Στον 4ο όροφο του Υπουργείου Πολιτισμού εργάζεται σκληρά, αλλά αθόρυβα, από τον Φεβρουάριο 2021 μια γυναίκα δυναμική και άκρως στοχοπροσηλωμένη στο έργο της, η Γενική Γραμματέας Σύγχρονου Πολιτισμού κ. Ελένη Δουνδουλάκη. Εκτός από δρ. θεατρολογίας, σκηνογράφος και ενδυματολόγος στο θέατρο, όπου εργάστηκε περίπου μια δεκαετία, η Ελένη Δουνδουλάκη έχει ασχοληθεί ενεργά με την Τοπική Αυτοδιοίκηση ως Αντιδήμαρχος του Δήμου Ψυχικού, καθώς και Περιφερειακή Σύμβουλος και Αντιπεριφερειάρχης Πολιτισμού της Περιφέρειας Αττικής.

Σήμερα υπό την Υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη και τον Υφυπουργό Χρίστο Δήμα υπηρετεί μια θέση που της ταιριάζει απόλυτα, δουλεύοντας πάνω στους τομείς του θεάτρου, του χορού, της μουσικής, του κινηματογράφου, του βιβλίου και των εικαστικών.

Στην κορυφή των προβλημάτων που άπτονται του Σύγχρονου Πολιτισμού βρίσκεται τον τελευταίο χρόνο ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης με επίκεντρο τη δημιουργία της Ανώτατης Σχολής Παραστατικών Τεχνών που προανήγγειλε πριν από ένα χρόνο ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. «Το ζήτημα της καλλιτεχνικής εκπαίδευσης είναι εξαιρετικά σοβαρό και αντικειμενικά έχει πολλά εκκρεμή και ακανθώδη σημεία εδώ και δεκαετίες. Και μόνο το γεγονός ότι ως προς τη μουσική εκπαίδευση, τα ωδεία στη χώρα λειτουργούν με μια νομοθεσία που ισχύει από τη δεκαετία του 1950 και η καλλιτεχνική εκπαίδευση στο θέατρο και το χορό λειτουργεί με νομοθεσία του 1981, δείχνει ότι οπωσδήποτε χρειαζόμαστε έναν εκσυγχρονισμό, μια επικαιροποίηση. Η Κυβέρνηση έχει πάρει μια σαφή απόφαση, οι παραστατικές τέχνες (θέατρο, μουσική και χορός) να απολαμβάνουν πλέον την ίδια ακαδημαϊκή βαρύτητα που απολαμβάνουν οι καλές τέχνες με την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών ήδη από το δεκαετία του 1930 ως αυτόνομο ίδρυμα» ανέφερε προημερών η ίδια στην Κυριακάτικη Απογευματινή.

Ωστόσο αν κάποιος διεισδύσει στο εσωτερικό ενός τέτοιου εγχειρήματος θα διαπιστώσει πως είναι ένα θέμα σύνθετο με μεγάλες δυσκολίες, που έχουν να κάνουν με τη νομοθεσία, τη διαβάθμιση αλλά και τη συννενόηση με τους φορείς και τα σωματεία των καλλιτεχνών. «Η μεγαλύτερη δυσκολία έγκειται στο ότι είναι μια εντελώς ξεχωριστή εκπαιδευτική διαδικασία η οποία δεν προσομοιάζει με τις υπόλοιπες μορφές εκπαίδευσης για άλλα επαγγέλματα. Για παράδειγμα η μουσική χρειάζεται διδασκαλία ένας προς έναν. Ο χορός δεν μπορεί να διδαχτεί παρά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες κτηριακών υποδομών αλλά και με συγκεκριμένο αριθμό ατόμων μέσα στην τάξη. Το θέατρο επίσης το ίδιο. Στις Τέχνες αυτές υπάρχουν κι άλλες συνθήκες που πρέπει να ακολουθήσει ένας εκπαιδευόμενος όπως είναι η ουσιαστική ομαδικότητα. Υπάρχουν πολλές ιδιαιτερότητες και πάνω σε αυτές σκύβουμε με πάρα πολλή προσοχή. Όλα αυτά θα γίνουν πράξη με την στενότατη συνεργασία του ΥΠΠΟ με το Υπουργείο Παιδείας, γιατί το καθ ύλην αρμόδιο Υπουργείο να ιδρύσει ένα ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα είναι το Παιδείας. Και για πρώτη φορά έχουν καθίσει τα δύο αυτά Υπουργεία μαζί στο ίδιο τραπέζι να βρουν λύσεις και να φτιάξουν κάτι εξειδικευμένο και ενιαίο για την Καλλιτεχνική Εκπαίδευση στη χώρα. Η στόχευσή μας είναι η Σχολή να ετοιμαστεί έως το 2025 και εργαζόμαστε σκληρά για αυτό. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια συντονιστική επιτροπή που εργάζεται υπό τον κ. Περικλή Μήτκα, τον Πρόεδρο της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης. Και παράλληλα υπάρχει άλλη μια επιτροπή με πρόεδρο τον κ. Γιώργο Βούτσινο, τον καθ’ ύλην αρμόδιο Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας, η οποία εργάζεται για το θέμα της διαβάθμισης των πτυχίων των καλλιτεχνικών σχολών. Εγώ είμαι μέλος και στις δυο αυτές επιτροπές εκ μέρους του Υπουργείου Πολιτισμού. Με τα σωματεία των καλλιτεχνών είμαστε στη διαδικασία διαβούλευσης. Και υπάρχει πολύ καλή διάθεση από όλες τις πλευρές να υπάρξει μια ολοκληρωμένη ρύθμιση στο θέμα» αναφέρει.

Το Θεατρικό Μουσείο

Παράλληλα η κ. Δουνδουλάκη ασχολείται, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον με το χρόνιο πρόβλημα του Θεατρικού Μουσείου, που μετά από ταλαιπωρία πολλών ετών λόγω χρεών που είχαν συσσωρευτεί, βρέθηκε οριστική λύση. «Ήδη από το 2016 οι συλλογές του Θεατρικού Μουσείου είχαν κηρυχθεί Νεώτερο Μνημείο και αυτό ήταν ένα πολύ σημαντικό βήμα. Το 2021 μετά από πάρα πολύ σημαντική δουλειά που έγινε από το Υπουργείο, αυτές οι συλλογές, αφού αποτιμήθηκαν από ειδικούς, πέρασαν στην κατοχή του Υπουργείου Πολιτισμού. Έγινε μεταβίβαση κυριότητας των συλλογών και της βιβλιοθήκης έναντι του ποσού των 1.200.000 ευρώ και έτσι με αυτά τα χρήματα καλύφθηκαν όλα τα χρέη του. Το θέμα ήταν επί χρόνια άλυτο. Όμως όλα τα χρέη που υπήρχαν αποπληρώθηκαν στο ακέραιο. Σήμερα η οικία Αλεξάνδρου Σούτσου επί της οδού Σταδίου 47, στο κέντρο της Αθήνας αποκαθίσταται προκειμένου να στεγάσει μέρος των πολύτιμων συλλογών. Το κτήριο αυτό είναι ένα εξαιρετικό αρχιτεκτόνημα και εκεί πρόκειται να στεγαστεί η πολύ πλούσια θεατρική βιβλιοθήκη του Μουσείου. Και υπάρχει πρόβλεψη και για αναγνωστήριο ώστε να λειτουργεί ξανά και ως κέντρο μελέτης και έρευνας. Κι εγώ ως φοιτήτρια στη θεατρολογία είχα κάνει έρευνες εκεί όπως και πάρα πολλοί άλλοι φοιτητές. Είναι απολύτως απαραίτητο να ανοίξει πάλι και να είναι προσβάσιμο στο κοινό» τονίζει.

Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή την Κυριακή 14 Απριλίου 2024