Η ίδια η επένδυση στο Ελληνικό συγκεφαλαιώνει όλα τα προβλήματα που γεννά η λογική «νόμος είναι να μην στεναχωρηθεί ο επενδυτής». Πρώτα από όλα ξεκίνησε μέσα από μια από τις μεγαλύτερες αθετήσεις υποσχέσεων στη νεώτερη ιστορία: το έχουμε ξεχάσει, αλλά ένα από τα επιχειρήματα, πολλά χρόνια πριν, για τη μεταφορά του αεροδρομίου στα Σπάτα ήταν ότι επιτέλους θα αποκτούσαμε ένα μεγάλο πάρκο, έναν «πράσινο πνεύμονα», για τους κατοίκους της Αττικής.
Τα χρόνια πέρασαν, η πίεση για να εισέλθει ζεστό χρήμα στο δημόσιο ήταν μεγάλη, το οικόπεδο ήταν «φιλέτο», η γραμμή άλλαξε και αποφασίστηκε να παραχωρηθεί η έκταση προς εκμετάλλευση. Έπρεπε να τροφοδοτηθεί, βλέπετε, και η μαύρη τρύπα του χρέους.

Έτσι, αντί για ένα μητροπολιτικό πάρκο, μας υποσχέθηκαν μια οικιστική ανάπτυξη τύπου… Ντουμπάι, με ουρανοξύστες, πολυτελείς κατοικίες, καζίνο κ.λπ. Και όλα αυτά πουλώντας κοψοχρονιά το μεγαλύτερο «οικόπεδο-φιλέτο» των Βαλκανίων. Όμως, όλα αυτά δεν ήταν αρκετά για τους επίδοξους επενδυτές, κοινώς τη σύμπραξη του Ομίλου Λάτση με αραβικά κεφάλαια. Ήθελαν το οικόπεδο «απαλλαγμένο υποχρεώσεων».

Τώρα, όποιος έχει χτίσει στην Ελλάδα ακόμη και 5 τετραγωνικά, ξέρει ότι πρέπει να προσέξει δύο ζητήματα: αυτό των αρχαιοτήτων και αυτό των ορίων των δασικών εκτάσεων. Και δικαιολογημένα… Γιατί υποτίθεται ότι θεωρούμε σημαντική την πολιτιστική κληρονομιά και ότι επιμένουμε να θεωρούμε δασικές εκτάσεις ακόμη και όσες καταπατήθηκαν –κι αυτά τα περιγράφει το άρθρο 24 του Συντάγματος.

Όμως, στην περίπτωση του Ελληνικού κάποιοι απλώς δεν θέλουν να υπάρχουν κανόνες. Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Παρότι η παραχώρηση της έκτασης του Ελληνικού είναι ήδη αποφασισμένη και ψηφισμένη, η όλη διαδικασία έχει μια ιδιαιτερότητα. Για να ολοκληρωθεί η παραχώρηση, πρέπει να μην υπάρχει καμία εκκρεμότητα για την έκταση. Έτσι λοιπόν αυτή τη στιγμή το Ελληνικό τυπικά παραμένει στην εταιρεία «Ελληνικό ΑΕ», μια τυπικά δημόσια εταιρεία, στην αρμοδιότητα του ΤΑΙΠΕΔ, που μετά θα παραχωρήσει την έκταση στους ιδιώτες. Ως τότε, βέβαια, χρήματα δεν έχουν δει τα δημόσια ταμεία.

Το Ελληνικό έχει άλλη μια ιδιαιτερότητα: η πρόοδος της ιδιωτικοποίησης έχει συμπεριληφθεί στα προαπαιτούμενα της επένδυσης. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ο επενδυτής μπορεί να εκβιάζει ανά πάσα στιγμή ότι… από την επένδυσή του εξαρτάται το αν η κυβέρνηση θα περάσει το σκόπελο της επόμενης αξιολόγησης κι αν η χώρα θα πάρει την επόμενη «δόση». Είναι λογικό ένας «επενδυτής» να έχει τέτοια δύναμη; Κι αν ναι, τότε τι θα ζητήσει;

Για αρχή αυτό που ζητάει είναι να μην τηρηθεί η αρχαιολογική νομοθεσία, η οποία ρητά λέει ότι όπου υπάρχουν σαφείς και τεκμηριωμένες ενδείξεις ότι υπάρχουν αρχαιότητες, η περιοχή κηρύσσεται ως αρχαιολογικός χώρος. Αυτό «προειδοποιεί» όποιον θέλει να χτίσει εκεί ότι μπορεί να βρει αρχαία. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα χτίσει αλλά ότι θα γίνουν ανασκαφές και ίσως κάποιες τροποποιήσεις στα σχέδια. Γνωρίζοντάς το μπορεί έως και να κάνει και όλους τους προϋπολογισμούς.

Άλλωστε, η πραγματικότητα είναι ότι εδώ και πολλά χρόνια η ανακάλυψη η αρχαιοτήτων δεν σημαίνει ακύρωση της «επένδυσης». Αυτό έχει γίνει δεκάδες φορές, όντως σημαίνει σε κάποιες περιπτώσεις παραπάνω χρόνο και κόστος, αλλά ας μην γελιόμαστε, στο τέλος μια χαρά κέρδος έχουν και οι εργολάβοι και όσοι διαχειρίζονται τα έργα. Ούτε το Μετρό της Αθήνας, ούτε οι μεγάλοι αυτοκινητόδρομοι, ούτε το Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος καταστράφηκαν επειδή έγιναν ανασκαφές. Αυτό θα πει «επενδύσεις με κανόνες».

Αυτό, όμως, δεν αρέσει. Όχι μόνο στον ίδιο τον μελλοντικό επενδυτή, αλλά και όσους θέλουν να αλλάξουν οι κανόνες (κοινώς να καταργηθούν…) για τις επενδύσεις από εδώ και πέρα. Ουσιαστικά, η εταιρία ζητά να της δώσουν την έκταση «καθαρή» χωρίς καμιά υποχρέωση ούτε για τα αρχαία ούτε για τη δασική έκταση. Και απαιτούν αυτή την παραβίαση της νομοθεσίας να την αποδεχτεί το δημόσιο και να τη θεσπίσει από τώρα.

Έτσι, μια ολόκληρη κουστωδία που ξεκινά από τα στελέχη της «Ελληνικό ΑΕ» και φτάνει σε ένα φάσμα από παράγοντες, «συμβούλους», υποψήφιους εργολάβους κι υπεργολάβους, που πιέζει σε αυτή την κατεύθυνση. Από κοντά και ένας ολόκληρος προπαγανδιστικός μηχανισμός που επαναλαμβάνει μονότονα ότι «μπλοκάρουν τα έργα», «χάνεται η επένδυση», «η γραφειοκρατία πνίγει την ανάπτυξη». Ρίξτε μια ματιά στον Τύπο σήμερα και θα καταλάβετε. Κανένας, όμως, δεν ρωτάει «θέλουμε ανάπτυξη με παρανομία;».

Το χειρότερο είναι ότι όλα αυτά τα έχει επιτρέψει ήδη η ίδια η κυβέρνηση. Και δεν αναφερόμαστε μόνον στην αρμόδια υπουργό κ. Κονιόρδου αλλά και στον «προστάτη των επενδυτών» Αλέκο Φλαμπουράρη, που φέρεται να μη δίνει σημασία σε νόμους και κανόνες, προκειμένου να φαίνεται ότι προχωρούν οι «επενδύσεις», ακόμη κι αν αυτά που κάνουν είναι αντίθετα με την νομοθεσία και το Σύνταγμα.

Το «να φαίνεται» δεν το λέμε τυχαία. Γιατί υπάρχει κι άλλη μια –παρόμοια- υπόθεση που ταράζει τον ύπνο της κυβέρνησης: η υπόθεση τηλεοπτικές άδειες. Κι εκεί ο Νίκος Παππάς πίστεψε ότι μπορεί να προχωρήσει το σχέδιό του, αλλά λογάριασε χωρίς το Συμβούλιο της Επικρατείας. Από τότε, όταν η κυβέρνηση ακούει προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, παθαίνει αλλεργία.

Και στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων ήταν σαφής: περιέγραψε τη νόμιμη διαδικασία και προανήγγειλε ότι οποιαδήποτε παρέκκλιση από αυτήν θα αντιμετωπιστεί με προσφυγές στη δικαιοσύνη. Νομικές πηγές λένε, άλλωστε, ότι είναι τόσες οι παρατυπίες της Υπουργού Πολιτισμού Λ. Κονιόρδου και του ΤΑΙΠΕΔ, που θα είναι αρκετά εύκολο το έργο να «κολλήσει» για πολλά χρόνια στο ΣτΕ.

Τι θα κάνει τώρα η κυβέρνηση; Η υπόθεση της El Dorado έδειξε ότι κάποιοι «επενδυτές» βλέπουν τη χώρα μας σαν μία χώρα χωρίς κανόνες, στην οποία μπορούν να παίρνουν ό,τι ζητήσουν, αρκεί να εκβιάσουν. Η κυβέρνηση έχει μια ευκαιρία ακόμη να δείξει αν όντως θέλει «επενδύσεις με κανόνες», όπως η ίδια λέει. Διαφορετικά, θα αποδεχτεί ότι τα όσα λέει τώρα είναι λεονταρισμοί χωρίς αντίκρισμα.