Δεν πρέπει να προκαλεί απορίες ή να αιφνιδιάζει η συμπεριφορά του Βερολίνου, το οποίο αρνείται την ενεργοποίηση μέτρων για ενίσχυση των κρατών-μελών της Ε.Ε. που πλήττονται οικονομικά από τη λαίλαπα του κοροναϊού. Η σημερινή, αλγεινή συμπεριφορά της κυρίας Μέρκελ προς τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου δένει αρμονικά με την περί «ενωμένης» Ευρώπης αντίληψη των γερμανικών «ελίτ» από τη δεκαετία του ’30. Σε χρόνο ακμής και αυταρέσκειας της Γερμανίας του Αδόλφου Χίτλερ, ο υπουργός του των Οικονομικών, Βάλτερ Φουνκ, υποστήριζε πως «νομισματική ένωση μπορεί να προβλεφθεί μόνο με μια χώρα που έχει παρόμοιο επίπεδο με το δικό μας». Για «ενωμένη Ευρώπη» ρητόρευσε και ο Γκέμπελς. Και ο Φον Ρίμπεντροπ μιλούσε για τη «Μείζονα Γερμανία», η οποία «θα αποτελούσε το πολιτικό και οικονομικό κέντρο του συστήματος, με τους γείτονες Ολλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Δανία, Νορβηγία ενσωματωμένους στον πυρήνα». Πόσο μακριά από όλα αυτά είναι τώρα το Βερολίνο; Η σημερινή Γερμανία κοροϊδεύει την υπόθεση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, την ιδέα κα τη θεσμική προαγωγή της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης». Αξιοποιεί τώρα κυνικά υπέρ αυτής τη σταδιακή μετατροπή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε έναν απρόσωπο, γραφειοκρατικό μηχανισμό παραγωγής οικονομικών αποφάσεων πρώτιστα για λογαριασμό της γερμανικής οικονομίας και της βιομηχανικής ισχύος της. Προηγουμένως, με το Μάαστριχτ και τα συμφωνηθέντα περί ευρωζώνης, η Γερμανία είχε ξεκινήσει αθόρυβα, με τον Φρανσουά Μιτεράν κοιμώμενο, την πορεία για μια εκδικητική «επάνοδο» απέναντι σε όλους εκείνους που έβλεπαν το 1945 τη συντριβή της ολιγόχρονης χιτλερικής αυτοκρατορίας.

Το Βερολίνο κλείνει τον ιστορικό κύκλο της «τάξης» που παρήγαγε για όλους τους Ευρωπαίους μεταπολεμικά το «κονσέρτο» των νικητών του Β’ Παγκοσμίου
Σήμερα, το Βερολίνο, ως οικονομικός «ηγεμών» της Κεντρικής Ευρώπης, απαλλαγμένος και από τους Βρετανούς, φαίνεται να το απολαμβάνει «τηγανίζοντας» Γάλλους, Ιταλούς, σπανούς και γενικώς τους πάσχοντες εταίρους της Ε.Ε. Η κ. Μέρκελ δικαιώνει τον Βάλτερ Φουνκ. Και φυσικά δεν σκέπτεται πού μπορεί ενδεχομένως να οδηγήσει πάλι τη χώρα της αυτή η «γερμανική ροπή προς τη σαγήνη της εξουσίας», στην οποία αναφερόταν ανήσυχος το 2013 ο Χέλμουτ Σμιτ. Η συμπεριφορά του Βερολίνου, σε σχέση άμεση και με τη γενικότερη κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σηματοδοτεί το κατ’ ουσίαν τέλος του εγχειρήματος της Ενωμένης Ευρώπης.

Ένας νέος ιστορικός κύκλος διαγράφεται τώρα στον ευρωπαϊκό ορίζοντα. Το Βερολίνο κλείνει τον ιστορικό κύκλο της «τάξης» που παρήγαγε για όλους τους Ευρωπαίους μεταπολεμικά το «κονσέρτο» των νικητών του Β’ Παγκοσμίου. Η μεταπολεμική επιχείρηση για ενοποιητικές διαδικασίες στην Ευρώπη είχε στόχο την ευρωπαϊκή ανασυγκρότηση με αποκλεισμό του ενδεχόμενου ανάκτησης ισχύος από τη Γερμανία. Με τις ενοποιητικές διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας επιδιώχθηκε να μην υπάρξει συνέχεια στις συγκρούσεις μεταξύ περιφέρειας και Γερμανίας στο κέντρο. Εξαρτημένη, λοιπόν, μετά το 1945 από τις ΗΠΑ και τους Συμμάχους, ηθικά και πνευματικά κατεστραμμένη, χωρίς κύρος, με μολυσμένη την πολιτιστική της κληρονομιά, η Γερμανία θέλει τώρα «να πάρει πίσω το αίμα της» με οικονομικά εργαλεία του Μάαστριχτ. Η κυρία Μέρκελ εκπροσωπεί μια χώρα που δεν έχει καμία σχέση με την ευρωπαϊκή κουλτούρα της γερμανόφωνης Κεντρικής Ευρώπης που αφάνισε ο χιτλερισμός. Βλέποντας το κακό να πλησιάζει, ο μέγας συγγραφέας Γιόζεφ Ροτ έγραφε ήδη τη δεκαετία του ’20 πως η Γερμανία «έχει χάσει τον έλεγχο της σκέψης και της συνείδησης». Η αυτοεξορία των Γερμανών διανοουμένων τη δεκαετία του ’30 δεν άφησε πίσω της σχεδόν κανέναν σημαντικό διανοούμενο που να μην έχει εκτεθεί σε δοσοληψίες με ναζί. Σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση πληρώνει ακριβά τη χωρίς ασφαλιστική δικλίδα ενοποίηση των δύο Γερμανιών, το Μάαστριχτ και τη γρήγορη διεύρυνση της Ε.Ε. με χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ. Με τα σημερινά δεδομένα, η Ε.Ε. ως «Ένωση» μοιάζει με κακόγουστο ανέκδοτο.

Ο Γερμανός μέγας «εισπράκτορας» στην ευρωζώνη διασκεδάζει με τα περί ευρωπαϊκής «αλληλεγγύης» λόγια των Νοτίων. Εναπόκειται στη Γαλλία πρώτιστα και στην Ιταλία να «απαντήσουν» στη «Μείζονα Γερμανία» των χιτλερικών Φουνκ και Ρίμπεντροπ, τους στοχασμούς των οποίων «διαχειρίζεται» σήμερα, πατώντας στην ευρωζώνη, η κληρονόμος τους, κυρία Μέρκελ.