Δεν έχω διάθεση να ασχοληθώ με την επαγγελματική του διαδρομή στην επικοινωνία –σ’ αυτόν χρωστάμε το σύνθημα «Ζήσε το μύθο σου στην Ελλάδα», που τόσα χρόνια μετά παράταιρο εάν αναλογιστούμε τον εφιάλτη που περάσαμε έκτοτε–, ούτε με τις πολιτικές θέσεις που κατά καιρούς υιοθετεί, συνήθως με τη μορφή μεγαλόστομων συνθημάτων για την επανάσταση που χρειαζόμαστε κτλ. Με αυτά ας ασχοληθούν οι αρμόδιοι του «ρεπορτάζ Κεντροαριστεράς».

Κοιτάζοντας, όμως, την επιστολή με την οποία ο κ. Τζιώτης ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του, δυο λέξεις σαν σε λούπα ξύπνησαν μέσα μου μνήμες: «Νέα Ελλάδα».

Λίγοι πια θυμούνται την υπόθεση με το site neallada.gr. Τότε, στο όχι και τόσο μακρινό 2014, ο ΣΥΡΙΖΑ ετοιμαζόταν για τις διπλές εκλογές, για δήμους, περιφέρειες και το ευρωκοινοβούλιο, αλλά και για την εξουσία, με τις διάφορες τάσεις και συνιστώσες να προετοιμάζονται για την ώρα που ένα μέχρι πρότινος μικρό ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα θα αναλάμβανε τη διακυβέρνηση της χώρας. Ο Νίκος Παππάς, εκείνη την εποχή ο στενότερος σύμβουλος του Αλέξη Τσίπρα, και ο άνθρωπος που έλεγχε το όλο και πιο ισχυρό «γραφείο προέδρου» επιλέγει να συνεργαστούν με «επαγγελματίες της επικοινωνίας».

Ο Δημήτρης Τζιώτης αναλαμβάνει το διαφημιστικό μέρος της εκστρατείας. Στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν επιτυχία το γεγονός ότι «κλέβει» το domain name neaellada.gr, παρότι ήταν ο Αντώνης Σαμαράς αυτός που είχε ρίξει το σύνθημα «Νέα Ελλάδα» – «η νέα Ελλάδα δεν είναι ένα σύνθημα. Είναι μια πραγματικότητα που ήδη γεννιέται γύρω μας» θα πει σε συνέντευξή του – και μάλιστα το σκεφτόταν και ως πιθανό όνομα για τη μετεξέλιξη της Νέας Δημοκρατίας. Το site στήνεται και τη διεύθυνσή του αναλαμβάνει ο Δημήτρης Μπεκιάρης, δημοσιογράφος με σχετικά σύντομη διαδρομή μέχρι τότε, που σήμερα διευθύνει την ιστοσελίδα periodista.gr η οποία ειδικεύεται στην προπαγάνδα ΣΥΡΙΖΑ. Είναι η εποχή που ο Νίκος Παππάς προσπαθεί να στήσει έναν παράλληλο επικοινωνιακό μηχανισμό μέσα από μικρά site που όμως μπορούσαν με κραυγαλέο τρόπο να βγάζουν τη «γραμμή».

Το neaellada.gr δεν πάει ιδιαίτερα καλά. Τα κείμενα που ανεβαίνουν δεν είναι και τόσο εμπνευσμένα και κυρίως η ιστοσελίδα δεν κατορθώνει να διεισδύσει στο κοινό των νέων μέσων, κοινό στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ιδιαίτερη απήχηση ήδη από τις προηγούμενες εκλογές. Επιπλέον, ο τόνος και το ύφος ξενίζουν τον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως τον οργανωμένο, καθώς δεν παρέπεμπε σε έναν ριζοσπαστικό αριστερό σχηματισμό. Τα πράγματα δεν βοηθά το γεγονός ότι ο Μπεκιάρης εμπλεκόταν παράλληλα σε διάφορες κόντρες με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ στα κοινωνικά δίκτυα (ας μην ξεχνάμε ότι είναι η εποχή που η ελληνική πολιτική σκηνή ανακαλύπτει τα... αμένσιοτα).

Όμως, το πιο βασικό δεν ήταν αυτό. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είχε μαζικοποιηθεί, αλλά λειτουργούσε με βάση τις παραδόσεις της Αριστεράς. Οι αποφάσεις έπρεπε να συζητιούνται στα κομματικά όργανα ακόμη και αν αυτό σήμαινε «διαπραγματεύσεις» ανάμεσα στις τάσεις. Δεν ήταν, δηλαδή, στοιχείο της παράδοσης του ΣΥΡΙΖΑ τα αυτονομημένα επιτελεία γύρω από τον «αρχηγό» που αποφασίζουν «εν λευκώ». Η προσπάθεια του Νίκου Παππά να φέρει νέα ήθη και να συγκεντρώσει μεγάλη εξουσία συναντά αντιδράσεις. Οι γκρίνιες πληθαίνουν (υπάρχουν και προβλήματα με διάφορες αυτοδιοικητικές υποψηφιότητες) και ο «βαθύς» ΣΥΡΙΖΑ αναζητά αφορμή για να συγκρουστεί μαζί του.

Η υπόθεση «Νέα Ελλάδα» γίνεται έτσι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι. Και μία από τις αφορμές για να αποκτήσουμε μια νέα πολιτική τάση που έκτοτε επανέρχεται συχνά στο προσκήνιο: την τάση των «53» (σήμερα «53+»).

Τον Ιούνιο του 2014, λίγο μετά τις εκλογές, εμφανίστηκε ένα κείμενο 53 στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ (μέλη ΚΕ, βουλευτές, υποψήφιοι ευρωβουλευτές) με τίτλο «Από τη νίκη στην ανατροπή: Για τις εκλογές και την επόμενη μέρα του ΣΥΡΙΖΑ». Οι υπογραφές περιλάμβαναν όλο το φάσμα της κινηματικής και δικαιωματικής πτέρυγας της μέχρι τότε «προεδρικής πλειοψηφίας» του ΣΥΡΙΖΑ. Ξεχωρίζουν οι υπογραφές τριών σημερινών υπουργών (Τσακαλώτος, Χαρίτσης, Φωτίου), της σημερινής αντιπροέδρου της Βουλής (Τ. Χριστοδουλοπούλου), αρκετών σημερινών βουλευτών (Θ. Δρίτσας, Γ. Κυρίτσης, Α. Σταμπουλή, Μ. Μπαλαούρας, Χ. Παπαδόπουλος, Χ. Μαντάς), της διευθύντριας του γραφείου του πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη Κ. Νοτοπούλου, της σημερινής εκπροσώπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Ρ. Σβίγκου, όπως βέβαια και στελεχών που αργότερα θα αποχωρήσουν (Η. Διώτη, Τ. Κορωνάκης, Μ. Μπαρσέφσκι κ.ά.).

Οι υπογράφοντες δεν μάσαγαν τα λόγια τους για την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στην προεκλογική εκστρατεία: «Δεν είμαστε ενθουσιασμένοι, για παράδειγμα, με το δημόσιο λόγο του κόμματος, ιδίως κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, γιατί πολλές φορές δανειστήκαμε το λόγο του αντιπάλου (ενίοτε και τα συνθήματα, όπως με το neaellada.gr), θεωρώντας εσφαλμένα ότι έτσι γινόμαστε πιο λαϊκοί, πιο διεισδυτικοί και πιο ασφαλείς έναντι της δεξιάς και ακροδεξιάς δημαγωγίας. Στην πραγματικότητα, με έναν τέτοιο λόγο πετυχαίνουμε ακριβώς το αντίθετο: να αφήνουμε τον κόσμο μας ιδεολογικά και πολιτικά απροετοίμαστο μπροστά στον κυρίαρχο λόγο και να φαινόμαστε ως καρικατούρα του ΠΑΣΟΚ της λαϊκομετωπικής περιόδου».

Ακόμη πιο έντονη ήταν η κριτική τους για την κατάσταση στον τρόπο διαχείρισης των αποφάσεων: «Το ίδιο ισχύει, εξάλλου, και για τους “τεχνικούς” της εξουσίας, είτε στην εκδοχή τοπικών παραγόντων είτε σε εκείνη των ανώτερων διαμεσολαβητών ισχύος, από την αποκοπή του γραφείου του προέδρου ως τους απίθανους συμβούλους και την εκ μέρους τους ωμή περιφρόνηση των αξιών της Αριστεράς, όπως καταγράφηκε στις περιπτώσεις Καρυπίδη και Σαμπιχά».

Παρότι οι τόνοι θα είναι έντονοι, η προοπτική της εξουσίας αποδείχτηκε τελικά συνεκτικό στοιχείο. Σε αυτό βοήθησαν και κάποιες διορθωτικές κινήσεις, όπως η διακοπή της συνεργασίας με τον κ. Τζιώτη και η ανάθεση της προεκλογικής εκστρατείας του 2015 σε κομματικά στελέχη, αλλά και η απροθυμία της τότε Αριστερής Πλατφόρμας να συμπήξει κοινό αντιπολιτευτικό πόλο. Άλλωστε, έναν χρόνο αργότερα, θα έρθει το δημοψήφισμα, το τρίτο μνημόνιο και η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ ως μνημονιακού κόμματος πλέον. Κοινώς κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι, ακόμη και εάν οι σημερινοί «53+» κατά καιρούς υπενθυμίζουν στα γραπτά τους «αριστερές αρχές» που μικρή σχέση έχουν με την ίδια την πρακτική τους στα υπουργεία που διαχειρίζονται. Και ο κ. Τζιώτης σήμερα δοκιμάζει ξανά την τύχη του στον φυσικό του χώρο.