Tίποτε δεν είναι ανεξήγητο στην πολιτική, τίποτε δεν είναι στ’ αλήθεια απρόβλεπτο, απροσδόκητο, αναίτιο ή υπόθεση μιας κακής τύχης, μιας «γρουσουζιάς». Ο,τι κι αν συμβαίνει σε έναν πολιτικό στίβο, ό,τι μπορεί να μοιάζει σε μια πρώτη ματιά ασύνδετο με την πραγματικότητα, ξεκάρφωτο ή και παράλογο, είναι πάντοτε στοιχείο μιας λογικής σειράς πραγματικών στοιχείων, που απλώς δεν εκτιμήθηκαν, δεν διαβάστηκαν σωστά την ώρα που έπρεπε, δηλαδή στον σωστό πολιτικό χρόνο.

Σήμερα, παράγεται στην πολιτική σκηνή της χώρας μας μια κατάσταση που μοιάζει με κομφούζιο και γεννά στο ελληνικό κοινό ακόμη και ερωτήματα για το αν και κατά πόσο διατηρούν στοιχειώδη ψυχική ισορροπία και σώας τας φρένας ορισμένοι προβεβλημένοι πολιτικοί. Διότι οι θεσμικές παρεκτροπές, οι μανιασμένοι καυγάδες «κορυφής» και τα κομματικά παιδιαρίσματα, που υποχρεώνονται να παρακολουθούν σχεδόν καθημερινά οι πολίτες, δίνουν την εντύπωση ότι τα συμβαίνοντα βρίσκονται εντελώς εκτός πολιτικής λογικής και σχετίζονται με συναισθηματικά ξεσπάσματα ανθρώπων χαμηλών αντοχών για το άθλημα της πολιτικής.

Η σημερινή ποιότητα λειτουργίας του πολιτικού συστήματος έχει προκύψει από προηγούμενες συμπεριφορές, λάθη, κενά και παραλείψεις κατά μια λογική σειρά. Στην ουσία, «κομφούζιο» δεν υπάρχει. Υπάρχουν μόνο οι συνέπειες από όσα προηγήθηκαν. Αναπόφευκτες οι ζημίες. Οσα δυσάρεστα και άσχημα συμβαίνουν, λοιπόν, σήμερα στο εσωτερικό μέτωπο εμποδίζουν όχι μόνο το άνοιγμα δρόμων για παραγωγική ανασυγκρότηση, αλλά και τη διατύπωση μίας εθνικής θέσης με στρατηγικό βάθος και ευρεία πολιτική στήριξη στις μεγάλες υποθέσεις εξωτερικής πολιτικής της χώρας.

Οι υποθέσεις αυτές, που συνδέονται άμεσα με σοβαρά ζητήματα εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας, αλέθονται στη ρουτίνα μιας άρρωστης εσωτερικής «επικαιρότητας», που καταπίνει τα ουσιώδη και αποθεώνει τα ασήμαντα και τα βλαβερά. Ετσι, τούτη την ώρα η πολιτική ηγεσία και γενικότερα, δυστυχώς, η πολιτική τάξη της χώρας, παραδομένη στα κομματικά πάθη της, δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει ενώπιον του ελληνικού κοινού με ψύχραιμο και καθαρό λόγο το εθνικό συμφέρον στην υπόθεση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Και, ακόμη χειρότερα, με τις έντονα διχαστικές ρητορείες τους, οι πολιτικοί σπρώχνουν μία κοινωνική πλειοψηφία σε σύγχυση και σε ακραίες «ερμηνείες» της υπόθεσης, της οποίας τα πραγματικά στοιχεία οι περισσότεροι κατά βάση αγνοούν. Πολλές οι ευθύνες πολλών, αλλά μέγιστη η ευθύνη της κυβέρνησης, που εξαρχής χειρίστηκε με άθλιο τρόπο την υπόθεση των Πρεσπών.

Σε αυτά τα θλιβερά οδηγεί φυσιολογικά η στέρηση μιας εθνικής στρατηγικής, με συνολική αντίληψη των γεωπολιτικών δεδομένων στο διεθνές περιβάλλον της χώρας. Σήμερα, κραυγές και ψίθυροι, αλήθειες και ψέματα για τις Πρέσπες στην πολιτική σκηνή. Ολα μαζί, «αχταρμάς» και μπερδεμένα με εσωτερικές «ισορροπίες», δημοσκοπήσεις, προεκλογικούς στόχους και «κόλπα» του πρωθυπουργού. Κι όμως, η εν λόγω συμφωνία είναι μια σημαντική, σύνθετη υπόθεση συμφερόντων και εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας, όπως κι αν θέλει να την προσεγγίσει ένα κόμμα ή ένας πολιτικός.

Δεν είναι βεβαίως η πρώτη φορά που μια σοβαρή υπόθεση εξωτερικής πολιτικής εξελίσσεται κατά τον τρόπο αυτό στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο. Τα ίδια είχαμε και κατά το παρελθόν τόσο με το «Μακεδονικό» όσο και με άλλα καίρια ζητήματα, όπως τα Ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό. Πάντοτε, οι υποθέσεις αυτές έριχναν «δυναμίτες» στην εσωτερική σκηνή και, φυσικά, έστελναν σε φίλους και αντιπάλους της χώρας στη διεθνή σκηνή δείγματα του τρόπου λειτουργίας της εξωτερικής πολιτικής των Ελλήνων.

Ετσι, με την Αθήνα σε διαρκή σύγχυση και με φαινόμενα πολιτικής υστερίας ακόμα και μέσα στο Κοινοβούλιο, αναπόφευκτα αισθάνονται ότι μπορούν να «επηρεάζουν» σήμερα σε βάθος τα ελληνικά πράγματα και στην υπόθεση του «Μακεδονικού» η Ουάσινγκτον, το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες.