Σε ένα ιδιαίτερο τόλμημα επιδίδεται αυτόν τον καιρό ο Δημήτρης Λιγνάδης, παρουσιάζοντας μια πρωτότυπη απόδοση της Ιστορίας του Θουκυδίδη στο Υπόγειο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.

Μετά από τις τέσσερις μεγάλες παραγωγές με τις οποίες καταπιάστηκε τα τελευταία χρόνια, το «Ριχάρδο», το «Πεερ Γκυντ», το «Αφέντης και δούλος» και την «Αντιγόνη», επιδιώκει με το έργο «Μαθήματα πολέμου» να ολοκληρώσει έναν κύκλο δημιουργίας, ώστε το καλοκαίρι να κάνει διάλειμμα για να ξεκουραστεί. Το κείμενο, που υπογράφει ο αδελφός του, φιλόλογος και θεατρολόγος Γιάννης Λιγνάδης, είναι μια συρραφή ιστορικών γεγονότων, ανθολογημένων από τα πέντε πρώτα βιβλία της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου. Το project βέβαια δεν είναι καινούριο καθώς έχει ξεκινήσει εδώ και δύο χρόνια και αποτελεί μια συνεργασία με το Ηellenic Education and Research Center.

Τι μας λέει αυτό το έργο;

Αυτό το έργο έχει ως επιστέγασμα μια προσπάθεια δύο χρόνων να παρουσιάσω μια σειρά έργων. Δηλαδή μετά το «Ριχάρδο», το Πεερ Γκιν, το «Αφέντης και δούλος» και την «Αντιγόνη», ανεβάζω τώρα τα «Μαθήματα πολέμου» και μετά θα σταματήσω για να ξεκουραστώ αυτό το καλοκαίρι. Είναι σαν να θέλω να πω στον κόσμο, ότι μετά από αυτόν τον οργασμό δημιουργίας, αυτή η παραγωγή του Θουκυδίδη, είναι για μένα πολύ σημαντική και εξηγώ αμέσως το λόγο. Ο Θουκυδίδης μας μιλάει για τα γεγονότα του Εμφυλίου Πολέμου που ξέσπασε στην Ελλάδα και λέγεται Πελοποννησιακός Πόλεμος. Η Ελλάδα τότε ήταν το γνωστότερο κομμάτι του δυτικού κόσμου. Γύρω της υπήρχαν οι λεγόμενοι βάρβαροι, οι Πέρσες και άλλοι. Το θέμα του έργου περιγράφει έναν εμφύλιο, τις προσωπικές διαμάχες, τις κομματικές αντεκδικήσεις, τα μικροσυμφέροντα και όλη την παθογένεια που μαστίζει την Ελλάδα. Ο Θουκυδίδης είναι σαν να ζει σήμερα. Το δεύτερο πράγμα που μας λέει αυτή η παράσταση είναι ότι ο Θουκυδίδης ήταν μια φοβερή διάνοια που διέθετε αμεροληψία, κριτική ματιά, συγγραφική αρετή. Στην παράσταση βλέπουμε όλες τις δεξιότητες του, ο οποίος είναι φοβερά σύγχρονος.

Είχατε καταπιαστεί και παλαιότερα με τον Θουκυδίδη με το έργο «Θουκυδίδης Δραματικός: Το Θέατρο του Πολέμου». Τα «Μαθήματα πολέμου» τώρα είναι μια εξέλιξη εκείνου του έργου;

Ναι ακριβώς, είναι μια μετεξέλιξη. Το πρότζεκτ αυτό έχει ξεκινήσει εδώ και δύο χρόνια με συνεργασία αμερικανικών πανεπιστημίων και δεν είναι αμιγώς θεατρικό, αλλά κυρίως ερευνητικό και εκπαιδευτικό.

Τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με το Θουκυδίδη;

Σε κάθε παράσταση με ωθεί κάτι προσωπικό. Πάντα κάτι θέλω να πω. Πάντα υπάρχει ένα κίνητρο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το κίνητρο ήταν ότι αγαπώ πάρα πολύ το πνεύμα των Αρχαίων, γιατί θεωρώ πως είναι πάρα πολύ σύγχρονοι. Δεν τους θεωρώ αρχαίους. Δεύτερον βρίσκω στη σημερινή Ελλάδα απίστευτες και ανατριχιαστικές ομοιότητες με την Αρχαία Ελλάδα. Και τρίτον θεωρώ ότι υπάρχει πολύ μέλλον στην ενασχόληση με τα αρχαιόθεμα έργα. Και δεν μιλάω μόνο για το Αρχαίο Δράμα, που παρουσιάζει έναν κορεσμό, αλλά για τα ιστορικά κείμενα. Ο Έλληνας διψάει για την Αρχαία Ελλάδα, γιατί ψάχνει να βρει το κέντρο του, τις ρίζες του. Και οι ρίζες του είναι άλλες υγιείς και άλλες άρρωστες, αλλά πρέπει να τις ξέρει όλες. Γιατί το έχει ανάγκη. Αν δεν ξέρεις από πού έρχεσαι, δεν ξέρεις και που πας.

Για να υλοποιήσετε την ιδέα σας και στα δυο έργα συμβουλευτήκατε καθηγητές – ιστορικούς. Τι σας έκανε μεγαλύτερη εντύπωση από τη συνεργασία σας μαζί τους; Ποιες ήταν οι σημαντικότερες συμβουλές που σας έδωσαν;

Από τους καθηγητές ξεκίνησε το εγχείρημα. Δεν μου έδωσαν και πολλές συμβουλές, γιατί είμαι κι εγώ φιλόλογος και λάτρης των Αρχαίων. Έχω από μικρός πρόσβαση και στην ποίηση και στην λογοτεχνία και στα αρχαία κείμενα και έχω ασχοληθεί πάρα πολύ με το Αρχαίο Δράμα θεωρητικά και πρακτικά. Αλλά στην εποχή που ζούμε, που όλα είναι στο περίπου και όλοι λένε ότι τους κατέβει, η επιστημονική και τεκμηριωμένη ματιά πλέον είναι απαραίτητη. Έτσι ήταν η συνεργασία μου. Αλλά εμείς δεν κάνουμε ένα θεατρικό αναλόγιο, ούτε θέλουμε να κουνήσουμε το δάκτυλο. Προσπαθούμε να δώσουμε μια θεαματική διάσταση στο ακρόαμα των κειμένων αυτών.

Το θεατρικό κείμενο του Γιάννη Λιγνάδη επιχειρεί να αναδείξει τη διαχρονική ουσία της «τραγωδίας του πολέμου». Ποια είναι αυτή;

Δεν είναι θεατρικό το κείμενό του. Ο Γιάννης είναι επιστήμονας, μεταφραστής, αλλά και δάσκαλος θεατρολογίας σε σχολές, διδάσκει ιστορία θεάτρου. Είναι μαζεμένα κάποια κομμάτια και βαλμένα σε μια στοιχειώδη θεατρική δομή. Μετά καλείται ο σκηνοθέτης να τα κάνει θεατρικά. Την ουσία της τραγωδίας του πολέμου, την λέει ο Θουκυδίδης με πολύ απλά λόγια. «Αυτά τα πράγματα θα συμβαίνουν πάντα, όσο η φύση του ανθρώπου παραμένει ίδια». Όταν όμως χρησιμοποιούμε την έννοια αυτή, δεν εννοούμε μόνο τα δεινά του πολέμου. Αλλά επίσης θεωρούμε πως ο Θουκυδίδης στη συγγραφή του χρησιμοποιεί θεατρικούς μηχανισμούς. Ο Γιάννης έχει κάνει συρραφή κειμένων του Θουκυδίδη φτιάχνοντας ένα δικό του κείμενο. Την παράσταση την ονόμασα Μαθήματα Πολέμου όχι φυσικά για να δείξω στον κόσμο πώς να πολεμάει, αλλά τι αποκομίζει κανείς από έναν εμφύλιο πόλεμο. Τι μάθημα παίρνει. Έχω επιλέξει πέντε νέους ηθοποιούς, που ο καθένας με το δικό του τρόπο, μας παρουσιάζει το δικό του κεφάλαιο. Είναι έξι μαθήματα, που το καθένα διαφέρει από το άλλο στον τρόπο παρουσίασης του.

Στη σκηνή είστε εσείς με πέντε νέους ηθοποιούς; Έχει κάποιο συμβολισμό αυτό;

Όχι. Είναι η επιλογή μου με σκοπό να δω πως αυτός ο λόγος του Θουκυδίδη μετακυλίζεται στις ψυχές, στα σώματα και στα στόματα νέων ηθοποιών. Θέλω πάντα να βλέπω ποιους αγωγούς έχουν οι νέοι ηθοποιοί για να πουν αυτά τα πράγματα. Από το να επιλέξω ειδικούς, προτιμώ νέους ανθρώπους. Θέλω να απευθύνομαι στους νέους.

Πιστεύετε πως το θέατρο περνάει δυσκολίες τα τελευταία χρόνια;

Δεν μου αρέσει να το λέω αυτό, γιατί είναι λίγο γεροντικό να λέμε συνέχεια ότι περνάμε κρίση. Περνάει μια κρίση το θέατρο, όπως όλη η Ελληνική κοινωνία γιατί έχει χαθεί λίγο το κέντρο. Ο καθένας πιστεύει πως μπορεί να κάνει τα πάντα και σε όλους κάτι λείπει. Στο θέατρο υπάρχει μια πληθώρα ανθρώπων που θέλει να κάνει θέατρο, μη ξέροντας ακριβώς τι είναι το θέατρο. Ξαφνικά υπάρχει μια μεγάλη αγορά, αλλά η κατανάλωση δεν μπορεί να είναι τόση μεγάλη. Έτσι υπάρχει ανεργία, κακές πληρωμές και μια σχεδόν ανύπαρκτη θεατρική εκπαιδεύση. Οι περισσότεροι νέοι ηθοποιοί είναι πολλοί καλύτεροι από τη δική μας γενιά ηθοποιών. Είναι πιο απενοχοποιημένοι, δεν έχουν αγκυλώσεις, έχουν πιο καλή πρόσβαση στη γνώση.

 

Έχετε παίξει στις μεγαλύτερες σκηνές της χώρας έως τώρα. Και το ρεπερτόριό σας περιλαμβάνει από μιούζικαλ έως αρχαίο δράμα. Τι σας έχει μάθει όλη αυτή η διαδρομή; Σε ποια στοιχεία στηρίζεται η τόσο μεγάλη πείρα σας;

Όσο μαθαίνεις, όσο προχωράς στην απόκτηση πείρας, τόσο καταλαβαίνεις πόσα λιγότερα ξέρεις. Σαν μια θάλασσα που όσο την τρώς, αυτή δεν τελειώνει ποτέ. Είναι μια ατελείωτη διαδικασία, που ευτυχώς εμάς τους καλλιτέχνες μας κρατάει ζωντανούς. Από μια πλευρά μας σκοτώνει, μας φθείρει, και από την άλλη μας ζωντανεύει, γιατί όλη αυτή η διαδικασία δεν είναι αναίμακτη. Για να σκηνοθετήσουμε ή να παίξουμε κάτι πληρώνουμε διόδια. Ψυχικά. Αλλά είμαι πολύ τυχερός που ασχολήθηκα με αυτό το πράγμα. Όσο μεγαλώνω, τόσο θέλω να αφήνω ένα σπόρο πίσω μου, που θα μου τον φέρει ο άλλος ως βλάστημα.

Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που έχετε συνατήσει έως τώρα στην καριέρα σας;

Θα σου πω δυο δυσκολίες. Η μια είναι ο εαυτός μου, γιατί ακόμα τον ψάχνω, δεν ξέρω που πατάω και που βρίσκομαι, ούτε τι θέλω, ούτε πώς να το κάνω. Δεν είμαι σε αρμονία με αυτό που λέγεται Λιγνάδης και η άλλη δυσκολία είναι αυτό το καταθλιπτικό πέπλο που έχει πέσει πάνω από την Ελλάδα τα τελευταία 10 χρόνια. Το ότι δεν υπάρχει φως στο τούνελ. Ότι όλα είναι ισοπεδωμένα.

Ποια είναι η μεγαλύτερη τρέλα που έχετε κάνει; Ρισκάρετε εύκολα;

Ναι ρισκάρω στις δουλειές μου αλλά κάνω τρέλες με νόημα. Πολλές φορές δεν το καταλαβαίνω, καταλαβαίνω τη δυσκολία ενός εγχειρήματος αλλά λέω θα το παλέψω. Η αγορά ίσως το θεωρεί τρέλα. Το εγχείρημα με τον Πεερ Γκιντ, που είναι μια παράσταση 6 ωρών και την έκανα 2 ωρών, ήταν μια τρέλα που μου αφαίρεσε ώρες ύπνους και ψυχική ηρεμία. Αλλά το ευχαριστήθηκα πολύ! Δεν υπάρχει αναίμακτη τρέλα. Όποιος το λέει αυτό είναι ψεύτης.

Πριν λίγα χρόνια τολμήσατε να ανεβάσετε τις Βάκχες με πρωταγωνιστή τον Σάκη Ρουβά. Γιατί θεωρείτε ότι τότε υπήρξε τέτοια αντίδραση στην επιλογή του κ. Ρουβά για το ρόλο του Διονύσου;

Γιατί ο κόσμος είναι βαθιά συντηρητικός. Θέλει να είναι προοδευτικός με τον εαυτό του, αλλά συντηρητικός με τους άλλους. Ο κόσμος κρίνει τον Ρουβά που έκανε Αρχαίο Δράμα, αλλά είναι πολύ ανεκτικός αν δει στη Στέγη μια πρωταγωνίστρια τραγωδίας να χέζει πάνω στη σκηνή. Θέλει να βλέπει την τρέλα μέσα στο τρελάδικο.

Ποια ήταν για εσάς τότε η μεγαλύτερη δυσκολία σε εκείνη την παράσταση;

Είναι μπαγιάτικο το θέμα. Αλλά η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν να αναμετρηθώ με τον Ευριπίδη και όχι φυσικά ο Ρουβάς. Ο Ρουβάς ήταν πολύ μεγάλη ευκολία γιατί εγώ είχα πρώτα συλλάβει τη μορφή την οποία θα είχε ο Διόνυσος και μετά κάλεσα τον Ρουβά για το ρόλο. Πάντα η δυσκολία για όλα τα έργα είναι το κείμενο γιαυτό είμαι πολύ αυστηρός στο θέμα της μετάφρασης.

Για εσάς ποια είναι η μαγεία του θεάτρου;

Αυτό το δίωρο που είμαι πάνω στη σκηνή και που βλέπεις μετά στο χειροκρότημα αν σε επιβραβεβουν ή όχι όση μαγεία έχει ένα σπίρτο που ανάβει.

Τι ετοιμάζετε για το Φθινόπωρο;

Από το Σεπτέμβριο θα με δείτε στο "Βυσσινόκηπο" του Τσέχωφ σε σκηνοθεσία Κ. Μαρουλάκη στο Θέατρο Χορν.

INFO: 

ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ: Σκηνοθεσία: Δημήτρης Λιγνάδης, Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου, Κείμενο-Δραματουργία: Γιάννης Λιγνάδης, Ιστορικός Σύμβουλος: Δρ. Ανδρονίκη Μακρή, 
Ηθοποιοί: Δημήτρης Λιγνάδης, Aurora Marion, Βασίλης Αθανασόπουλος, Κώστας Νικούλι, Ανδρέας Καρτσάτος, Κατερίνα Πατσιάνη

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΗΣ 21:00 | ΔΙΑΡΚΕΙΑ 75 λεπτά
ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ 10 € (φοιτητές, νέοι, άνεργοι, ΑΜΕΑ, 65+, πολύτεκνοι), 15 € (γενική είσοδος)

Η παράσταση απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες άνω των 13 ετών. Έως Παρασκευή 25 Μαΐου.

ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 12 ΜΑΪΟΥ 2018.