Μια από τις μεγάλες παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος είναι η υποκρισία, η οποία γιγαντώθηκε στα χρόνια του άκρατου λαϊκισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι συζητήσεις που άνοιξαν μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου σε σχέση με την αποζημίωση και τα προνόμια των βουλευτών. Διαχύθηκε σε όλη την ελληνική κοινωνία το μελάνι της ισοπέδωσης και της αντίληψης των 300 βολεμένων που εκμεταλλεύονται το λαό.

Οι πρώτοι που έσπειραν το δηλητήριο ήταν οι χρυσαυγίτες. Αυτοί ξεκίνησαν τα συνθήματα τύπου «αλήτες προδότες πολιτικοί», αυτοί κράδαιναν τις φωτογραφίες με τις κρεμάλες, αυτοί αμφισβήτησαν τη μεταπολιτευτική πορεία της χώρας.

Η ώσμωση, ωστόσο, που αναπτύχθηκε στις πλατείες των αγανακτισμένων συνέβαλε καταλυτικά ώστε να μετατραπεί η καταδίκη του κοινοβουλευτισμού σε κυρίαρχο αφήγημα.
Έβλεπες αριστερούς και φασίστες να κάθονται κάτω από τα πανό που έγραφαν ότι «η χούντα δεν τελείωσε το 73’» και από κοινού να μουντζώνουν το κοινοβούλιο. Με το χρόνο έμοιαζαν τόσο πολύ, ώστε ως φυσιολογική εξέλιξη ήρθε η κυβερνητική συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ.

Τη σκυτάλη, βεβαίως, πήραν τα ΜΜΕ. Η πλειονότητα, για παράδειγμα, των πρωινάδικων ασχολιόταν με τους βουλευτές, τα αυτοκίνητά τους, τους συνεργάτες τους. Δεν υπήρχε μέρα που να μην γίνονταν «τηλεοπτικές καρτέλες» οι μισθοί των βουλευτών, με βαρύγδουπους τίτλους περί πρόκλησης και σκανδαλωδών προνομίων των 300.

Το πολιτικό σύστημα έδειχνε τόσο φοβισμένο μπροστά στις αντιδράσεις της «κοινωνίας» και την ανταπόκριση των ΜΜΕ, ώστε προέβη σε λαϊκίστικες κινήσεις για να ικανοποιήσει το αδηφάγο κοινό. Σαν να αποδεχόταν επί της ουσίας τις «κατηγορίες», περιόρισε δραστικά το μισθό του βουλευτή, ξεχνώντας μια βασική αρχή του σύγχρονου κόσμου που λέει ότι «η δημοκρατία είναι το πιο ακριβό πολίτευμα». Και είναι «ακριβό» προκειμένου να έχουν οι εκπρόσωπο του λαού αξιοπρέπεια και να μην μετατρέπονται σε έρμαια του οποιουδήποτε.

Προς στιγμήν, βεβαίως, νομίσαμε ότι τελειώσαμε με το τέρας του λαϊκισμού. Πιστέψαμε ότι θα έβαζαν μυαλό μετά τις γελοιότητες του δημοψηφίσματος και την υπογραφή μνημονίων από αυτούς που «ούτε νεκροί δεν θα ψήφιζαν μνημόνιο». Διαψευστήκαμε οικτρά. Απόδειξη; Η διάταξη που ψηφίστηκε από όλα τα κόμματα στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης και η οποία καταργεί κάποιες από τις φορολογικές απαλλαγές των βουλευτών.

Πλέον, τα χρήματα που θα παίρνουν οι βουλευτές δεν θα φτάνουν ούτε για να κερνάνε καφέδες τους ψηφοφόρους τους. Αλλά ποιο κόμμα θα τολμούσε να καταψηφίσει αυτή τη λαϊκίστικη διάταξη; Κανένα! Για αυτό και το συμπέρασμα είναι πως με ένα φοβισμένο πολιτικό σύστημα η χώρα δεν έχει κανένα μέλλον.

Από την Ελευθερία του Τύπου