Αν το τέλος ήταν αύριο, τι θα θέλαμε από τη ζωή ακόμη; Τι δεν έχουμε κάνει; Σε αυτά τα ερωτήματα προσπαθεί να απαντήσει η Ματίνα Ευαγγέλου με την έκδοση του πρώτου μυθιστορήματος της, που έχει τίτλο «Θα σου δείξω τον φόβο» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Επίμετρο. Πρόκειται για ένα δυνατό μυθιστόρημα με επίκεντρο τη γυναίκα, που καλεί τον αναγνώστη να ακολουθήσει τις ηρωίδες του σ’ ένα ταξίδι αυτογνωσίας.
COVERφοβος

Η Ελβίρα, υπό τη διαφαινόμενη απειλή μιας νοητικής ασθένειας, ορίζει εκ νέου την ελευθερία της, για ν’ απαλλαγεί από τον φόβο. Έχει έναν «διάσημο» γάμο, έναν εξωσυζυγικό έρωτα, μια βραβευμένη καλλιτεχνική πορεία, και μια βαθιά τραυματική εμπειρία με την κόρη της. Η Λουκία και ο Δημήτρης, ένα νέο ζευγάρι, νιώθουν για την Ελβίρα φθόνο και έρωτα αντίστοιχα, ενώ η κόρη της αναπτύσσει ισχυρούς δεσμούς με μια διακεκριμένη προσφυγοπούλα μαθηματικό, τη Ραζάν.

Η συγγραφέας μίλησε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ και τη Μαριάνθη Κουνιά για το πρώτο της βιβλίο.

Πως αποφασίσατε το θέμα του βιβλίου σας; Πρόκειται για αληθινή ιστορία;


Όχι, δεν πρόκειται για αληθινή ιστορία. Η αλήθεια βρίσκεται στην ψυχοσύνθεση των ηρώων, που επιχείρησα να φωτίσω. Το θέμα και η πλοκή προέκυψαν δευτερευόντως, εν αρχή ήσαν οι ηρωίδες μου. Τις είχα χρόνια στο μυαλό μου, σχεδόν μεγαλώσαμε μαζί.

Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο στη συγγραφή αυτής της ιστορίας;


Να έχω την πολυτέλεια του χρόνου να την ολοκληρώσω. Ο χρόνος είναι η μεγαλύτερη πολυτέλεια. Η συγκυρία της πανδημίας ωστόσο, που πάγωσε τα πάντα, μου δημιούργησε τις ιδανικές συνθήκες συγγραφής. Παράλληλα, με δίδαξε πολλά για τις πραγματικές ανάγκες μου.

Ποια σημεία σας δημιούργησαν μεγαλύτερη συγκίνηση όταν τα γράφατε;

Τα κομμάτια του ημερολογίου της κεντρικής ηρωίδας μου, της Ελβίρας, που αναφέρονται στην κόρη της. Η περιπέτειά τους και το δέσιμο συγκινεί κάθε μητέρα πιστεύω.

Τι μας οδηγεί τελικά να ανακαλύψουμε την αλήθεια της ψυχής μας, ώστε να λυτρωθούμε;


Στην αλήθεια μας οδηγεί η ίδια η ζωή μέσα από τις δοκιμασίες της. Η λέξη που χρησιμοποιήσατε είναι απολύτως ακριβής, μας οδηγεί ως την αλήθεια, δεν σημαίνει ότι την κατακτούμε κιόλας, και δε λυτρωνόμαστε απαραίτητα. Το τι θα κάνει κανείς με την αλήθεια που βλέπει μπροστά του είναι μια άσκηση θάρρους. Θάρρος ως αντίθετο του φόβου που μας καθηλώνει στα ίδια. Η λύτρωση είναι αποτέλεσμα της αποδοχής και της αγάπης του εαυτού μας.

Εσείς, αν το τέλος ήταν αύριο, τι θα θέλατε από τη ζωή ακόμη;


Προσωπικά το ζητούμενό μου είναι η εξέλιξη, την οποία έχω βιώσει σαν άνθρωπος. Αν το τέλος ήταν αύριο, δε θα με είχα απογοητεύσει εντελώς. Οπότε ίσως θα ήθελα μια εμπειρία που να συνοψίζει όλα τα νοήματα της ζωής. Ίσως κρασί με αγαπημένους, γέλια, αγκαλιές και καλή μουσική, σε ένα μέρος με θέα, κάποιοι σοφοί στίχοι για επιμύθιο.

Πώς πιστεύετε σήμερα μπορούμε να βοηθήσουμε τους νέους να αγαπήσουν το βιβλίο;


Είναι δύσκολο εγχείρημα για πολλούς λόγους. Πρώτον δε διαβάζουν οι μεγάλοι, ώστε να παραδειγματιστούν ο μικροί. Δεύτερον η ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων δεν ενθαρρύνεται από το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Όλη η λογική της μίας πηγής αποξενώνει τον νέο από τον πνευματικό πλουραλισμό. Ειδικά το μάθημα των λογοτεχνικών κειμένων διδάσκεται με αστείο τρόπο, με υπογραμμίσεις των εκφραστικών μέσων και άλλα τέτοια επιφανειακά σχήματα, που πολύ λίγη σχέση έχουν με την ουσία των επικοινωνούμενων νοημάτων, και πολύ λίγο συνεισφέρουν στην κριτική σκέψη των μαθητών. Τέλος, να πω ότι η διαδικασία της ανάγνωσης στην εποχή της εύκολης και ταχύτατης πληροφόρησης, θέλει το δικό της χώρο και χρόνο, τον οποίο δε διαθέτει κανείς προς τους νέους. Τους ζητάται η εμπέδωση ξύλινων πληροφοριών, στα πλαίσια μιας ασφυκτικής ρουτίνας. Η ανάγκη για βιβλιοθήκες στις γειτονιές μας, θελκτικές για εφήβους και νέους, ως χώρους για να ακουμπήσουν την τσάντα τους και να ηρεμήσουν διαβάζοντας, είναι απλά τεράστια.

Πως αποφασίσατε να γίνεται συγγραφέας; Τι σας τράβηξε να γράψετε ένα βιβλίο;


Γεννήθηκα με μια ιδιαίτερη συνθήκη, τον υποκειμενισμό. Πάντα παρατηρούσα τον κόσμο, δεν χορταίναν τα μάτια μου εικόνες, που μετά τις περιέγραφα στο χαρτί. Ανακάτευα περιγραφές και σκέψεις. Αυτός ήταν ο χάρτης μου να καταλάβω τη ζωή. Και πάντα διάβαζα πολύ. Στο λύκειο διάβαζα από αρχαιοελληνική γραμματεία, μέχρι στίχους του Μόρισον. Στην πορεία έγινα πιο επιλεκτική, αλλά πάντα συστηματική αναγνώστης. Όταν ήμουν 18 ετών είχα μάλιστα νικήσει σε έναν λογοτεχνικό διαγωνισμό του περιοδικού ΜΕΤΡΟ, με ένα ποίημα μου, diminuendo το είχα ονομάσει. Με λυπεί που δεν έχω κρατήσει εκείνη την ειδική έκδοση όπου είχαν δημοσιευτεί όσα κείμενα διακρίθηκαν. Μετά μπήκε στη ζωή μου η Νομική και ο βιοπορισμός. Θα έλεγα πως η μητρότητα με έκανε όσο αληθινή είχα ξεχάσει να είμαι. Με ταρακούνησε και τα έβαλε όλα σε τάξη. Μου θύμισε τι έχει αξία για μένα και ποια είμαι.

Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν το εγχείρημα αυτό;


Το δύσκολο κομμάτι, ξέρετε, ήλθε μετά την έκδοση. Είναι το συγγραφικό παράδοξο κατά Φόστερ Γουάλας, το να γράφεις για να τα διαβάσουν άλλοι αλλά να μην τα πας καλά με την έκθεση του έργου σου. Η ίδια η στιγμή της συνέντευξης με βρίσκει βαθιά ευγνώμων απέναντί σας και τρομερά αμήχανη, ταυτόχρονα.