Ακόμη και όσοι εξακολουθούν να θεωρούν (δικαίως ή αδίκως) τον Αλέξη Τσίπρα, «χαρισματικό ηγέτη», όπως τον θεωρούσαν προτού ξεθωριάσει το «λαμπερό του λούστρο» - κυρίως μετά το στραπάτσο των «Ευρωεκλογών» της 26ης Μαΐου- ακόμη και αυτοί (πλην των εθελοτυφλούντων) στην πλειοψηφία τους δεν θα συμπεριελάμβαναν στα «χαρίσματά του», εκείνα της «ειλικρίνειας», της «συνέπειας», αλλά και της δεινότητάς του να χειρίζεται την ελληνική γλώσσα με γνώση και ευστοχία. Από κοντά και αυτά της «θεσμικής επάρκειας» και του «υψηλού δείκτη συναισθηματικής νοημοσύνης», υπό την έννοια πως η εν τοις πράγμασι πολιτική του συμπεριφορά (κυβερνητική και μη) θα μπορούσε να ερμηνευθεί (…διασταλτικά), ότι διακατέχεται από ένα είδος «συμπλέγματος του Πίτερ Παν».

Το γνωστό ψυχολογικό «σύνδρομο του αιώνιου έφηβου», που κατά του ειδικούς εμποδίζει κάποιους άνδρες να «ενηλικιωθούν» και να «ωριμάσουν», αρνούμενοι να αναλάβουν την αναλογούσα ευθύνη των πράξεών τους και παραμένοντας φαντασιακά, μόνιμοι κάτοικοι στη «χώρα του ποτέ».

Πολλά (ων ουκ εστιν αριθμός) τα παραδείγματα, τα οποία θα μπορούσα να επικαλεστώ για να τεκμηριώσω τα ανωτέρω. Θα αποφύγω τα... προφανή. Τα πασίγνωστα και χιλιοειπωμένα και θα περιοριστώ στα παρακάτω… σημειολογικά (και επίκαιρα):

«Εγώ πιστεύω ότι ούτε δεμένος δεν θα καθόταν να αντιπαρατεθεί μαζί μου. Δεν το λέω με αλαζονεία αυτό. Δεν είναι το θέμα ότι δεν είναι ικανός ο κ. Μητσοτάκης. Εγώ δεν τον υποτιμώ ως αντίπαλο. Θεωρώ ότι έχει ικανότητες, ότι μπορεί να σταθεί με επάρκεια σε ένα πολιτικό διάλογο», δήλωσε ο απερχόμενος πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας το βράδυ της περασμένης Τρίτης στο κεντρικό δελτίο του Star και την Μάρα Ζαχαρέα, ως προς το ναυάγιο του περιβόητου προεκλογικού ντιμπέϊτ.

Αυτοαναιρούμενος έτσι, σε σχέση με το πρωτοφανές στα κοινοβουλευτικά μας ήθη, ακραία επηρμένο και προσβλητικό «είσαι πολύ λίγος για να μιλάς εσύ σε εμένα», που πρόσφατα του είχε απευθύνει κατάμουτρα (και σε ανοίκειο ενικό) εντός Βουλής, συμπληρώνοντας: «Έχω συνειδητοποιήσει το βαθύ στρατηγικό και πολιτικό σας αδιέξοδο, δεν περίμενα, όμως, πραγματικά, ότι θα φτάνατε εδώ στο Κοινοβούλιο να παριστάνετε τον Στέφανο Χίο της πολιτικής ζωής του τόπου».

Λες και δεν μιλούσε ο θεσμικός κυβερνήτης της χώρας, αλλά κάποιος οργίλος πανελίστας «βοθροκάναλου» προς χάριν εντυπώσεως και αύξησης της τηλεθέασης. Έτσι η συνέχεια του λόγου του, έμοιαζε σαν ασυναίσθητη αυτοκριτική: «Αυτό το κατάντημα δεν το περίμενα ποτέ. Όμως η κατάληξη της κατηφόρας είναι ο πάτος. Τον πιάνετε σήμερα».

Στο ίδιο πλαίσιο ήταν και η παρακάτω αποστροφή, ενός άλλου λόγου του, με αφορμή την μελλοντική εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, όταν αναφερόμενος στη στάση της Ν.Δ., εκστόμιζε με εξυπνακίστικη αυταρέσκεια: «αυτό δεν είναι θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ενδεχομένως είναι θέση του πρώην αντιπροέδρου του Εδεσσαϊκού, αλλά δεν είναι θέση για αρχηγό αξιωματικής αντιπολίτευσης».

Τέτοια καφενοβιακού τύπου ανευθυνότητα, που όσο κι αν έψαξα δεν βρήκα αντίστοιχή της ποτέ και πουθενά στον κόσμο. Πόσο «θεσμικά αστοιχείωτος» μπορεί να είναι ένας εξέχων πολιτειακός παράγοντας και τι δείχτη «συναισθηματικής νοημοσύνης» μπορεί να έχει ένας «ώριμος» ενήλικας, όταν στον δημόσιο λόγο του «διαπομπεύει» άνευ λόγου και αιτίας, τον οποιοδήποτε άνθρωπο (ανεξαρτήτως ηλικίας) γελοιοποιώντας την προσωπικότητά του, χάριν πρόσκαιρων επικοινωνιακών εντυπώσεων. Χρησιμοποιώντας, μάλιστα, ένα έωλο (με την έννοια του μπαγιάτικου) βάιραλ- τρολ του συρμού.

Αποτέλεσμα: «Ποτέ δεν περίμενα να δεχτώ τέτοιο μπούλινγκ από έναν αριστερό πρωθυπουργό, τον οποίο είχα μάλιστα ψηφίσει τον Γενάρη τον 2015. Στενοχωρήθηκα πάρα πολύ για τον Τσίπρα, τον είχα ψηφίσει και γελάστηκα και εγώ όπως όλος ο κόσμος. Δεν το περίμενα να με διακωμωδήσει στη Βουλή. Δεν με σεβάστηκε καθόλου. Αν ήμουν μέσα στη Βουλή, θα έλεγα λυπάμαι για λογαριασμό του (…).Αυτός έχει παιδιά. Εγώ δεν έχω οικογένεια για να με προσβάλει έτσι; Και εμένα ο πατέρας μου ήταν Αριστερός και έκανε φυλακή.

Είναι ντροπή αυτό που συμβαίνει. Τι άλλο να κάνω; Να φτάσω στο σημείο να αυτοκτονήσω από ντροπή;», δήλωνε τότε επωνύμως στον Γιώργο Κατσίγιαννη και στα Παραπολιτικά, το «αθώο θύμα» της δημόσιας διαπόμπευσης, χωρίς, φευ, να υπάρξει έστω και μισή συγνώμη από τον μεγαλόσχημο θύτη. Τον «Πίτερ Παν» Αλέξη, του οποίου –κατά τα φαινόμενα – μάλλον, δεν «ίδρωσε το αφτί του» που έφερε τον εν λόγω άνθρωπο (επίτηδες δεν γράφω το όνομά του) σε τέτοια απόγνωση.

Απόδειξη ότι κατά την διάρκεια της προαναφερθείσας συνομιλίας του με την Μάρα Ζαχαρέα, προς επίρρωση της αυτοεκπληρούμενης πολιτικής «υπεροχής» του και του Πολλάκειου μανιοκαταθλιπτικού αξιώματος «όλοι σας και μόνος μου», αυτόν τον ίδιο πολίτη «ξαναπήρε η μπάλα» του αμοραλισμού του: «Όταν είπα να έρθω άγρυπνος από το αεροπλάνο για να γίνει το ντιμπέϊτ την ημέρα που έχουμε αποφασίσει, τότε έβγαλε το φίδι από την τρύπα το ΚΚΕ, λέγοντας ο κ. Κουτσούμπας ότι “τώρα εγώ δεν έρχομαι γιατί έχω αλλάξει το πρόγραμμά μου”. Μου θύμισε τον συμπαθή παράγοντα του Εδεσσαϊκού αυτό το γαϊτανάκι που έγινε για να αποφύγουν και οι τρεις την πολιτική και προγραμματική αντιπαράθεση με εμένα », ανέφερε επί λέξει. Χρησιμοποιώντας εν προκειμένω τον προσχηματικό όρο «συμπαθή παράγοντα», προφανώς, ως «κουτοπόνηρο» άλλοθι.

Το νέο σλόγκαν- εύρημα, πάντως που θέλησε να λανσάρει (ο ίδιος και οι ευρηματικοί λογογράφοι του) κατά την εν Star τηλεοπτική του παρέμβαση (γι αυτό και έγινε αμέσως τίτλος στο σύνολο των ιστοσελίδων), συνίστατο στο εμπνευσμένο πως ο Μητσοτάκης κρύβει «προγραμματικούς σκελετούς», το οποίο ήρθε ως συνέχεια του λεχθέντος, από τον ίδιο (μια- δυο μέρες πριν στο CNN Greece) πως «οι μεταρρυθμίσεις της Ν.Δ. μυρίζουν ανθρώπινο αίμα».

Μόνο που ο συνδυασμός των δύο, μοιάζει με λεκτική και εννοιολογική ακροβασία, αφού:
Πρώτο. Ένας σκελετός δεν μπορεί να προέρχεται σε καμιά περίπτωση από το μέλλον, μόνο από το παρελθόν. Γι αυτό και σε οποιουδήποτε τύπου , ας το πούμε έτσι, «ισολογισμό» δεν αθροίζεται ποτέ ως «προϋπολογιστικό», αλλά πάντα ως «απολογιστικό» δεδομένο.
Δεύτερο. Υπό αυτή την έννοια, ό,τι «σκελετοί» ήταν να βγουν από τα… ντουλάπια των κυβερνήσεων στις οποίες συμμετείχε ως μέλος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, έχουν βγει. Νεογέννητοι «σκελετοί», δεν υπάρχουν. Ούτε και… αιμοσταγής, βέβαια. Ακόμα και ο «σκελετός» του Τζακ του Αντεροβγάλτη αν κάποτε βρεθεί, ακόμα και εκείνου… στεγνός και άοσμος θα είναι.

Τρίτο. Στο σπίτι του «νεκροθάφτη», για «σκελετούς» δεν μιλάνε. Πολύ περισσότερο, όταν τα λόγια βγαίνουν από το στόμα αυτού του ίδιου του «νεκροθάφτη» και απευθύνονται προς αυτό τον ίδιο το λαό του οποίου την ελπίδα (και όχι μόνο) «έθαψε». Και μάλιστα, την παραμονή της πέμπτης επετείου, από την εξαγγελία (26 Ιουνίου του 2015) εκείνου του «ανήθικου» δημοψηφίσματος το οποίο με την τεχνηέντως «δημιουργική ασάφεια» του διλήμματος που έθετε, ήταν από την αρχή σχεδιασμένο να οδηγήσει στο 3ο (αχρείαστο και πιο σκληρό) μνημόνιο. Είτε «Ναι», είτε «Όχι» έβγαζε η κάλπη (κατά την ταπεινή μου άποψη, την οποία έκτοτε είχα διατυπώσει).

Υπάρχει και ένα τέταρτο.

Οι… «σκελετοί» (ή κάποιοι από αυτούς) που «κρύβονται» στα ντουλάπια της διακυβέρνησής σας, αξιόπιστε (sic) κύριε Τσίπρα και οι οποίοι καμώνεστε πως δεν υπάρχουν, έχουν ήδη αρχίσει να… κραυγάζουν προ πολλού, χρησιμοποιώντας την δική σας «φωνή», στην μάταιη προσπάθεια σας να πείσετε τους Έλληνες πολίτες να σας εμπιστευτούν ξανά.
Ας πάρουμε μια «τυχαία» περίπτωση. Ας θυμηθούμε τις πρόσφατες προεκλογικές παροχές και εξαγγελίες σας (για την οικονομία του χώρου, δεν τις επαναλαμβάνω, είναι γνωστές τοις πάση) και ας τις αντιπαραβάλλομε, με ένα απόσπασμα, από προεκλογική ομιλία σας του 2014, στα Γιάννενα.

Ιδού τα λόγια που σας… εκδικούνται:

«Εγώ δεν έχω κανένα πλεόνασμα να σας μοιράσω σήμερα, λίγες μέρες πριν τις εκλογές, όπως κάνει ο κύριος Σαμαράς. Δεν έχω κανένα πλεόνασμα σε ψεύτικες υποσχέσεις, σε Ζάππεια, σε πολιτικές ανοίξεις, όπως ο κύριος Σαμαράς. Και δεν έχω βέβαια κανένα πλεόνασμα σε υποκλίσεις μπροστά στην κυρία Μέρκελ και στους δανειστές, όπως ο κύριος Σαμαράς (…). Και θεωρούμε πράξη ντροπής, πράξη καταισχύνης, πράξη ταπείνωσης του κάθε πολίτη αυτής της χώρας: Από τη μια να αρπάζουν το ψωμί από το τραπέζι εκατομμυρίων ανθρώπων. Και από την άλλη να τους πετούν κάποια ψίχουλα, για να τον εξαγοράσουν.

Όπως φαντάζονται ότι θα κάνουν, να εξαγοράσουν τη στήριξή στην ίδια πολιτική που έκλεψε το ψωμί από το τραπέζι κι έχει σκοπό, αν τους αφήσουμε, όχι μόνο το ψωμί, αλλά και το ίδιο το τραπέζι και τις καρέκλες και το σπίτι να αρπάξει. Αν αυτό δεν είναι ο απόλυτος πολιτικός ξεπεσμός τότε νομίζω ότι οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους. Πρόκειται για μια πράξη βαθιά ταπεινωτική, ανήθικη, που δεν μαρτυρά τίποτα άλλο, παρά μονάχα φόβο, μπροστά στην κάλπη που έρχεται. Αλλά και για μια πράξη που δείχνει όχι μόνο πόσο, στην πραγματικότητα, περιφρονούν τον λαό, αλλά και πόσο υποτιμούν την αξιοπρέπεια και την οργή του (…). Πώς πετάει αυτό το ξεροκόμματο της άγνοιας και της περιφρόνησης στα μούτρα των Ελλήνων, επιχειρώντας με αυτόν τον τρόπο να τους αφαιρέσει το τελευταίο που τους έχει απομείνει -την αξιοπρέπειά τους;».

Σεις είπατε, αλλά κι εσεις τι φταίτε… Φταίνε όσοι παίρνουν τα λόγια σας... τοις μετρητοίς.