H αξιοποίηση Αποστολάκη από μια κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ήταν, ως ιδέα, σε κάθε περίπτωση, αξιοσημείωτη. Ασχετα αν οι χειρισμοί που την καθόρισαν δεν μπορούν να χαρακτηριστούν επιτυχείς. Η όλη αντιμετώπιση όμως του ενδεχομένου ένας από την αντιπολίτευση αξιωματικός, σε επίπεδο αρχηγού ΓΕΕΘΑ, που αξιοποιήθηκε ως υπουργός Αμυνας από τον ΣΥΡΙΖΑ, να αξιοποιηθεί από την επόμενη κυβέρνηση ως υπουργός διαχείρισης της κλιματικής αλλαγής και της πολιτικής προστασίας υπήρξε ένα πλήγμα στο πνεύμα συνέχειας που χρειάζεται η Ελλάδα για την ανασυγκρότησή της.

 Η υπόθεση Αποστολάκη

Ουσιαστικά, η ατυχής εξέλιξη της υπόθεσης Αποστολάκη κλείνει τον δρόμο στην καθιέρωση, σε επίπεδο διακυβέρνησης, του θεσμού των υπηρεσιακών υφυπουργών, που θα εγγυώνται τη συνέχεια του κράτους και της διοίκησης σε κρίσιμους τομείς. Οπως η εξωτερική και η οικονομική πολιτική, η εθνική άμυνα, η εσωτερική ασφάλεια και η πολιτική προστασία. Πέραν αυτών, το μήνυμα που στέλνει ο ΣΥΡΙΖΑ προς το Κοινοβούλιο όσο και προς την κοινωνία, ως αξιωματική αντιπολίτευση, είναι ατυχές και ξεπερασμένο. Ουσιαστικά, ως στρατηγική έχει την πόλωση του «παίρνω την πέτρα και γκρεμίζω την τζαμαρία» και ταυτόχρονα την τόσο λάθος θεωρία -αποδεδειγμένο στην πράξη του κυβερνητισμού από την εποχή του Κ. Καραμανλή του νεότερου- του Γ. Λούλη περί «ώριμου φρούτου». Μια απολύτως αντιπαραγωγική, δηλαδή, διαδικασία, όπου ένα κόμμα διακυβέρνησης, όταν βρεθεί στην αντιπολίτευση, περνά τον χρόνο του μέσα σε πολιτική αδράνεια, εξαντλούμενο σε αντικυβερνητικές «παρόλες», χωρίς να ασκεί και να ασκείται στην πολιτική, μέχρι που ο λαός θα το ξαναφέρει στη διακυβέρνηση, όπου όμως θα βρεθεί σε πλήρη αμηχανία.

 Η πολιτική προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ

Αν ο κ. Τσίπρας και το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ θέλουν να σκεφτούν σοβαρά την πολιτική τους προοπτική και να αυξήσουν τη δυνατότητά τους για διακυβέρνηση της χώρας, όταν φτάσει ο καιρός και ωριμάσουν οι συνθήκες, θα πρέπει από σήμερα να δοκιμάσουν να κάνουν πολιτική διακυβέρνησης. Να οργανώσουν ομάδες έργου, να αποκτήσουν συμβούλους και διεθνείς επαφές, να οργανώσουν σχήματα «σκιώδους κυβέρνησης», με απόψεις και προτάσεις ρεαλιστικές και εξελικτικές για την πραγματικότητα της χώρας. Σήμερα, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, στην πλειονότητά τους από τα καφενεία και τα τσιπουράδικα, όπου περνούν τη μέρα και τα βράδια τους, μιλούν για πολιτική μακρόθεν και μέσω tweets. Kάνουν διαπλεκόμενες, αταβιστικές και ρεβανσιστικές σκέψεις και περιμένουν να περάσει ο καιρός για να «βρεθούν στα πράγματα». Αλήθεια, για να κάνουν τι; Για να πάρουν τη ρεβάνς από την απώλεια που υπέστησαν το 2019; Για να νιώσουν και πάλι ψυχολογικά νικητές και να αποκτήσουν επιπλέον εισοδήματα; Δεν σημαίνει ότι όλα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται στην ίδια κατάσταση. Υπάρχουν πολιτικοί και στελέχη που εργάζονται επίμονα στην καθημερινότητα. Ομως το έργο που παράγουν δεν είναι επαρκές για να οργανωθεί η χώρα μετά τις χαμένες δύο προηγούμενες δεκαετίες και να συγκροτηθεί για την εικοσαετία 2030-2050. Ο κ. Τσίπρας και η ηγετική ομάδα του θα πρέπει να σκεφτούν στη βάση των ίδιων των προβλέψεων που επιχειρούν. Αν είχαμε πράγματι αποσταθεροποίηση μέσα στον χειμώνα και αν πράγματι προέκυπταν εκλογές την άνοιξη και τις κέρδιζαν, τι θα έκαναν την επόμενη ημέρα εκτός του να χρησιμοποιηθούν ως «πλατφόρμα» διακυβέρνησης για το «δίκτυο εξουσίας και διαφθοράς» ΚΙΝ. ΑΛ.-ΠΑΣΟΚ; Ευτυχώς, την ευθύνη της ανασυγκρότησης της χώρας την έχει ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης και οι κυβερνήσεις του. Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δοκιμάσει μια άλλη αντιπολίτευση, δημιουργική, γιατί η Ελλάδα δεν αντέχει να καταντήσει ιστορικά και πολιτικά ένα «κακέκτυπο ΠΑΣΟΚ».