Διαβάζοντας τα όσα ειπώθηκαν στα Συνέδρια των ελληνικών κομμάτων τον τελευταίο καιρό, διαπιστώνει κανείς την απουσία πολιτικών νεωτερισμών, καθώς και προσπάθειες πρόκλησης ποικίλων εντάσεων για τη διασφάλιση της εσωτερικής συνοχής τους. Διαπιστώνει επίσης κανείς τις προβολές μιας εικόνας «φρεσκαρίσματός» τους, που θα τα έφερνε πιο κοντά στα προβλήματα της ασθμαίνουσας ελληνικής κοινωνίας.

Επί της ουσίας, η μετασυνεδριακή κατάσταση των κομμάτων δεν έχει προσφέρει σε επίπεδο πολιτικής παραγωγής τίποτε που να μη γνώριζαν οι Έλληνες πολίτες προηγουμένως. Είναι μάλλον ξεκάθαρο ότι τα ελληνικά κόμματα εξουσίας δεν μπορούν ούτε και σήμερα να απαλλαγούν από εμμονές σε στυλιζαρισμένες «θέσεις» και από φαινόμενα εσωστρέφειας, που δεν τους επιτρέπουν να αναπτύξουν την πολιτική σκέψη τους.

Ιδιαιτέρως σήμερα, δε, είναι εξαιρετικά δυσάρεστο ότι η νοοτροπία αυτή δεν αφήνει τις πολιτικές δυνάμεις να ασχοληθούν σοβαρά και με στρατηγική αντίληψη με τα τεράστια προβλήματα που έχουν δημιουργήσει ένα διεθνές χάος μετά τη στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αυτή την ώρα, τα πολιτικά κόμματα αναπόφευκτα μετρούν τις οικονομικές ζημιές που εδώ και μήνες βασανίζουν τα δημόσια οικονομικά και την κοινωνία. Όμως, σήμερα συμβαίνουν και εξελίξεις που αλλάζουν δραματικά τις ενεργειακές σχέσεις Ευρώπης - Ρωσίας και την οικονομική κατάσταση των ευρωπαϊκών χωρών, ενώ προκαλούν νευρικές κρίσεις στην Ε.Ε. και φέρνουν στο κέντρο της «Γηραιάς ηπείρου» κυρίαρχη την ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών, που δίνει πλέον «γραμμή» στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και υπογραμμίζει με έμφαση τη στρατιωτική δύναμη του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη.

Η ελληνική ηγεσία μπορεί να βρέθηκε από τον περασμένο Φεβρουάριο στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας», που γράφεται μέσα από την κόλαση της Ουκρανίας, μπορεί να μην αμφισβητείται η απόλυτη στρατιωτική σύμπλευσή της με τις ΗΠΑ από την αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά αυτή η επιλογή δεν σημαίνει ότι οδηγεί «εγγυημένα» σε ηρεμία τις υποθέσεις εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας. Αντίθετα, μάλιστα, αυτή την περίοδο οι εξελίξεις έχουν ενισχύσει στην ευρύτερη περιοχή μας τη γεωπολιτική θέση της ισλαμικής Τουρκίας και έχουν φέρει πάλι στην επιφάνεια το ενδιαφέρον της Δύσης για την υπόθεση των ενεργειακών κατανομών στην Ανατολική Μεσόγειο.

Σ’ αυτό το «κλίμα», τα πράγματα έχουν ήδη οδηγηθεί σε ενίσχυση των τουρκικών απαιτήσεων για αφοπλισμό των ελληνικών νησιών στο Ανατολικό Αιγαίο και σε υπόγειες πιέσεις προς την Αθήνα από τον «διεθνή παράγοντα» για επίδειξη «κατανόησης» των τουρκικών θέσεων και στο Αιγαίο και στην Κύπρο, όπου η Άγκυρα ήδη «κτίζει» ξεχωριστό κράτος στα κατεχόμενα εδάφη.

Και όλα τούτα συμβαίνουν παρότι είναι διαπιστωμένη η γεωστρατηγική αξία της Ελλάδας για τη συμμαχία της Δύσης, πράγμα που όμως διόλου δεν ακυρώνει τη «στρατηγικά πολύτιμη» για το ΝΑΤΟ Τουρκία.

Τα στοιχεία των αλλαγών που συντελούνται σήμερα στο διεθνές περιβάλλον της χώρας μας και στις διεθνείς σχέσεις της με χώρες εντός και εκτός Ευρώπης απασχολούν παράγοντες της ελληνικής διπλωματίας, διεθνολόγους και πολιτικούς αναλυτές, που δημοσιεύουν τις απόψεις τους. Αλλά, με ελάχιστες προσωπικές εξαιρέσεις πολιτικών, αυτά τα μείζονος εθνικής σημασίας θέματα δεν φαίνεται να απασχολούν ιδιαιτέρως τα κομματικά επιτελεία και δεν ταράζουν τους καθημερινά προβαλλόμενους από τα ΜΜΕ «αστέρες» τους, που προτιμούν να καταναλώνουν λόγια και ενέργεια μόνο για ζητήματα «εσωτερικής καύσεως».

Καλά και χρήσιμα για τα κόμματα, λοιπόν, τα Συνέδρια, αλλά τα πληκτικά «κλισέ», που συνεχώς παράγονται από πολιτικά πρόσωπα σχετικά με τις εξελίξεις στην Ουκρανία και τα οικονομικά της χώρας, τίποτε δεν προσφέρουν στην αδύναμη οικονομία μας και στην ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας. Ούτε βοηθούν και την πάσχουσα κοινωνία μας, που ήδη κλονίζεται σοβαρά εξαιτίας αποφάσεων που λαμβάνονται από εταίρους και συμμάχους μας, οι οποίοι βρίσκονται κι αυτοί «στη σωστή πλευρά της Ιστορίας». Μήπως είναι, λοιπόν, η ώρα να αντιμετωπίσουν σοβαρά τα κόμματα τις διεθνείς εξελίξεις;

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 14 Μαΐου 2022