τελικά το απέσυρε από τη δημοσιότητα, όσο και σε σχέση με τη δεινότητα της νεόκοπης ηγετικής του ομάδας που χάθηκε μέσα στα... «σαρδάμ».

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 2/6