Ακριβώς πριν 90 χρόνια, στις 10 Νοεμβρίου 1928, στη Ρώμη, ερχόταν στη ζωή ένα παιδί που η μοίρα του ήταν να επηρεάσει καθοριστικά τη μουσική, κυρίως μέσω των συνθέσεων που έγραψε για τον κινηματογράφο. Είναι ο Ένιο Μορικόνε, ο άνθρωπος που έγραψε πάνω από 500 έργα για κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, πολλά απ' τα οποία θεωρούνται πλέον κλασικά αριστουργήματα, καθώς και περισσότερες από 100 συνθέσεις κλασικής μουσικής, αλλά και τραγούδια που ερμήνευσαν θρύλοι, όπως η Μίνα, η Ρίτα Παβόνε, ο Τζίμι Φοντάνα, ή ο Πολ Άνκα, σε αυτά τα 60 χρόνια δημιουργίας του.

Ωστόσο, το όνομά του είναι συνδεδεμένο με το σινεμά, καθώς το σημάδεψε με τις μελωδίες του, πολλές φορές άγριες και σπαραχτικές, μοναδικά ξεχωριστές και ιδιοφυείς, ενώ δεν είναι υπερβολή να σημειωθεί ότι πολλές ταινίες θα μείνουν στην αιωνιότητα μόνο και μόνο γιατί αυτός έχει γράψει τη μουσική. Απ' την άλλη, ο σκηνοθέτης Τζουζέπε Τορνατόρε, πιστεύει ότι "δεν είναι απλώς ένας σπουδαίος συνθέτης ταινιών, είναι ένας σπουδαίος συνθέτης". Πράγματι, οι ειδικοί μουσικοκριτικοί, αλλά και οι συνάδελφοί του, που τον λένε δικαιωματικά "il maestro", εξετάζοντας το συνολικό του έργο, ανεξάντλητης ποικιλίας και διαφορετικών φορμών, μιλούν για μία εξαίρετη μουσική προσωπικότητα, που θα περάσει με χρυσά γράμματα στην ιστορία της μουσικής. Αλλά η ιστορία έχει γράψει ήδη γι' αυτόν. "Ο μεγαλύτερος συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής". Όπως έλεγε και ο Τζον Φορντ ότι η δουλειά του είναι να κάνει γουέστερν, έτσι και ο Μορικόνε θα έπρεπε να λέει μουσική για ταινίες. Άλλωστε και μόνο τη μουσική για τις ταινίες του Σέρτζιο Λεόνε να είχε κάνει θα ήταν αρκετό για να έχει περάσει στο πάνθεο της μουσικής.

Τα πρώτα βήματα

Ο πρώτος δάσκαλος του στη μουσική ήταν ο πατέρας του Μάριο, ο οποίος τον δίδαξε να διαβάζει μουσική και να παίζει διάφορα όργανα, μέχρι να πάρει την τρομπέτα, για να μπει στην Ακαδημία της Santa Cecilia (από τους παλαιότερους μουσικούς οργανισμούς του κόσμου) και για να λάβει μαθήματα τρομπέτας, σύνθεσης και χορωδιακής μουσικής υπό την καθοδήγηση του κλασικού συνθέτη Γκοφρέντο Πετράσι.

Άρχισε να γράφει μουσική για το θέατρο, αλλά και κλασικά έργα, για φωνή και πιάνο, όπως το "Imitazione", βασισμένο σε ένα κείμενο του Ιταλού ποιητή Τζάκομο Λεοπάρντι, ενώ τα έργα του τα αφιέρωνε στο δάσκαλό του Πετράσι. Το 1953, ο Μορικόνε έγραψε συνθέσεις για μια σειρά βραδινών εκπομπών στο ραδιόφωνο, ενώ ταυτόχρονα συνέχισε τη σύνθεση σοβαρών κλασικών έργων, επιδεικνύοντας έτσι την ευελιξία και τον εκλεκτισμό, που τον διέκρινε και ήταν αναπόσπαστο μέρος του χαρακτήρα του. Παρόλα αυτά, ο συνθέτης κέρδισε μεγάλη δημοτικότητα γράφοντας μουσική υπόκρουση για ραδιοφωνικά δράματα, δίνοντας το στίγμα για το τι θα ακολουθήσει, χωρίς κανένας να περιμένει εκείνη την εποχή την απογείωσή του.

Η προσωπική ζωή του Μορικόνε έμεινε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Το 1956 παντρεύτηκε τη Μαρία Τράβια, την οποία συνάντησε το 1950, όταν εκείνη έγραφε στίχους για μελοποίηση. Έχει τρεις γιους και μια κόρη, τον Μάρκο, την Αλεσάντρα, τον Αντρέα και τον Τζιοβάνι. Επίσης, ο Μορικόνε δεν θέλησε ποτέ να ζήσει στο Χόλιγουντ, παρά τις ζωηρές προσκλήσεις, ενώ δεν μιλάει πολύ καλά αγγλικά και προτιμά να δίνει συνεντεύξεις μόνο στη μητρική του γλώσσα.