Ο ουρανός σκοτεινιάζει στην Ευρώπη και στον κόσμο και οι άνεμοι του πολέμου που σάρωσαν την Ουκρανία απειλούν να σπάσουν το κανονικό πλαίσιο λειτουργίας των διεθνών σχέσεων της Δύσης με τις ισχυρές δυνάμεις της Ανατολής σε συνθήκες οικονομικής «παγκοσμιοποίησης». Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ όχι μόνο «σημαδεύουν» τη Μόσχα, αλλά τοποθετούνται αυστηρά με απειλές «κυρώσεων» απέναντι σε κάθε τρίτη δύναμη που θα ενίσχυε στο εξής τη Ρωσία του Πούτιν, ξεκινώντας από την Κίνα. Στις διεθνείς μεταβολές που τείνουν να διαμορφώνουν μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, ρόλους αξιοπρόσεκτους παίζουν ήδη ισχυρές περιφερειακές δυνάμεις, όπως το Ισραήλ, η Αίγυπτος, το Ιράν και οι αραβικές χώρες του Κόλπου. Σε αυτό το πυρακτωμένο διεθνές σκηνικό, η Ελλάδα έχει τη δική της γεωπολιτική θέση, τοποθετημένη στο σύστημα ασφαλείας του στρατοπέδου της Δύσης, στο οποίο «ανήκει» οργανικά από τη λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.

Όμως, οι εξελίξεις «τρέχουν» και παράγουν συνθήκες και προϋποθέσεις για μεταβολές στον παγκόσμιο χάρτη των διεθνών σχέσεων. Η Ελλάδα δεν κινδυνεύει, βεβαίως, να βρεθεί ξαφνικά σε στρατηγικό κενό, αλλά δίπλα της η σύμμαχός της στο ΝΑΤΟ Τουρκία κινείται δραστήρια και πάντοτε με τυχοδιωκτικά ρίσκα, για μια καλύτερη θέση στο μεταβαλλόμενο διεθνές σκηνικό. Και η Άγκυρα φροντίζει ακόμα και σήμερα, με το δράμα της Ουκρανίας σε εξέλιξη, να δείχνει ότι θεωρεί πως η «βελτίωση» της θέσης της περιλαμβάνει και την πρόκληση ζημιών σε ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό σημαίνει ότι η Αθήνα, όσο κι αν συμμετέχει στις πολιτικές του Δυτικού Μπλοκ απέναντι στη Ρωσία, και εκεί στρέφει σήμερα το ενδιαφέρον της, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να βάλει σε δεύτερη μοίρα την «τουρκική» πολιτική της.

Στη «νέα παγκόσμια τάξη», που ήδη διαφαίνεται στον ορίζοντα, η ελληνική πολιτική ηγεσία δεν πρέπει να αντιδράσει θετικά στις παρασκηνιακές προτροπές του «διεθνούς παράγοντα» για ουσιαστικές συζητήσεις «κατανομών» με την Τουρκία, όσο αυτή παραμένει «αναθεωρητική» και επιμένει να κινείται πολεμοχαρώς, εκτός διεθνούς νομιμότητας και με περιφρόνηση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας.

Με δεδομένη την «εμπειρία Πούτιν», την οποία βιώνουν με έντονη συναισθηματική και πολιτική φόρτιση Αμερικανοί και Ευρωπαίοι, και με δεδομένο ότι οι ηγεσίες της Δύσης αποδοκιμάζουν κατηγορηματικά και χωρίς «αστερίσκους» τη στρατιωτική εισβολή του «αναθεωρητικού» Ρώσου ηγέτη στην Ουκρανία, ως απολύτως αντίθετη με τις δημοκρατικές και ανθρωπιστικές αρχές και αξίες του πολιτικού πολιτισμού που υιοθετεί η Ευρωατλαντική Συμμαχία, δεν είναι δυνατόν πλέον να δέχονται ως συμβατή με όλα αυτά τη συμπεριφορά του αυταρχικού Ταγίπ Ερντογάν, που ως μεγαλομανής απόγονος των σουλτάνων της Αυτοκρατορίας των Οθωμανών θέλει να «διορθώσει» την Ιστορία με πολεμικές απειλές προς την Ελλάδα.

Αν η Ελλάδα ορθώς ψηφίζει «με τα δύο χέρια» τις κυρώσεις κατά του Πούτιν, τι θα έχει να πει προσεχώς η ελληνική κυβέρνηση στις διασκέψεις της Ε.Ε., που έχει ήδη καταγράψει τις τουρκικές παρανομίες σε επίσημα κείμενά της; Τι θα πει και στις συνομιλίες της με την Ουάσινγκτον για τις «απαντήσεις» που θα έπρεπε να δοθούν στον Ερντογάν, ο οποίος εισβάλλει στρατιωτικά σε τρίτες χώρες, βρίζει κάθε τόσο τη Δύση και τους Ευρωπαίους (πλην Γερμανίας) και «γράφει» στα παλιά του τα παπούτσια έως και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ; Η Αθήνα δεν μπορεί να αποδεχθεί στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. οποιαδήποτε «αναθέρμανση» σχέσεων Ε.Ε. - Τουρκίας, όσο η Άγκυρα διατηρεί την επιθετική, «αναθεωρητική» πολιτική της και τις στρατιωτικές απειλές που τη συνοδεύουν σε βάρος δύο χωρών της Ενωσης. Μένει, βέβαια, να διαπιστωθεί και σε ποιον βαθμό η ελληνική κυβέρνηση συμμερίζεται τους «μετριοπαθείς» των Αθηνών, που εκτιμούν ότι το ουκρανικό ζήτημα προσφέρει εκ πλαγίου στην Ελλάδα σπουδαίες «ευκαιρίες» για συμβιβαστικό ρεαλισμό με την Τουρκία.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 2 Απριλίου 2022