Η Αρετή Κετιμέ είναι ένα από τα πιο ταλαντούχα πλάσματα που έχει γεννήσει η χώρα μας, έκανε το ντεμπούτο της στον χώρο της μουσικής σε πολύ μικρή ηλικία. Το κοινό τη γνώρισε αρχικά στο πλευρό του δασκάλου της Αριστείδη Μόσχου και στη συνέχεια στο πλάι του Γιώργου Νταλάρα, ο οποίος την ξεχώρισε για το ταλέντο της αλλά και για τον επαγγελματισμό της, παρά τη μικρή της ηλικία.

Ένα πλάσμα ταλαντούχο, που μάγευε παίζοντας σαντούρι και τραγουδώντας παραδοσιακά τραγούδια.

Σήμερα πραγματοποιεί Live εμφανίσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό και μας παρουσιάζει το «Αlbum Rembetiko Vol 1 Al a Turka». Αποτελείται από 8 αγαπημένα κομμάτια μοναδικών δημιουργών, που επιλέχθηκαν με αγάπη και μεράκι, για να γίνουν μέρος αυτής της νέας δουλειάς.

Η Αρετή Κετιμέ, μίλησε στο parapolitika.gr για τη νέα της δουλειά «Αlbum Rembetiko Vol 1 Ala Turka», την παραδοσιακή μουσική, τις ζωντανές της εμφανίσεις, και για όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας.


Που σας βρίσκουμε αυτό το καιρό;

«Αυτήν την περίοδο με πετυχαίνετε αισιόδοξη με νέους στόχους νέο μουσικό σχήμα και ένα πολύ όμορφο καλοκαίρι που το περιμένουμε όλοι μας με ανυπομονησία».

Σας ταιριάζει περισσότερο ένα μουσικό ύφος ή είστε ανοιχτή σε διαφορετικές επιρροές;

«Η μέχρι τώρα πορεία μου έχει χαρακτηρισθεί από ένα συγκεκριμένο μουσικό ήχο, και μία συγκεκριμένη αισθητική ωστόσο οι επιρροές μου είναι πάντοτε πολύ μουσικές και πολύ όμορφες. Τολμώ να συνεργαστώ με καλλιτέχνες που δεν είναι στο είδος που βρίσκομαι και αυτό το έχω επιτύχει στο παρελθόν αλλά ευελπιστώ να το συνεχίσω και στο μέλλον».



Στο νέο σας album «Rembetiko Vol 1 Ala Turka», τι θα ακούσουμε; Ποιο είναι το όραμά σας σ΄αυτή την δισκογραφική σας δουλειά;

«Είναι μία προσπάθεια που κάνω εντελώς μόνη μου και εγώ ως παραγωγός του εαυτού μου , από την δεύτερη καραντίνα και δώθε.... Είναι ένα αφιέρωμα μία τετραλογία στο ρεμπέτικο και τις τέσσερις εποχές του.
Ξεκινήσαμε με το ''Ρεμπέτικο αλά τούρκα'', συνεχίζουμε τώρα με το ''Ρεμπέτικο σαντουροβιόλι'' και υπολείπονται ''Το ρεμπέτικο με τις κιθάρες'', και τελευταίο το κιθαρομπούζουκο».


Eκπέμπετε καλοσύνη, εκτίμηση και σεβασμό στις πανανθρώπινες αξίες. Ποια η γνώμη σας για όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας;

«Ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια είναι τιμητικό στην εποχή μας να αναγνωρίζουν την καλοσύνη ως καλοσύνη και όχι ως μειονέκτημα σε έναν άνθρωπο. Πριν κάμποσο καιρό μιλούσα και πάντοτε εξέθετα την θέση μου σε σχέση με τα τεκταινόμενα και όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας.

Ωστόσο θεωρώ πως αυτό πια δεν μου ταιριάζει, γιατί οι άνθρωποι κυρίως στα social media, τα μέσα μαζικής κοινωνικοποίησης δεν διαβάζουν κάτι ώστε να ακούσουν μία θέση, αλλά για να προκαλέσουν τον ομιλητή. Προφανώς και παρακολουθώ το τι γίνεται, μιας και ζω σ' αυτή τη χώρα, όμως δεν με ενδιαφέρει πια να τοποθετούμαι δημοσίως».


Τις τελευταίες δεκαετίες είναι αυξανόμενο το ενδιαφέρον των νέων για την παραδοσιακή μουσική και την πολιτισμική τους ταυτότητα. Πού οφείλεται αυτό το ενδιαφέρον;

«Υπάρχουν δύο τάσεις, η μία τάση είναι αυτή που μου ταιριάζει περισσότερο, δηλαδή νέοι άνθρωποι σαν εμένα που παίζουν, έχουν ακούσματα και αγαπάνε αυτή τη μουσική. Μια σημαντική λεπτομέρεια σε αυτό είναι ότι παίζουνε κι αναζητούν τα παλιά τραγούδια, οπότε αυτό μοιραία δίνει και ένα χρώμα σε αυτούς τους παίκτες και τους τραγουδιστές.

Η δεύτερη τάση που εμένα δεν μου ταιριάζει, ωστόσο υπάρχει και την βλέπουμε να κατακλύζει γύρω μας το μουσικό σύμπαν είναι η εξής.

Η παγκόσμια βιομηχανία από παπούτσια ρούχα ιδέες μαλλιά έχει υποστεί μία καθίζηση, καθότι έχουν συμβεί τα πάντα.
Πριν 20 χρόνια και κάτι όταν εγώ βγήκα στη μουσική, όταν έλεγα στους συμμαθητές μου ότι παίζω αυτή τη μουσική με κορόιδευαν, όχι όλοι, αλλά αρκετοί.

Η ποπ κουλτούρα και ότι μας έρχεται συνήθως από την Δύση το αναμασάμε χωρίς να το πολυσκεφτόμαστε.

Οι νέοι μουσικοί, τραγουδιστές και συγκροτήματα αναζητούν τάχα μου παραδοσιακά ακούσματα, τα παίρνουν, τους αλλάζουν τη μάνα και τον πατέρα, και τα οικειοποιούνται γιατί δεν υπάρχουν πνευματικά δικαιώματα. Κάνουν ποπ μουσική, άρα σουξέ. Αυτό το δεύτερο δεν μου αρέσει προσωπικά».


Είναι οι ζωντανές εμφανίσεις αυτές που καταξιώνουν έναν καλλιτέχνη στη συνείδηση του κοινού;

«Οι ζωντανές εμφανίσεις είναι πρώτο κατά σειρά, άμα δεν μπορείς να παίξεις στον κόσμο, μάλλον δεν είσαι και τόσο μουσικός», ανέφερε γελώντας.


Θα πρέπει ο καλλιτέχνης να αρθρώνει λόγο για τις κοινωνικές εξελίξεις ή οφείλει να παραμένει αφοσιωμένος αποκλειστικά στο δημιουργικό του έργο;

«Ένας καλλιτέχνης θα πρέπει να κάνει αυτό που νιώθει και αυτό που αγαπάει, εξαρτάται πάντοτε σε τι είδους είναι, τι πρεσβεύει.

Συγνώμη, κάνουν εντύπωση καλλιτέχνες που φαινομενικά δεν έχουν λόγο για τέτοια ζητήματα, ωστόσο θεωρώ πως ο καλλιτέχνης μιλάει μέσα από το έργο του, σε όποιο είδος, και σε όποιο στιλ, αλλά και μέσα από την στάση ζωής του».


Κάνοντας ένα απολογισμό μέχρι σήμερα, τι θα λέγατε ότι επιτύχατε, και τι θα θέλατε ακόμα να επιτύχετε;

«Αν έχω επιτύχει κάτι είναι ότι έχω καταφέρει να ζω όμορφα μέσα σε αυτήν τη δουλειά, να γνωρίζω ανθρώπους που τους εκτιμούσα και πριν τους γνωρίσω.

Συνάμα έχω επιτύχει να με αγαπάνε συναδέλφισσες μου και από άλλα είδη μουσικής, όπως η Χαρά Βέρρα, Γωγώ Τσαμπά, Γιώτα Γρίβα, Πάολα, Σεμέλη Παπαβασιλείου, Μαριάννα Παπαμακαρίου, Ρία Ελληνίδου, και η Εβίτα Σερέτη. Τις αγαπώ και εγώ και τις σέβομαι».