Είναι από εκείνες τις ηθοποιούς που με κάνουν να θυμάμαι πόση πολλή τέχνη κρύβεται στο θέατρο και πόσο ξεχωριστοί είναι ορισμένοι καλλιτέχνες. Ηταν μπαλαρίνα, μετά τραγουδίστρια στην όπερα και έπειτα αφέθηκε στην υποκριτική. Λατρεύει την οικογένειά της, την πολλή δουλειά και τις προκλήσεις που την κάνουν καλύτερη. Αυτή είναι η Μπέσυ Μάλφα, που, με τον Αλέξανδρο Ρήγα στη σκηνοθεσία, ζωντανεύει τη Shirley Valentine του Willy Russell στο θέατρο «Ριάλτο», αλλά και σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Με αυτή την παράσταση ξεκινήσαμε την κουβέντα μας... «Είναι μια παράσταση που μας αφορά όλους. Πραγματεύεται τις έννοιες του ποιος είμαι, τι θέλω από τη ζωή μου και γενικά την έννοια του ανθρώπου.

Η ηρωίδα ψάχνει να βρει τον εαυτό της και τον βρίσκει στη χώρα που γέννησε τη φιλοσοφία, τη δημοκρατία και όλες τις μεγάλες έννοιες. Νομίζω ότι είναι μια καλή ευκαιρία να ανατρέξουμε σε αυτές τις έννοιες, οι οποίες είναι δική μας προίκα». «Αντί να πω: “Χριστέ μου, είμαι 52”, θα πω: “Σίρλεϊ, είσαι μόνο 52, δεν είναι υπέροχο;”».

«Και τώρα κουβαλάμε όλο αυτό το φορτίο της αχρησιμοποίητης ζωής μαζί μας και δεν είχαμε τα κότσια να ταξιδέψουμε για το δικό μας γιουκάλι, ακόμα κι αν το γιουκάλι δεν υπάρχει». Οι δύο ατάκες που μου είπε από το έργο είναι ίσως οι πλέον ενδεικτικές του πόσο δυνατό είναι το κείμενο αλλά και δύσκολο με μια έννοια... Αν και δεν της αρέσει να δίνει συμβουλές, υπάρχει κάτι που θα πρότεινε σε όλα εκείνα τα παιδιά που ονειρεύονται να γίνουν ηθοποιοί.

«Για οποιαδήποτε τέχνη χρειάζεται να υπάρχει από πίσω βιβλιογραφία. Οσον αφορά την ηθοποιία, θα πρέπει κάποιος να διαβάσει πολλή λογοτεχνία, υποκριτική, βιβλία για την ψυχή. Αριστοτέλη, Πλάτωνα, Πυθαγόρα. Αυτή η δουλειά έχει να κάνει με την ψυχή, με τον εγκέφαλο, με το σώμα μας, που είναι το δοχείο έτοιμο να γεμίσει, αλλά ταυτόχρονα πιστεύω ότι πρέπει να έχει διαβάσει και Μαθηματικά, για να καταλάβει την έννοια των κοινών συνιστωσών, την έννοια των πιθανοτήτων. Η τέχνη της υποκριτικής είναι η τέχνη της αλήθειας, όχι του ψέματος. Ο θεατής καταλαβαίνει πάντα τα πάντα».

Η ηθοποιός θα εμφανιστεί και σε κάποια επεισόδια του «Ου φονεύσεις». 

«Κάναμε το πρώτο επεισόδιο με τον Κοκκινόπουλο για γούρι, όπως πάντα. Επαιξα μια μάνα που κάνει πολλά και μάλιστα σκοτώνει το παιδί της. Ενα πραγματικά πολύ δύσκολο κείμενο. Ζορίστηκα γιατί χρειάστηκε να κάνω πράγματα που έκαναν τη δική μου ψυχοσύνθεση να δυσκολευτεί πάρα πολύ, όμως αξίζει τον κόπο».

Και η κουβέντα μας έκλεισε μιλώντας για τη χώρα μας και τους ανθρώπους της...

«Πάντα αναρωτιόμουν γιατί δεν ενωνόμαστε, γιατί έχει ο καθένας την ισχυρή του γνώμη. Κατάλαβα όμως ότι όλοι οι Ελληνες είναι πολύ σημαντικοί. Εχουμε τον ήλιο, τη θάλασσα, το μεσογειακό κλίμα, που σε κάνει να είσαι έντονος, παρορμητικός και συχνά ισχυρογνώμων. Για μένα το σημαντικό είναι η εξέλιξη, ότι πρέπει να κάνουμε το ταξίδι. Να είσαι σίγουρος πια και λυτρωμένος για το ότι αυτό που έχεις διαλέξει να κάνεις είναι αυτό και δεν είναι κάτι άλλο. Δεν θα άλλαζα τίποτα στους Ελληνες. Θα ήθελα μόνο καλύτερη παιδεία στα σχολεία. Ο πολιτισμός είναι αυτός που μας κρατάει και τα παιδιά μας πρέπει να γνωρίζουν όλους αυτούς τους σπουδαίους συγγραφείς που έχουμε. Οχι για να σπουδάσουν -που και αυτό χρειάζεται-, αλλά κυρίως για να εκπαιδευτούν».

*Δημοσιεύτηκε στο ένθετο Πολιτισμός, της εφημερίδας ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ