Ανακοινώνοντας τη συνάντηση των δύο ηγετών της Ελλάδας και της Τουρκίας στην Κωνσταντινούπολη, στις 13 Μαρτίου, ο εκπρόσωπος της τουρκικής πλευράς, Ομέρ Τσελίκ, είπε ότι ο φάκελος των προβλημάτων που θα συζητηθούν είναι ογκώδης και περιλαμβάνει «διαπραγματεύσεις σε όλο το φάσμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων», βάζοντας στο τραπέζι το θέμα του Αιγαίου και τον εξοπλισμό των νησιών. Η στάση αυτή έρχεται ως επιστέγασμα του γεγονότος ότι, από την 1η Νοεμβρίου 1973, που η Τουρκία εξέδωσε τον χάρτη γεωτρήσεων στο Αιγαίο -αφότου η χούντα ανακίνησε το θέμα των πετρελαίων του Πρίνουμέχρι σήμερα, ο τουρκικός επεκτατικός αναθεωρητισμός έχει αμφισβητήσει σχεδόν όλες τις συμφωνίες που ορίζουν την εθνική κυριαρχία της σημερινής Ελλάδας. Από τη στιγμή που έγινε γνωστή η ύπαρξη πετρελαϊκών κοιτασμάτων, ξεκίνησε η έντονη διαμάχη της Άγκυρας με την Αθήνα για τα κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο και συνεχίζεται αναβαθμισμένη στις μέρες μας.

Δεδομένου ότι η ελευθερία της Ελλάδας και η κυριαρχία της δεν κερδήθηκαν μόνο στα πεδία των μαχών, αλλά συχνάκις στα τραπέζια των διπλωματικών Συνεδρίων, είναι καλό να γνωρίζουμε το χρονικό των συνθηκών και των διατάξεών τους, που δημιούργησαν το σημερινό εδαφικό καθεστώς της χώρας, όπως και τις συμφωνίες που προκάλεσαν ασαφή αποτελέσματα και σε αυτές οφείλουν την ύπαρξή τους το Ανατολικό Ζήτημα, το Βορειοηπειρωτικό, το Μακεδονικό κ.ά. Όπως παρατηρεί χαρακτηριστικά ο ιστορικός Ρόντρικ Μπίτον για τη διπλωματική μας ιστορία μετά το 1821: «... Δεν υπάρχει καν συμφωνία για το καταληκτικό σημείο της Επανάστασης. Ήταν το 1828, όταν έληξε ουσιαστικά η οθωμανική αντίσταση στην Ελλάδα; Ή ήταν το 1830, όταν το Πρωτόκολλο του Λονδίνου αναγνώρισε για πρώτη φορά την “πλήρη ανεξαρτησία” της Ελλάδας; Ή το 1832, όταν μια άλλη Συνθήκη καθόρισε τα πρώτα της σύνορα και όρισε τον Όθωνα της Βαυαρίας βασιλιά χωρίς Σύνταγμα; Ή, μήπως, το 1833, όταν αφίχθη ο Όθωνας ως επικεφαλής γερμανικού στρατού;».

Η αλληλεπίδραση μεταξύ των Ελλήνων ηγετών και των ξένων Μεγάλων Δυνάμεων, που βρίσκονταν σε ανταγωνισμό μεταξύ τους για την επιρροή τους στο νεοπαγές ελληνικό κράτος, επαληθεύει αυτό που ισχυρίζεται ο Γάλλος πολιτικός Ζωρζ Κλεμανσώ, ότι «οι Συνθήκες είναι ένας τρόπος για να συνεχίζεται ο πόλεμος». Με αυτό θέλει να πει ότι μια διπλωματική συμφωνία είναι ένα γεγονός μέσα στο οποίο εμπεριέχονται οι μελλοντικές αιτίες πολέμου. Τα γεγονότα αυτά ξεκινούν από την περίοδο της ξενοκρατίας για τον υπόδουλο Ελληνισμό (Τουρκοκρατία - Ενετοκρατία), την περίοδο του Αγώνα (1821-1829) και μετά την αναγνώριση της Ελληνικής Ανεξαρτησίας (1830). Οι επιπτώσεις υπέρ ή κατά της Ελλάδας από την εφαρμογή των συμφωνιών καθόρισαν τις μετέπειτα εξελίξεις, το πολιτειακό καθεστώς και τις πολεμικές περιπέτειες -ακόμα και τις εμφύλιες- στις οποίες βρέθηκε μπλεγμένο το ελληνικό έθνος, πολλές φορές τυλιγμένο μέσα σε μια κόλλα διπλωματικού εγγράφου.

Η Επανάσταση του ’21 είναι η σημαντική καμπή, ένα καταληκτικό και ταυτόχρονα αφετηριακό γεγονός στη διαχρονική πορεία του Ελληνισμού. Τελειώνει μια περίοδος 368 χρόνων του «μιλιέτ» (οθωμανικός όρος που περιγράφει ένα σύνολο ανθρώπων προσδιορισμένο με βάση τη θρησκεία τους) των Ελλήνων Ορθοδόξων, υπηκόων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ξεκινάει η εποχή του εθνικού νεοελληνικού κράτους που άρχισε με το Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας (Λονδίνο, 1830). Η πρώτη αυτή επίσημη διπλωματική πράξη της νεότερης Ελλάδας, που συνυπέγραψαν οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις (Ρωσία, Αγγλία, Γαλλία) όριζε το ελληνικό κράτος νότια της συνοριακής γραμμής Αχελώου - Σπερχειού. Είχε προηγηθεί η Συνθήκη της Αδριανούπολης (14 Σεπτεμβρίου 1829) μεταξύ της Ρωσίας και του Σουλτάνου, που με το άρθρο 10 αποδεχόταν την ανεξαρτησία της Ελλάδας.

Κάπως έτσι, λοιπόν, όχι στα πεδία των μαχών, ούτε καν σε ελληνικό έδαφος, αλλά στα διπλωματικά τραπέζια, ξαναγεννήθηκε η Ελλάδα στη σύγχρονη εποχή και πήρε τη θέση της στον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης. Όλη αυτή η μεγάλη περιπέτεια της Ελληνικής Επανάστασης, που ξεκίνησε ενάντια στους διεθνείς συσχετισμούς, και το αρνητικό κλίμα της μεταναπολεόντειας εποχής απέδειξαν ότι δεν υπάρχει έλεος στις διεθνείς σχέσεις, όπως μας δίδαξε ο Θουκυδίδης. Το «Διεθνές Δίκαιο» δεν είναι τίποτα άλλο από «Διεθνές Δίκαιο συν Στρατό και Ναυτικό». Το διαπιστώνουμε και στις μέρες μας με τα γεγονότα στην Ουκρανία. Δεν διαβάζουμε σωστά, όμως, τον Θουκυδίδη και γι’ αυτό φτάσαμε, εν μέσω απειλών, η Τουρκία να έχει καταθέσει επιστολή στον ΟΗΕ (15/6/2021) με όλες τις απαιτήσεις της εις βάρος μας να αμφισβητούν όλες τις διεθνείς Συνθήκες που έχουμε υπογράψει τα τελευταία 100 χρόνια. Και η ελληνική πλευρά να μιλάει αορίστως για «νέα δεδομένα».

Είναι ενδιαφέρον να δούμε ποιες Συνθήκες καθόρισαν τη σημερινή Ελλάδα, αρχίζοντας λίγο πριν από την Επανάσταση του ’21, με τις διπλωματικές εκείνες επιτυχίες που άνοιξαν τον δρόμο για την Εθνεγερσία. Πράγματι, στις 21 Ιουλίου 1774 υπογράφηκε η Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, μετά τον Α’ Ρωσοτουρκικό Πόλεμο. Με τη Συνθήκη αυτή η Ρωσία πέτυχε μια μεγάλη πολιτική και διπλωματική νίκη και οι Έλληνες εξασφάλιζαν σημαντικά προνόμια. Ο Εύξεινος Πόντος και η Προποντίδα γέμισαν από ελληνικά εμπορικά πλοία, τα οποία ανάρτησαν τη ρωσική σημαία και κυκλοφορούσαν ανενόχλητα σε όλα τα λιμάνια της Μεσογείου και των οθωμανικών κτήσεων. Από τότε, ουσιαστικά, ξεκίνησε το Ανατολικό Ζήτημα και η Συνθήκη αυτή, όπως λέει ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, «υπήρξεν ο πρόδρομος της Ευρωπαϊκής επεμβάσεως εις την Ελλάδα κατά τον Αγώνα του 1821».

Έπειτα από μερικές δεκαετίες, ακολούθησε το Συνέδριο του Λάιμπαχ Σερβίας, που συγκλήθηκε μεταξύ των κρατών-μελών της Ιεράς Συμμαχίας κάτω από τις πιέσεις του Κλέμενς φον Μέτερνιχ (26 Ιανουαρίου - 12 Μαΐου 1821). Έχοντας υπ’ όψιν του ο Μέτερνιχ τους σκοπούς του Ρήγα για την απελευθέρωση του Γένους και το συνοικέσιο του Βοναπάρτη με την αδελφή του Αυτοκράτορα, Άννα Ρωμανώφ, και, ακούγοντας να ψάλλουν παντού τον Θούριο του Ρήγα, άρχισε να υποπτεύεται ότι κάτι ετοιμαζόταν από την πλευρά των Ελλήνων και της Ρωσίας. Για να σβήσει κάθε κίνηση προς αυτήν την κατεύθυνση, συγκάλεσε στο Λάιμπαχ σύνοδο των Ευρωπαίων ηγεμόνων. Εκεί έδρασε η διπλωματική ιδιοφυΐα και η φιλοπατρία του Καποδίστρια. Γνωρίζοντας ο Καποδίστριας ότι ο σκοπός της Συνόδου είχε στόχο την Ελληνική Επανάσταση, έγραψε στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος είχε στο μεταξύ εκλεγεί γενικός επίτροπος της Φιλικής Εταιρείας, να κηρύξει αμέσως την Επανάσταση.

Έτσι κι έγινε. Στο άκουσμα της είδησης του Ξεσηκωμού των Ελλήνων τον Φεβρουάριο του ’21, ταραχή έπεσε στους αντιπροσώπους των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Ο Καποδίστριας γνώριζε τους φόβους των Ευρωπαίων. Εάν η Ρωσία ξεκινούσε πόλεμο κατά της Τουρκίας, όσο η Ευρώπη θα ετοιμαζόταν να την εμποδίσει, η Ρωσία θα έμπαινε στην Πόλη. Έτσι κατάφερε και το Συνέδριο της Βερόνας, στην Ιταλία, δεν αποδέχτηκε τα σατανικά σχέδια του Μέτερνιχ κατά των Ελλήνων. Έτσι σταμάτησε ο κατατρεγμός των Ελλήνων από τους Άγγλους στα Επτάνησα. Ακολούθησε δήλωση του προέδρου των ΗΠΑ, Τζέιμς Μονρόε, προς το Κογκρέσο στις 4 Δεκεμβρίου 1822, που εξέφραζε τη συμπάθεια του αμερικανικού έθνους προς «τους αγωνιζόμενους Έλληνες διά την ελευθερία τους». Έναν μήνα αργότερα, ήρθε το ρωσικό υπόμνημα προς τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις, που πρότεινε σύσταση τριών Ηγεμονιών προς λύση του Ελληνικού Ζητήματος. Ο δρόμος προς την ίδρυση ανεξάρτητου κράτους είχε ανοίξει.

*Απομαγνητοφώνηση εκπομπής μας στον «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» 90,1 FM, με τον συνεργάτη μας δημοσιογράφο-αρθρογράφο Λεωνίδα Αποσκίτη.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 29 Απριλίου 2022