Η Τουρκία, µε τη στροφή που παίρνει το καθεστώς Ερντογάν τις παραµονές των εθνικών εκλογών στη χώρα, αποτελεί προειδοποίηση για το µέλλον. Η Αγκυρα δείχνει διάθεση να αποτελέσει εµπροσθοφυλακή και ηγετική δύναµη του σουνιτικού παγκόσµιου Ισλάµ απέναντι στη ∆ύση. Ταυτόχρονα, όλο και περισσότερο, εκ των συνθηκών και όχι στη βάση διµερών διπλωµατικών πρωτοβουλιών, προσεγγίζει την «Ισλαµική ∆ηµοκρατία» της Περσίας, που αποτελεί τη φυσική και προβεβληµένη ηγετική δύναµη του σιιτικού παγκόσµιου Ισλάµ απέναντι στη ∆ύση. Οι δύο χώρες µαζί, ειδικά εφόσον η Τουρκία όλο και περισσότερο µετατρέπεται σε «Ισλαµική ∆ηµοκρατία», τείνουν να αποτελέσουν ένα επιθετικό «χαλιφάτο», πολύ πιο συγκροτηµένο, οργανωµένο και ένοπλο σε σχέση µε τον ISIS, που έδρασε στη Μεσοποταµία, συγκροτώντας ως διάδοχος της Αλ Κάιντα δίκτυο εξτρεµιστικών ισλαµιστικών πυρήνων τροµοκρατίας.

Τουρκία και Ιράν συγκλίνουν εξαιτίας της θεοκρατικής, αυτοκρατορικού τύπου, θεώρησης πραγµάτων των καθεστώτων τους, µε την Τουρκία να αποτελεί «ναρκοπέδιο» για τη συγκρότηση και τη συνοχή του µεταπολεµικού Ατλαντικού Συµφώνου (ΝΑΤΟ), του οποίου παραµένει µέλος. Το Ιράν ταυτόχρονα είναι δηλωµένος εχθρός της ∆ύσης και υπό καθεστώς κυρώσεων από τις ΗΠΑ, εξαιτίας της πυρηνικής φιλοδοξίας που εκδηλώνει, αλλά και του δικτύου των «Φρουρών της Επανάστασης», του καθεστωτικού του πυρήνα σε επίπεδο µυστικών υπηρεσιών, που σχετίζεται, µεταξύ των άλλων, µε την ασφάλεια του καθεστώτος των Αλ Θάνι στο πλούσιο εµιράτο του Κατάρ. Η Ντόχα σχετίζεται µε το Ιράν, αφού µοιράζεται µε την Τεχεράνη το πλούσιο κοίτασµα φυσικού αερίου στο οποίο οφείλει την οικονοµική ευµάρεια, και ταυτόχρονα αποτελεί στενό σύµµαχο της Τουρκίας, στηρίζοντας, µεταξύ των άλλων, την οργάνωση των «Αδελφών Μουσουλµάνων», που αποτελεί κύρια απειλή για τη σταθερότητα του καθεστώτος Αλ Σίσι στην Αίγυπτο, ενώ η ηγεσία της προστατεύεται, όπως και η παλαιστινιακή Χαµάς, από την Αγκυρα.

Τουρκία και Ιράν, ως ισλαµικά καθεστώτα, έχουν κοινά προβλήµατα νοµιµοποίησης στους πολίτες τους. Πέραν της καταπίεσης και των διωγµών των αντιπάλων τους, οι οικονοµίες τους χαρακτηρίζονται από εκτός ελέγχου πληθωρισµό -στην Τουρκία τρέχει πάνω από 100%, στο Ιράν πάνω από 50%-, µε µεγάλη µερίδα του πληθυσµού να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Αρχικά το Ιράν και εν µέσω οικονοµικής χρεοκοπίας η Τουρκία, στηρίζονται όλο και σε µεγαλύτερο βαθµό από την Κίνα. Ταυτόχρονα η Τουρκία έχει ζωτικούς πλέον δεσµούς µε τη Μόσχα. Αυτοί σχετίζονται µε την ενέργεια, αφού ρωσικό είναι το αέριο που διέρχεται µέσω των τουρκικών αγωγών, οι Ρώσοι έχουν αναλάβει -και µάλιστα χωρίς έλεγχο- τα προγράµµατα των πυρηνικών σταθµών της Τουρκίας, αλλά και ρωσικής κατασκευής είναι οι πυραυλικές συστοιχίες των S-400 που προµηθεύθηκαν οι ένοπλες δυνάµεις στη γειτονική χώρα, µε αποτέλεσµα να βρεθούν σε καθεστώς επιλεκτικών κυρώσεων ως προς τα πολεµικά αεροσκάφη και άλλα ανταλλακτικά από τις ΗΠΑ. Φυσικά, η Τουρκία δεν συµµετέχει στις κυρώσεις στη Ρωσία µετά την εισβολή στην Ουκρανία, έστω και αν αυτό έρχεται σε ευθεία σύγκρουση µε την ιδιότητα του µέλους του ΝΑΤΟ και των αποφάσεων που λαµβάνονται σχετικά.

Παράλληλα, η στενή σχέση του Ιράν µε τη Ρωσία ενισχύεται µε θεαµατικό τρόπο. Η σύνδεση των τραπεζικών συστηµάτων Ιράν και Ρωσίας προκάλεσε πανηγυρικά σχόλια και από τις δύο πλευρές. Ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας του Ιράν, Μοχάµεντ Φαρζίν, δήλωσε σχετικά: «Ο χρηµατοπιστωτικός δίαυλος µεταξύ του Ιράν και του κόσµου αποκαθίσταται».

Τουρκία και Ιράν αποτελούν στην ουσία καυκάσιες δυνάµεις. Εξαιτίας του γεγονότος ότι συνορεύουν και ταυτόχρονα αυξάνουν θεαµατικά τη σχέση τους, αλλά και την εξάρτησή τους από την Κίνα και τη Ρωσία, ήδη θα πρέπει να «λογίζονται» ως µείζον γεωπολιτικό «προτεκτοράτο» των δυνάµεων της Ασίας, µε µεγάλο ενιαίο στρατηγικό βάθος, απέναντι στον νέο άξονα της ∆ύσης, που φθάνει στην Ιαπωνία και την Αυστραλία. Ιστορικά το Ιράν συγκρούεται και αποτελεί ζωτική απειλή για το Ισραήλ. Η Τουρκία για την Ελλάδα και την Κύπρο. Αλλά και για τα ∆υτικά Βαλκάνια, τη Μεσοποταµία και την Αφρική.

Απέναντι στο «χαλιφάτο» της κοινοπολιτείας του Ισλάµ, που φθάνει στα βάθη της Ασίας µε συµµαχικές δυνάµεις, όπως το Πακιστάν, η Μαλαισία ή η Ινδονησία, θα πρέπει να αντιπαρατεθεί ένα «µέτωπο» της Μεσογείου. Ηδη το Ισραήλ απειλείται από τη Ρωσία, αν κινηθεί µε δυτική λογική στη σύγκρουση στην Ουκρανία, ενώ η Ελλάδα αποτελεί στόχο αποσταθεροποίησης για τη Μόσχα. Οµοίως, η Αίγυπτος, αλλά και τα βασίλεια ή τα εµιράτα των Αράβων στην Εγγύς Ανατολή ή τη Β. Αφρική αποτελούν στόχο διείσδυσης ή εξουσιαστικής επιρροής από την Τουρκία, το Ιράν και τους «πατρώνες» τους Κίνα και Ρωσία. Η Ελλάδα είναι ο κρίσιµος «κρίκος», µε την εµπεδωµένη και ολιστική σχέση που έχει µε τις ΗΠΑ και κεντρικές δυνάµεις της Ευρώπης, που θα συνδέσει σε δοµηµένη συµµαχία το Ισραήλ µε τους Αραβες, µέσα στην επόµενη πενταετία, όταν ταυτόχρονα θα κλιµακώνεται η σύγκρουση ΗΠΑ - Κίνας στη βάση της Ταϊβάν ή θα έχει εξελιχθεί η «νέα τάξη πραγµάτων» στη Βόρεια-Ανατολική Ευρώπη και στον Αρκτικό Κύκλο, ως «απόνερα» του πολέµου στην Ουκρανία.

Σε κάθε περίπτωση, η αντιπαράθεση του «χαλιφάτου» Τουρκίας - Ιράν µε τη «Μεσογειακή Συµµαχία», που θα ταυτίσει την τετραµερή Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ - Αιγύπτου µε τις «συµφωνίες του Αβραάµ», που είναι σε εξέλιξη, φθάνοντας στην Ινδία, αλλά και τα «fora», ενεργειακά και πολιτιστικά, της Μεσογείου, µπορεί να φέρει νέες σχέσεις, νέες χώρες (µε κύρια το Κουρδιστάν), νέες αξίες. Ο τρόπος που αντιµετωπίζει την Τουρκία το ελληνικό πολιτικό και διπλωµατικό κατεστηµένο δεν αφορά το αύριο, αλλά το χθες. Σήµερα πλέον η τουρκική επιθετικότητα δεν είναι ένα διµερές ζήτηµα εντός του πλαισίου του ΝΑΤΟ. Αλλά µια κεντρική απειλή για τα δυτικά συµφέροντα στον νέο παγκόσµιο διπολισµό…

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 4 Φεβρουαρίου 2023