Υπάρχει ένας «-εσμος» των «πρώην» που αρνούνται να μετεξελιχθούν σε «τέως». Πρώην πρωθυπουργοί, πρώην υπουργοί, πρώην βουλευτές, πρώην πολιτικοί, πρώην παράγοντες του παρασκηνίου. Εντάσσονται ιδεολογικοπολιτικά από τη Δεξιά μέχρι την Αριστερά. Όλοι παρουσιάζονται, ευτυχώς στις όλο και πιο σπάνιες δημόσιες παρεμβάσεις τους, ως εγγυητές της μεταρρύθμισης της χώρας, του εκσυγχρονισμού της χώρας, της Δημοκρατίας, της Εθνικής Ασφάλειας και σε κάθε περίπτωση της ώριμης «πολιτικής μεσότητας» και μετριοπάθειας. Στην ουσία, είναι όλοι τους πολιτικοί «τυμβωρύχοι»… Είχαν στις προηγούμενες δεκαετίες, ως ηγετικά στελέχη είτε της Νέας Δημοκρατίας, είτε του ΠΑΣΟΚ, είτε της πολυκομματικής και πολυμορφικής Αριστεράς, την ευκαιρία τους από κορυφαία αξιώματα και θέσεις ευθύνης να παίξουν τον ρόλο τους στην Ιστορία και να οδηγήσουν τη χώρα σε μια επόμενη ημέρα. Πόσο έπαιξαν καλά τον ρόλο τους; Πόσο ανταποκρίθηκαν στις ευθύνες της τότε σημερινής ημέρας και της επόμενης για την Ελλάδα; Οι γνώμες δεν συμπίπτουν. Αλλά σε κάθε περίπτωση δεν ενδιαφέρει το «σήμερα» της πολιτικής ποια η γνώμη που θα αποτυπωθεί από τον ιστορικό του μέλλοντος για την πολιτική παρουσία, τον ρόλο και το έργο του καθενός από αυτούς. Γιατί το σήμερα της πολιτικής και του κυβερνητισμού το μόνο που μπορεί να το ενδιαφέρει είναι η Ελλάδα του 2030 και πώς αυτή θα συγκροτηθεί και θα υποστηριχθεί. Υπό την έννοια αυτή, λοιπόν, του «σήμερα» της πολιτικής, είναι κρίσιμο να μην υπάρξει παλινόρθωση των «πρώην». Όχι μόνον σε ρόλο κυβερνήτη, αλλά ούτε ως προ τύπου. Το καλύτερο για την Ελλάδα του 2030 είναι όλοι αυτοί οι «πρώην» να περάσουν στη λήθη. Στη λησμονιά! Χωρίς εμπάθεια. Χωρίς ειδικά δικαστήρια. Χωρίς πετροβολητό από τις νεότερες γενιές!

Όμως, αυτοί δεν δέχονται κάτι τέτοιο. Οπότε αναγκαστικά η δημόσια συζήτηση θα ανοίξει το επόμενο διάστημα και, με την ευχή να είναι σύντομη και παροδική, θα κλείσει μαζί με τις κάλπες του 2023. Όταν -με λίγη ταλαιπωρία, λόγω απλής αναλογικής- θα προκύψει μια ισχυρή πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο και μια αυτοδύναμη κυβέρνηση που θα επιλέξει ο κ. Μητσοτάκης. Αλλά ας μείνουμε στο τώρα.

Οι «πρώην» επιζητούν παλινόρθωση έναντι του διπολισμού -Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ- στον κυβερνητισμό του τέλους των Μνημονίων

Ο «-εσμός» των «πρώην» στη συντριπτική του πλειοψηφία υποστηρίζει και βασίζεται σε κάποια παράταξη του Κέντρου που έχει πάψει να υπάρχει από τα μέσα της δεκαετίας του 1970-1980. Τον προηγούμενο αιώνα. Τότε που, μετά την πτώση του στρατιωτικού καθεστώτος Νο 2, επικράτησαν πολιτικά δύο οικογένειες. Η πολιτική οικογένεια του Κ. Καραμανλή και η πολιτική οικογένεια του Α. Παπανδρέου. Οι δύο ιδρυτές των κυρίαρχων πολιτικών δυναστειών της Μεταπολίτευσης, που γνωρίζονταν από το 1958, φρόντισαν από τα πρώτα χρόνια να απορροφήσουν στους πολιτικούς σχηματισμούς τους, Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ, την Ένωση Κέντρου. Από τότε και στην κομματική πόλωση που ακολούθησε για δεκαετίες στη συνέχεια χάθηκε και η παράτα ξη των κεντρώων. Περίπου 30 χρόνια μετά ανακαλύφθηκε μια εκλογική-πολιτική θεωρία περί ύπαρξης «μεσαίου χώρου». Και αυτός ο χώρος, παρά το γεγονός ότι συζητούνταν τα χαρακτηριστικά του για πολλά χρόνια, τελικά κονιορτοποιήθηκε ως έννοια και ως πολιτική εικασία στην οκταετία των Μνημονίων και στα δεδομένα της δημοσιονομικής κατάρρευσης. Πέραν αυτών, θα πρέπει να γίνει συνειδητό ότι, για να υπάρξει πολιτικό Κέντρο, θα πρέπει να υπάρχει μια Δεξιά και μια Αριστερά που να συγκρούονται στον απόλυτο βαθμό. Κάτι τέτοιο δεν υπάρχει εδώ και 50 χρόνια. Απ’ όταν ιδρύθηκε η Νέα Δημοκρατία και νομιμοποιήθηκε το ΚΚΕ. Επίσης, «μεσαίος χώρος» δεν υπήρξε ποτέ στη μη φεουδαρχική από πλευράς ιδιοκτησίας, ούτως ή άλλως, νέα Ελλάδα. Αυτό που υπάρχει είναι μια απέραντη τάξη «μικροαστών», επιδοτημένων ή «πειρατών» σε βάρος του κράτους, που άφησε πίσω της η δεσπόζουσα «κομματοκρατία» του ΠΑΣΟΚ και αποτελούν κοινωνική τροχοπέδη από άποψης κουλτούρας και νοοτροπιών.

Στην παρούσα φάση, οι «πρώην» επιζητούν παλινόρθωση έναντι του διπολισμού -Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ- στον κυβερνητισμό του τέλους των Μνημονίων. Μόνον που σε σχέση με την Ελλάδα του 2030 απλώς δεν είναι πλέον ούτε χρήσιμοι ούτε επιλέξιμοι. Η ψευδαίσθηση του πολιτικού Κέντρου, ως άλλοθι, δεν φθάνει για να λειτουργήσει ως… μαζικό παραισθησιογόνο.