Πριν από περίπου έναν χρόνο, ο ίδιος ο κ. Αλέξης Τσίπρας, συνοµιλώντας µε έναν µεγαλοτραπεζίτη, έσπευσε να τον προϊδεάσει για τα µελλούµενα σε σχέση µε τη στρατηγική που θα ακολουθούσε η κυβέρνηση στο finish προς τις κάλπες. «Θα ανοίξουµε όλους τους φακέλους, για να αποδείξουµε πώς οδηγηθήκαµε στα μνηµόνια». Αυτό ήταν το αφήγηµα του πρωθυπουργού, ο οποίος, ξεκινώντας από την υπόθεση της Novartis, πίστευε ότι θα καταφέρει να γυρίσει το πολιτικό παιχνίδι υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ.

Παράλληλα, υπολόγιζε στην «καθαρή έξοδο» από τα μνηµόνια, ενώ δροµολογούσε και τη λύση του Σκοπιανού. Όλα αυτά σε θεωρητικό επίπεδο φάνταζαν από εξαιρετικά έως υπέροχα. Ωστόσο, ο νεοκοµµουνιστής πρωθυπουργός λογάριαζε χωρίς τον ξενοδόχο, που, όπως έχει αποδείξει η µεταπολιτευτική ιστορία, δεν είναι άλλος από τον χρόνο και τα τυχαία γεγονότα, τα οποία µπορούν να ανατρέψουν κάθε στρατηγική που χαράσσεται επί χάρτου.

Ήδη, ακόµη και στελέχη του κυβερνώντος κόµµατος παραδέχονται ότι η επένδυση στη σκανδαλολογία ήταν µια λανθασµένη πολιτική επιλογή, αφού όχι µόνο δεν έφερε το προσδοκώµενο αποτέλεσµα, αλλά, απεναντίας, δείχνει να κάνει ζηµιά στους εµπνευστές της. Οι δηµοσκοπήσεις είναι χαρακτηριστικές του λάθους που έχει γίνει. Αν υπήρχε τρόπος ο κ. Τσίπρας να δραπετεύσει από τη σκανδαλολογία, τις διώξεις και τη ρητορική Πολάκη, θα το έπραττε τώρα.

 

∆εν θα άφηνε ούτε δευτερόλεπτο να πάει χαµένο, γιατί πλέον έχει συνειδητοποιήσει ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πέσει ο ίδιος στον λάκκο που άνοιξε. Άλλωστε, δεν είναι λίγοι εκείνοι εντός του κυβερνώντος κόµµατος που υποστηρίζουν ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν µόνο στο ένα κόµµα «διάβολοι» και στον ΣΥΡΙΖΑ να κυκλοφορούν µόνο «άγγελοι». Η παγίδα µε τη σκανδαλολογία εγκυµονεί σχεδόν τους ίδιους κινδύνους µε τον «πόλεµο» που είχε ξεκινήσει το δίδυµο των «Τσιπροκαµµένων» κατά της διαπλοκής.

Εκεί που προσπαθούσαν να µας πείσουν για τις καταστροφικές συνέπειες που είχε για το έθνος η παρουσία των Ψυχάρη, Μπόµπολα και δεν ξέρω και ποιου άλλου, βρέθηκαν να απολογούνται για τα βοσκοτόπια του τρις κουµπάρου του Καµµένου Χρήστου Καλογρίτσα, και για το κουµπούρι του στενού φίλου των Τσίπρα, Παππά και λοιπών υπουργών Ιβάν Σαββίδη. Ένα τυχαίο γεγονός (σ.σ.: το ντέρµπι της Τούµπας) και µια πραγµατικότητα (σ.σ.: ότι ήταν άφραγκος ο Καλογρίτσας) ήταν αρκετά για να τελειώσει άδοξα ο πόλεµος κατά της τρισκατάρατης διαπλοκής. Το ίδιο θα συµβεί και µε τις διώξεις κατά πολιτικών αντιπάλων και επιχειρηµατιών που στήνονται σε υπουργικά γραφεία. Στο τέλος θα κερδίσει η πραγµατικότητα, όµως τότε θα είναι αργά, καθώς προηγουµένως η χώρα θα έχει γίνει αρένα.

Σε αυτήν τη φάση, ο κ. Τσίπρας δείχνει (και είναι) εγκλωβισµένος στη στρατηγική που ίδιος επέλεξε να ακολουθήσει και η οποία δεν οδηγεί πουθενά, γιατί δεν αθροίζει πολιτικά. Όσοι οδήγησαν τον πρωθυπουργό σε αυτήν τη λογική µόνο κακό ήθελαν να του κάνουν. Γιατί, όπως έχει αποδειχθεί διαχρονικά, οι ψηφοφόροι δεν επέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ πρώτιστα για να βάλει φυλακή τον Ψυχάρη και τον Μπόµπολα και να στήσει την υπόθεση της Novartis. Τον επέλεξαν γιατί υποσχέθηκε ότι θα έσκιζε τα μνηµόνια, θα έδιωχνε την τρόικα, θα άλλαζε µαζί µε την Ελλάδα και την Ευρώπη, θα αποκαθιστούσε τους µισθούς και τις συντάξεις και άλλα πολλά που είχε εκστοµίσει ο σηµερινός πρωθυπουργός τον Σεπτέµβριο του 2014 στη ∆ΕΘ.

Το πρόβληµα για τον κ. Τσίπρα είναι ότι επένδυσε σε λάθος φινάλε και ότι πλέον δεν έχει τον πολιτικό χρόνο να «γυρίσει» το παιχνίδι. Επί της ουσίας, έχει µείνει χωρίς ατζέντα και, το χειρότερο, έχει «καταληφθεί» από το σύνδροµο του απερχόµενου πρωθυπουργού, που δεν είναι άλλο από την πεποίθηση ότι θα καταφέρει να αναστρέψει την εις βάρος του εικόνα.