Η υπαγωγή της Ελλάδας σε διεθνή οικονομικό έλεγχο με συμμετοχή του ΔΝΤ, που αποτέλεσε το 2010 αναγνώριση χρεοκοπίας των δημόσιων οικονομικών της χώρας, έφερε, ως γνωστόν, στην πολιτική σκηνή δραματικές μεταβολές. Ουσιαστικά, ο εσωτερικός πολιτικός χάρτης έγινε κομμάτια και σημειώθηκαν ριζικές αλλαγές στις σχέσεις της ελληνικής κοινωνίας με τα «κατεστημένα» πολιτικά κόμματα. Σήμερα, ύστερα από τέσσερις εκλογικές μάχες, την περίοδο 2012-2015, ελάχιστα πράγματα θυμίζουν την κοινωνία, το πολιτικό σκηνικό και τους συσχετισμούς δυνάμεων του 2009, τελευταίας προμνημονιακής χρονιάς.

Τώρα, ο κοινωνικός ιστός είναι σπασμένος σε πολλά σημεία του και στην πολιτική σκηνή κυριαρχούν δύο κόμματα: ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα νεο-αριστερό κόμμα, με ΕΑΜικές φαντασιώσεις, γέννημα της μεγάλης κρίσης, και μια ισχυρή «συστημική», αστική κεντροδεξιά παράταξη, η 45χρονη Νέα Δημοκρατία, που έστω και μετά κόπων διατήρησε την εσωτερική συνοχή της, αλλά δεν διαθέτει, βεβαίως, τις δυνάμεις του παρελθόντος. Γύρω τους, μικρά κόμματα, που επιμένουν να αναζητούν αστικά ακροατήρια, συρρικνώνονται και απειλούνται από αφανισμό. Η Ενωση Κεντρώων, το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, το ΚΙΔΗΣΟ, η ΔΗΜ.ΑΡ. δέχονται τη συνθλιπτική πίεση των ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. Δίπλα σε αυτά, το «σκληρό» δεξιό κόμμα των ΑΝ.ΕΛ. ελάχιστη απήχηση μπορεί να έχει πλέον σε αστικά ακροατήρια, καθώς οι ασυνάρτητες επιλογές και συμπεριφορές της ηγεσίας του το οδήγησαν σε απαξίωση και σε κατάσταση διαλυτική.

Τώρα, στο «μετα-μνημονιακό» σκηνικό, ο τέλεια «εξημερωμένος» αριστερός ΣΥΡΙΖΑ εκδηλώνει «κεντροαριστερές» ορέξεις, εκτιμώντας ότι δεν έχει να περιμένει εξ αριστερών κέρδη, ενώ η Νέα Δημοκρατία εκτιμά από την πλευρά της ότι φυσιολογικά θα κερδίσει μέρος των απογοητευμένων «ορφανών» τής υπό πτώχευση Κεντροαριστεράς και των απελπισμένων σήμερα ΑΝ.ΕΛ. του 2015. Είναι όμως σημαντικό ότι και τα δύο εν λόγω κόμματα καλούνται πλέον εκ των πραγμάτων να πολιτεύονται για λογαριασμό της πολύ κουρασμένης ελληνικής κοινωνίας μέσα σε έναν στενό, περιφραγμένο χώρο: σε αυτόν που ορίζεται από τις υποχρεώσεις της Αθήνας έναντι των ξένων δανειστών, οι οποίοι συνεχίζουν να επιβλέπουν αυστηρά και με τη δυνατότητα επιβολής «ποινών» την πορεία των οικονομικών στοιχείων της παραγωγικά αδύναμης Ελλάδας. Δεν φαίνεται να απασχολεί, όμως, τους πρωταγωνιστές της σημερινής «μάχης κορυφής» η υπόθεση των οικτρών συνεπειών που ήδη προκύπτουν από τον παραπάνω ασφυκτικό περιορισμό και από τους βίαιους μετασχηματισμούς της κοινωνίας των «μνημονιακών» χρόνων.

Την ώρα, λοιπόν, που Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ συγκρούονται θορυβωδώς στο κέντρο της πολιτικής σκηνής, ένας σκοτεινός χώρος περιθωρίων, «γκρίζος», εκτός διπολισμού, αλλά πολύ κοντά του, παίρνει διαστάσεις στην κοινωνία. Ο χώρος αυτός συγκεντρώνει πολλά στοιχεία. Ξεκινά από την εντός Βουλής νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, φέρνει σε επαφή σκόρπιες «μαύρες» ομάδες ρατσιστών-φασιστών και «συλλογικότητες» με οργανωμένους «μπαχαλάκηδες» και αόρατα «αφεντικά» καθώς και με ομάδες τραμπούκων, δήθεν «αντιεξουσιαστών», που ασκούνται σε οδομαχίες, από Ελληνες και ξένους, όπως καλά γνωρίζουν οι Υπηρεσίες Πληροφοριών της χώρας.

Ολα τα στοιχεία αυτού του χώρου τροφοδοτούνται από τη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση, τη φτώχεια, την ανεργία και την απελπισία μίας νεολαίας χωρίς «αύριο», που προέρχεται από μια «λούμπεν» τάξη νεόπτωχων, ιδιαίτερα σε υποβαθμισμένες λαϊκές περιοχές των μεγάλων αστικών κέντρων. Πάνω από όλα αυτά βρίσκεται ένα κακής ποιότητας, ζαλισμένο κράτος, με πολιτικούς προϊσταμένους χαμηλών προσόντων, οι οποίοι όχι μόνον αδυνατούν να αναλύσουν την κατάσταση και τις παθογένειες της κοινωνίας, αλλά κάνουν και ό,τι το δυνατόν, θα έλεγε κανείς, για να επιδεινώνονται τα πράγματα και να διογκώνεται η «γκρίζα» περιοχή. Στο πλαίσιο της επιδείνωσης των πραγμάτων περιλαμβάνεται και η άνθηση ενός ένοπλου υποκόσμου, που κινείται μεταξύ «νύχτας» και βαρυποινιτών του Κορυδαλλού, καθώς και η αύξηση συμμοριών ληστών και διαρρηκτών, Ελλήνων και αλλοδαπών. Το ότι από όλο αυτό το «υλικό» μπορεί να προκύψει κάποια στιγμή μία «πολιτική εκπροσώπηση» της «μαύρης» Ελλάδας και η εμφάνιση «τεράτων» στη σκηνή δεν φαίνεται να απασχολεί την πολιτική τάξη που κατέχει ή διεκδικεί την εξουσία.