Tα αποτελέσματα των εκλογών της 7ης Ιουλίου 2019 άνοιξαν έναν νέο ιστορικό κύκλο, διότι υπέγραψαν το τέλος μιας εποχής και το ξεκίνημα μιας νέας. Με όρους πολιτικού χρόνου, η νίκη της κεντροδεξιάς Νέας Δημοκρατίας κλείνει την πρώτη δεκαετία πολιτικής διαχείρισης της οικονομικής κρίσης του 2010, που είχε πίσω της την κατάρρευση του παραγωγικού μοντέλου της μεταπολεμικής Ελλάδας.

Η κυβερνώσα Ν.Δ. θα διαχειριστεί το ξεκίνημα της δεύτερης δεκαετίας της κρίσης. Διότι η κρίση εξακολουθεί να είναι εδώ και είναι σαφές πλέον ότι η χώρα έχει άμεση ανάγκη υλοποίησης ενός σχεδίου εθνικής ανασυγκρότησης, με αναδιοργάνωση της παραγωγικής βάσης της. Μετά την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, που ήταν ο τελευταίος αποτυχών, με τη σειρά του, διαχειριστής της δεκαετίας, το έργο της νέας κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού, Κυρ. Μητσοτάκη, είναι από την πρώτη ώρα του εξαιρετικά δύσκολο.

Ο νέος πρωθυπουργός ήταν πλέον, εκ των πραγμάτων, «υποχρεωμένος» να διαδεχθεί στην πρωθυπουργία τον κ. Τσίπρα, που κατηφόριζε από καιρό, εξαντλημένος και κακότροπος, προς την απώλεια της εξουσίας. Ομως, θετικό είναι σήμερα ότι ο κ. Μητσοτάκης, ξεκινώντας, φαίνεται να έχει οργανωθεί σοβαρά για να δουλέψει η κυβέρνησή του επάνω σε νέες διαχειριστικές βάσεις και με συνείδηση ότι ακόμα η ελληνική κοινωνία έχει μια πολύ δύσκολη ζωή. Αλλωστε, το εκλογικό ποσοστό του ηττημένου κ. Τσίπρα τού στέλνει το «σήμα».

Τα ποσοστά που μοίρασε στα κόμματα το εκλογικό σώμα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Απέδειξαν ότι οι Ελληνες πολίτες, παρότι κουρασμένοι και σε σοβαρό βαθμό απογοητευμένοι από έργα, άγονες ρητορείες και συμπεριφορές πολιτικών κομμάτων και προσώπων, διατήρησαν καθαρό μυαλό στη μεγάλη πλειοψηφία τους. Τη σωστή ιστορική στιγμή πήραν την κυβερνητική εντολή από τον κουρασμένο και βεβαρημένο με λάθη ΣΥΡΙΖΑ και την έδωσαν στη Ν.Δ., που εμφανίζει μια νέα δυναμική, υποσχόμενη δομικές μεταρρυθμίσεις για επανεκκίνηση της «καθισμένης» εθνικής οικονομίας.

Εδωσαν οι πολίτες στον κ. Μητσοτάκη μια νίκη που ενισχύει σοβαρά τον αστικό πολιτικό κόσμο, μια απολύτως καθαρή νίκη, πλην όμως όχι και «εξοντωτική» των αντιπάλων του, έτσι ώστε οι τελευταίοι, ηττημένοι, να συγκροτούν μια υπολογίσιμη κοινοβουλευτική δύναμη, με «καταγεγραμμένη» κοινωνική βάση, που εξασφαλίζει μια δικομματική σταθερότητα σε μια κρίσιμη για την Ελλάδα ώρα. Δίπλα σε αυτά οι ψηφοφόροι πολίτες δικαίως κράτησαν «χαμηλά» μια ασυνάρτητη, χωρίς καθαρές θέσεις, «Κεντροαριστερά» (το ΠΑΣΟΚικό ΚΙΝ. ΑΛ.), έδωσαν στο πετρωμένο ΚΚΕ τα συνήθη «απαραίτητα» προς το ζην, απάλλαξαν τη Βουλή από άχρηστα μικρά κόμματα και από μια σειρά φαιδρά πρόσωπα και επιπλέον πέταξαν έξω από το Κοινοβούλιο το νεοναζιστικό κόμμα της Χ.Α. Και αυτό το τελευταίο είναι ιδιαιτέρως σημαντικό, όταν στις ευρωπαϊκές χώρες ανοίγουν το βήμα τους ελεεινές ακροδεξιές, φασιστοειδείς δυνάμεις.

Ποιος είπε, λοιπόν, ότι οι Ελληνες πολίτες δεν έχουν αξιόλογη πολιτική αντίληψη της «μεγάλης εικόνας» και δημοκρατική συνείδηση πιο ισχυρή από πολλούς Ευρωπαίους πολίτες; Βεβαίως, στην Ελλάδα είμαστε, οπότε δεν μπορούσε να μην έχει τα «φάλτσα» της και τούτη η υπόθεση. Οι γελοιοκράτες διατηρούν πάντοτε το ποσοστό τους στη Δημοκρατία μας. Ετσι, μπήκε στη Βουλή ως αρχηγός κόμματος από την πόρτα των Πρεσπών και κρατών ανά χείρας τις επιστολές του Ιησού Χριστού ο κ. Βελόπουλος. Αλλά και τα δύο μεγάλα κόμματα δεν παρέλειψαν να μας προτείνουν προεκλογικά διάφορα «απίθανα» πρόσωπα και τελικά να μας φέρουν στη Βουλή ακόμη και γελωτοποιούς από τον χώρο των μέσων ενημέρωσης.

Διακριτή είναι, κατά την άποψή μας, η περίπτωση του κ. Βαρουφάκη, που μάλλον θα ταράξει τα νερά του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή. Ο θεωρούμενος ως «φιγουρατζής» οικονομολόγος, που φορτώθηκε τις ατυχείς διαπραγματεύσεις με τους δανειστές το 2015, με εντολή του κ. Τσίπρα, φαίνεται ότι κέρδισε ψήφους «ριζοσπαστών», πρώην ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι θεωρούν ότι τον «πούλησε» άσχημα ο τότε αρχηγός του, για να κάνει τη γνωστή ιστορική «τούμπα» του.

Η συνέχεια θα δείξει αν οι «πρωτότυπες» ιδέες και προτάσεις που ήδη υπόσχεται ο κ. Βαρουφάκης θα προσφέρουν «σόου» ή θα έχουν κάτι θετικό να φέρουν στο Κοινοβούλιο.