Είναι πλέον σαφές ότι ο σταυρός προτίμησης για την επιλογή των ευρωβουλευτών απέτυχε.

Η υπόθεση Γεωργούλη, που κατηγορείται για βιασμό και κακοποίηση γυναίκας, έρχεται να εμπεδώσει μια απερίγραπτη κατάσταση. Μέσα σε μια θητεία που τελειώνει του χρόνου έχουμε αλλεπάλληλα περιστατικά διώξεων, δικογραφιών, εμπλοκών, σε κάθε τύπου αδίκημα ή εκκρεμότητα, ευρωβουλευτών. Στην κορυφή του «παγόβουνου» η Εύα Καϊλή στη σπουδαία υπόθεση του επονομαζόμενου Qatargate. Κατηγορίες για κακοδιαχείριση όπως αυτή που κατηγορείται η Μαρία Σπυράκη. Εκκρεμότητες με την εφορία στην Ελλάδα που καταλογίζονται στον Γ. Κύρτσο.

Συλλήψεις για τη συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής, όπως η περίπτωση του ευρωβουλευτή Γιάννη Λαγού. Και τώρα δικογραφία για βαριά σεξουαλικά αδικήματα και κακοποιητική συμπεριφορά του Αλέξη Γεωργούλη. Αν θέλουμε, υπάρχει και η περίπτωση του Δημ. Παπαδημούλη για του οποίου το «Πόθεν Έσχες» έχει γίνει μεγάλη συζήτηση. Πέραν των δικογραφιών που έρχονται ως «ραβασάκια» από τις Βρυξέλλες στην Αθήνα, θλίψη και μόνο θλίψη προκαλούν οι επιδόσεις των περισσότερων Ελλήνων ευρωβουλευτών σε ερωτήσεις και δραστηριότητα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αν κρίνουμε από τα συγκριτικά στοιχεία που έρχονται επισήμως στη δημοσιότητα, οι Έλληνες εκπρόσωποι ή πολλοί από αυτούς ζουν πολυτελώς, περίπου ως «νομάδες τουριστών» στις Βρυξέλλες ή το Στρασβούργο. Την ίδια στιγμή, μάλιστα, που οι αποδοχές τους και τα προνόμια τούς αναδεικνύουν σε μια προνομιακή κάστα σε σχέση και με τους συναδέλφους τους στο ελληνικό Κοινοβούλιο.

Πριν από ελάχιστες ημέρες και πριν φθάσει η ενημέρωση από τη Βελγίδα εισαγγελέα για την άρση ασυλίας του Αλ. Γεωργούλη, ο πρωθυπουργός στη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» ξεκίνησε μια συζήτηση στο δημόσιο επίπεδο σχετικά με τον τρόπο της εκλογής των ευρωβουλευτών το 2024. Ο κ. Μητσοτάκης προκρίνει «λίστα» αντί για «σταυρό» στη διαδικασία. Είναι μια πολύ σωστή σκέψη, που η εμπειρία τουλάχιστον των προηγούμενων ευρωεκλογών με σταυρό προτίμησης τη δικαιώνει εκ του αποτελέσματος. Ο «σταυρός» κατ’ αρχάς παρασύρει τα κόμματα σε «λαμπερές» υποψηφιότητες προσώπων που δεν έχουν καμία σχέση με την πολιτική με τη διοίκηση και φυσικά τις ευρωπαϊκές διαδικασίες.

Δεύτερον, οι πολίτες, οι εκλογείς, ψηφίζουν με κριτήρια αναγνωρισιμότητας, οπότε αποκτούν πρόκριμα οι ηθοποιοί, οι ποδοσφαιριστές, οι καλλιτέχνες και τα πρόσωπα της τηλεόρασης ή των κοινωνικών δικτύων στο πεδίο των δημοσιογράφων, των σχολιαστών, των επαγγελματιών. Ειδικά όταν η εκλογή γίνεται σε ενιαία Εκλογική Περιφέρεια στη χώρα, όπως στις προηγούμενες ευρωεκλογές του 2019. Γιατί ποιος άλλος μπορεί να πετύχει αναγνωρισιμότητα στην Επικράτεια και με τι οικονομική επιβάρυνση; Άρα, πριν φθάσουμε να εκλέγονται για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο influencer γιατί φοράνε σέξι μπικίνι ή αναδεικνύουν «βαρβατίλα», ΥouΤuber, μάγειροι και τηλεοπτικά μοντέλα, καλύτερα η ευθύνη της επιλογής και της σειράς εκλογής να επιστρέψει στα κομματικά επιτελεία.

Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι υπάρχουν αξιόλογοι άνθρωποι, επιστήμονες, επαγγελματίες που δεν είναι γνωστοί ιδιαίτερα και δεν τους αρέσει να κάνουν «πασαρέλα» στα κοινωνικά δίκτυα, πολύ πιο κατάλληλοι για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τους εκλεκτούς του σταρ σίστεμ. Και, σημειωτέον, όσο και αν κατηγορηθούν τα κόμματα για ευνοιοκρατία και «αλισβερίσια», είναι δεδομένο ότι θα κρατήσουν στις επιλογές τους ένα επίπεδο για να μην εκτεθούν πολιτικά. Και σημασία έχει ο μέσος όρος. Ανεβαίνει ο πήχης ή γκρεμίζεται;

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 19/4