Η παράφραση του Καβάφη είναι κάπως παραπλανητική αφού πριν από δύο χρόνια η «κάποια λύσις», όπως κρίθηκε εκ του αποτελέσματος δεν ήταν ο Γιάνης Βαρουφάκης, αλλά η απομάκρυνση-αποχώρησή του από το Υπουργείο Οικονομικών και ως εκ τούτου από τις διαπραγματεύσεις. Το αποτέλεσμα που αναφέρθηκε παραπάνω είναι μία άλλη κουβέντα, λίγο μεγαλύτερη που δεν είναι της παρούσης.

Η εξέλιξη της διαπραγμάτευσης για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης παρουσιάζει πολλά εξωτερικά κοινά γνωρίσματα με όσα συνέβαιναν το 2015. Αδυναμία στην ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και την επίτευξη συμφωνίας, εκροή καταθέσεων από τις τράπεζες, αύξηση του δανεισμού τους μέσω του ELA, δημοσιεύματα για διάσταση απόψεων του Μαξίμου και του υπουργού Οικονομικών, επανεμφάνιση των δημοσιευμάτων για Grexit, σκληρή στάση των Γερμανών κ.ά.

Υπάρχει όμως και μία μεγάλη διαφορά. Το 2015 δανειστές και μη είχαν στοχοποιήσει τον Γιάνη Βαρουφάκη για το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις, για τη χρήση της, μυθικής πλέον, Θεωρίας Παιγνίων και για επιδίωξη σύγκρουσης για να απειλήσει η Ελλάδα με έξοδο από την Ευρωζώνη και να τρομάξει πολιτικές ηγεσίες στην Ευρώπη και αγορές. Τελικά εκείνη που απειλήθηκε με έξοδο από την κοινή ζώνη του ευρώ ήταν η Ελλάδα, το παίγνιο –αν υπήρξε ποτέ- ήταν μηδενικού αθροίσματος με την χώρα μας, φαινομενικά χαμένη και η λύση μετά από ένα άχρηστο δημοψήφισμα βρέθηκε με την υποχώρηση του Αλ. Τσίπρα και τη συνθηκολόγηση που έφερε το τρίτο Μνημόνιο στα μέσα του Ιούλη. Ο πρωθυπουργός αποκήρυξε τον Βαρουφάκη, τον οποίον λίγους μήνες πριν χαρακτήριζε ως asset, έβαλε στο συρτάρι το Plan X με το παράλληλο τραπεζικό σύστημα και την αλλαγή νομίσματος και νιώθοντας ισχυρός πήγε σε εκλογές για να λύσει το εσωκομματικό του πρόβλημα. Και του βγήκε.

Δύο χρόνια μετά οι διαπραγματεύσεις δεν έχουν τη μυστηριώδη επένδυση της Θεωρίας Παιγνίων, είναι πιο ωμές. Ο Αλ. Τσίπρας δεν μπορεί να πει ότι δεν ήξερε τι κάνει και τι λέει ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στις συνεδριάσεις της ευρωομάδας με αποτέλεσμα μία πιθανή απομάκρυνσή του να μην αποτελεί μέρος της λύσης του προβλήματος, ενώ το Grexit δεν θα έρθει, αν έρθει, στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ως έκπληξη αλλά ως κάτι λογικό κι επόμενο. Την ίδια ώρα ο πρωθυπουργός έχει απολέσει όλα τα όπλα που είχε στη διάθεσή του. Ούτε υπάρχει η δυνατότητα της «θυσίας», ούτε του δημοψηφίσματος, γιατί οι πολίτες έμαθαν από την κοροϊδία του 2015 και το «Όχι» που έγινε «Ναι», ούτε οι εκλογές που θα φέρουν μία σίγουρη ήττα.

Τα εργαλεία λοιπόν που υπήρχαν πριν δύο χρόνια, σήμερα δεν υπάρχουν και τα περιθώρια στενεύουν. Η επένδυση στις πολιτικές εξελίξεις που μπορεί να έρθουν στην Ευρώπη, άρχισε να χάνει σε απόδοση μετά τις εκλογές της Ολλανδίας και οι επιλογές λιγοστεύουν τη στιγμή που τίποτα το οποίο προέρχεται από την Ελλάδα δεν μπορεί να προκαλέσει σοκ στην Ευρώπη και τον κόσμο. Θέλετε γιατί είναι απόλυτα προετοιμασμένοι; Θέλετε γιατί μας έχουν μάθει καλά πλέον; Σε κάθε περίπτωση είναι έτοιμοι για τα πάντα. Το ερώτημα λοιπόν είναι κατά πόσο είμαστε εμείς έτοιμοι για τα πάντα.