Κατά τη διάρκεια των ετών 2015-2016 περισσότεροι από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες έφτασαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι περισσότεροι προσπαθώντας να διαφύγουν από τον πόλεμο και την τρομοκρατία στη Συρία και σε άλλες χώρες. Όμως και στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε γνωρίσει μαζική εισροή προσφύγων, κυρίως μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου και τους πολέμους στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Περισσότεροι από 500.000 πρόσφυγες βρήκαν τότε καταφύγιο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως στην Γερμανία.

Επομένως, το επιχείρημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι δήθεν ο αιφνιδιασμός και η επακόλουθη αμηχανία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση της προσφυγικής έξαρσης των ετών 2015-2016 οφείλεται στο γεγονός ότι το ευρωπαϊκό σύστημα υποδοχής των προσφύγων, το λεγόμενο «σύστημα Δουβλίνου» δεν σχεδιάστηκε για περιπτώσεις υπερβολικής πίεσης στα εθνικά συστήματα ασύλου, αποτελεί επιχείρημα προσχηματικό. Και τούτο, γιατί στην προκειμένη περίπτωση, το διακύβευμα δεν αφορά τόσο την αρτιότητα του «συστήματος Δουβλίνου» για την υποδοχή των προσφύγων, όσο τις υποχρεώσεις που απορρέουν για την Ευρωπαϊκή Ένωση από την αρχή της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.

Η αρχή της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης καθιερώθηκε το 1992 με το πρώτο άρθρο της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (Συνθήκη του Μάαστριχτ), όπου προβλέπεται ότι «H Ένωση βασίζεται στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, συμπληρούμενες με τις πολιτικές και τις μορφές συνεργασίας που θεσπίζονται με την παρούσα συνθήκη. Έχει αποστολή να οργανώσει συνεκτικά και αλληλέγγυα τις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών και των λαών τους». Το άρθρο αυτό δεν αποτελεί ένα απλό κείμενο αρχών, αφού από αυτό απορρέουν θετικές και αρνητικές νομικές υποχρεώσεις που ανάγονται στις σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφενός, και κρατών μελών, αφετέρου, αλλά και των κρατών μελών μεταξύ τους.

Όσον αφορά τις σχέσεις των κρατών μελών μεταξύ τους, η επιταγή της Συνθήκης για αλληλεγγύη επιβάλλει στα κράτη μέλη και στους λαούς τους να μην επιδιώκουν ίδια συμφέροντα σε βάρος των συμφερόντων των άλλων κρατών μελών και των λαών τους. Και, βέβαια, σε όλους είναι γνωστό, ότι τα τελευταία οκτώ χρόνια, στη χώρα μας, η αρχή της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, η ίδια η Συνθήκη, αν θέλουμε να κυριολεκτούμε, παραβιάστηκε με το χειρότερο τρόπο.

Αυτά, όσον αφορά την αλληλεγγύη των κρατών μελών μεταξύ τους. Όσον αφορά την αλληλεγγύη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς πρόσφυγες, με την Συνθήκη του Άμστερνταμ (1999), προβλέφθηκε σειρά μέτρων, ενώ εξουσιοδοτήθηκε το Συμβούλιο Υπουργών της Ένωσης να τα εξειδικεύσει με Αποφάσεις του. Μεταξύ των Αποφάσεων που εξέδωσε σχετικά το Συμβούλιο, αξίζει να αναφερθούμε ιδιαίτερα στην Απόφαση με αριθμό 2000/596/ΕΚ, με την οποία δημιουργήθηκε Ταμείο για τους πρόσφυγες, ως μέτρο αλληλεγγύης προς αυτούς. Το Ταμείο αυτό προικοδοτήθηκε πλουσιοπάροχα, σήμερα δε η δραστηριότητά του στεγάζεται θεσμικά υπό τον Κανονισμό 516/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

Σύμφωνα με το άρθρο 14 του Κανονισμού 516/2014, οι συνολικοί πόροι για την εφαρμογή του ανέρχονται σε 3 δισεκατομμύρια 137 εκατομμύρια Ευρώ. Εκτός δε από τις τακτικές δαπάνες του Ταμείου αυτού, προβλέπονται (άρθρο 21) και δαπάνες για βοήθεια έκτακτης ανάγκης. Συντρέχει δε «κατάσταση έκτακτης ανάγκης», σύμφωνα με το άρθρο 2 του Κανονισμού 516/2014, όταν υπάρξει σοβαρή μεταναστευτική πίεση σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, που χαρακτηρίζεται από μαζική και δυσανάλογα μεγάλη συρροή υπηκόων τρίτων χωρών η οποία δημιουργεί μεγάλες και έκτακτες ανάγκες για την υποδοχή τους και για εγκαταστάσεις κράτησης, συστήματα και διαδικασίες ασύλου.

Κατάσταση, δηλαδή, που συντρέχει τα τελευταία τέσσερα χρόνια, εξαιτίας της οξείας μεταναστευτικής πίεσης στα Ελληνικά νησιά.

Προς τι λοιπόν ο πανικός και η αμηχανία των εταίρων μας, οι οποίοι αίφνης ανακάλυψαν ότι δήθεν το «σύστημα Δουβλίνου» είναι προβληματικό και ότι κυρίως πάσχει στο σημείο που ο Κανονισμός 604/2013 («Δουβλίνο 3») ορίζει το «υπεύθυνο κράτος μέλος» που εξετάζει την αίτηση διεθνούς προστασίας η οποία υποβάλλεται από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα;

Επειδή, μας λένε, στην προκειμένη περίπτωση ο κλήρος πέφτει κατεξοχήν στην Ελλάδα, που όμως στερείται γενικά διοικητικής και τεχνικής υποδομής για να ανταπεξέλθει. Ας μας επιτρέψουν να παρατηρήσουμε ότι η επιχειρηματολογία τους αυτή πάσχει περισσότερο από ό,τι πάσχει το «σύστημα Δουβλίνου». Ποιος εμποδίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση να διεκπεραιώσει η ίδια το έργο της διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης των προσφύγων στην Ελλάδα; Δεν έχει αρμοδιότητα; Έχει. Δεν έχει τεχνογνωσία; Έχει. Δεν έχει χρήματα; Έχει. Τότε;

Φαίνεται ότι ο πολιτικός κυνισμός των εταίρων μας έφτασε στα όριά του: με ποια λογική, νομική, ηθική και πολιτική αιτιολογία, επί του εδάφους της χώρας που στερήθηκε και που εξακολουθεί να στερείται την επιβεβλημένη από τη Συνθήκη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε η ίδια να παράσχει αλληλεγγύη προς τρίτους;

* Ο Φώτης Βρέκος είναι Οικονομολόγος (κάτοχος Μεταπτυχιακού τίτλου στη Διοίκηση Επιχειρήσεων) και μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου ΟΝΝΕΔ – Υπεύθυνος Νεανικής Επιχειρηματικότητας.