Ταλαντούχος, σεµνός, ευγενικός, µε πολύ χιούµορ και όπως φαίνεται µόνο τυχαία δεν είναι η φετινή σαρωτική επιτυχία που γνωρίζει. Ο λόγος για τον Λεωνίδα Κακούρη ή «∆ούκα Σεβαστό» από τις «Αγριες Μέλισσες», που δίνει ρεσιτάλ ερµηνείας και στο θέατρο.

Το «S» συνάντησε τον πρωταγωνιστή της πιο επιτυχηµένης -αυτή τη στιγµή- σειράς της ελληνικής τηλεόρασης, στο θέατρο «Αλµα», στην παράσταση «Κάτω Παρθενώνας», του Μηνά Βιντιάδη, όπου επίσης πρωταγωνιστεί µαζί µε τον Χρήστο Σαµπουντζή, σε σκηνοθεσία της Βάνας Πεφάνη.

Βρισκόµαστε στο θέατρο «Αλµα», στην παράσταση «Κάτω Παρθενώνας». Τι ακριβώς συµβαίνει εδώ;

Πρόκειται για µια ιστορία στη σύγχρονη Αθήνα. Σε µια Αθήνα κρίσης, όχι τόσο υλικής όσο κρίσης αξιών, όπου συγκρούονται δύο κόσµοι. Στη µέση βρίσκεται ο Παρθενώνας. Από τη µια µεριά είναι ένας επιχειρηµατίας ο οποίος βρίσκεται στα πρόθυρα της οικονοµικής καταστροφής, παίρνοντας στον λαιµό του εκατοντάδες επενδυτές που πίστεψαν σε αυτόν και χάνουν τα χρήµατά τους, και ο οποίος έχει πάρει απόφαση να αυτοκτονήσει.

Το άλλο πρόσωπο είναι ένας νεοάστεγος, ο οποίος ζει σε µια σπηλιά στου Φιλοπάππου µε θέα την Ακρόπολη. Ο επιχειρηµατίας γνωρίζει ότι ο νεοάστεγος πουλάει βιβλία και πιστεύει ότι αν του δώσει ένα µεγάλο ποσό που του έχει αποµείνει θα µπορέσει να τον πείσει να τον σκοτώσει, ώστε να πάρουν τα παιδιά του την αποζηµίωση. Και κάπως έτσι ξεκινάει το έργο, που έχει πολλές διακυµάνσεις.

Έχετε υπάρξει άφραγκος;

Για πολύ καιρό. Από την εφηβεία µου και µετά δεν ήταν εύκολα τα πράγµατα. Μετά τα 30 άρχισα να βγάζω κάποια χρήµατα. Οταν ήµουν πιο πιτσιρικάς και έµενα στα Εξάρχεια, τα ενοίκια δεν τα έδινα κάθε µήνα.

Απλώς, µου είχε πολλή εµπιστοσύνη ο ιδιοκτήτης, τα είχε και µε µια ηθοποιό και καταλάβαινε ο άνθρωπος. Και µόλις έπαιρνα κάποια χρήµατα από δουλειές, του έδινα 5-6 ενοίκια µαζί.

Έχετε κάνει άλλα επαγγέλµατα;

Πιτσιρικάς είχα δουλέψει στη ∆έλτα, στην παραγωγή, στα παγωτά. Σε ταβέρνες, σε µπαρ. Το «barman» «έπαιξε» για αρκετά χρόνια.

Πώς βιώνετε όλη αυτή την τεράστια επιτυχία µε τις «Αγριες Μέλισσες»;

Τώρα καταλαβαίνω τι µέγεθος έχει πάρει όλο αυτό που έχει γίνει µε τις «Αγριες Μέλισσες». Πήγα πριν από λίγες µέρες µε το µετρό στο Σύνταγµα, που ήταν µια γιορτινή µέρα, και εκεί κατάλαβα τι γίνεται µε τις «Μέλισσες».

Σταµατούσα κάθε δυο µέτρα. Ο κόσµος έχει ένα χαµόγελο όταν µε συναντάει. Ηρθε ένας ντροπαλός κύριος και µου λέει: «Κύριε Κακούρη, συγχαρητήρια. Κοιτάξτε, δεν είναι της ηλικίας µου, αλλά θα µου επιτρέψετε να βγούµε µια φωτογραφία για να τη δώσω στη σύζυγό µου;». Οταν στο ζητάνε µε τόσο γλυκό τρόπο, δεν µπορείς να αρνηθείς.

Πιτσιρικάς, λέγατε τα κάλαντα;

Βέβαια, πώς και πώς τα περιµέναµε. Μόλις ξυπνούσαµε, πηγαίναµε στα µαγαζιά. Στα κρεοπωλεία, στους φούρνους η πρώτη βάρδια. Ηµασταν οργανωµένοι. Εβγαινε γερό χαρτζιλίκι και δεν υπήρχε και φόβος τότε.

Τώρα δεν νιώθω ασφάλεια να αφήσω τα παιδιά µου να πάνε σε µια πολυκατοικία να πούνε τα κάλαντα. Θα τα στείλω σε 4-5 ανθρώπους.

Παρόλο που είστε παντρεµένος, αρέσετε σε πολλές γυναίκες. Εχουν υπάρξει ακραίες εκδηλώσεις θαυµασµού;

Ναι, υπάρχουν κάποιες εκδηλώσεις ακραίες. Μπορεί να είναι λεκτικές, µπορεί να είναι υπονοούµενα, µπορεί να είναι κάποια µατιά. Τι να πω; Οτι χαλιέµαι; ∆εν µπορεί να πει ένας άνδρας ότι χαλιέται, αλλά… εντάξει, υπάρχουν κάποια πλαίσια, δεν µπορείς να κάνεις κάτι.

Η σύζυγός σας ζηλεύει;

Ζηλεύει, αλλά µε έναν πολύ υγιή τρόπο. ∆εν είναι καθόλου πιεστική. Και εγώ δεν αντέχω και την πολλή ζήλια. Με την Αλίκη δεν έχουµε πολλές εντάσεις, γιατί ό,τι είναι να λύσουµε θα το λύσουµε ήρεµα και αυτό είναι ευλογία.

Τι θέλετε να σας φέρει το 2020;

Ωραίες συνεργασίες, µια καλή βόλτα. Είναι ωραίο νούµερο, µου αρέσει το 2020. Υγεία και απρόοπτα. Αυτά που κάνει η ζωή και µας ξαφνιάζει. Είτε προς το καλό είτε προς το κακό. Θα ήθελα να είναι προς το καλό, αλλά και το κακό, όταν συµβαίνει, κάτι θέλει να µας πει, κάτι παίρνουµε, κάτι µαθαίνουµε.

Είχατε ενδοιασµούς για τον ρόλο του ∆ούκα, που είναι κακός;

Ναι, είχα κάποιους ενδοιασµούς, γιατί πέρυσι έκανα πάλι έναν πολύ αρνητικό τύπο στην «Επιστροφή». ∆εν είναι εύκολο να δουλεύεις αυτούς τους ήρωες.
Οταν ένας χαρακτήρας είναι σκοτεινός θα πρέπει να καταδυθείς και εσύ λίγο στην ψυχή του.

Τα παιδιά σας σάς βλέπουν στην τηλεόραση;

Ναι, αλλά όχι φανατικά. Οι «Αγριες Μέλισσες» προβάλλονται αργά. Είναι µικρά ακόµα, 13 η µεγάλη και 9 ο µικρός, κοιµούνται. Εχουν και σχολείο το πρωί. Μιλήστε µας για τα παιδικά σας χρόνια.

Είχατε δυσκολίες;

Πολλά δύσκολα πράγµατα. Είχα να διαχειριστώ ως παιδί µεταναστών την αλλαγή των σπιτιών κάθε χρόνο, την αλλαγή του σχολείου.
Με το που γινόµουν µέλος της παρέας, την επόµενη χρονιά άλλαζα σχολείο. Τα πρώτα χρόνια ήταν αρκετά δύσκολα. Μετά ήρθε ο χαµός της αδελφής µου, σε ηλικία 13 ετών.

Τι συνέβη ακριβώς;

Η αδελφή µου, η Κωνσταντίνα, όταν ήταν κοριτσάκι είχε πάρει ένα ρόδι να το πάει απέναντι στη γειτόνισσα, στο χωριό. Πέρασε αυτοκίνητο, τη χτύπησε, νοσηλεύτηκε στο νοσοκοµείο του Αγρινίου. Κάτι δεν έγινε σωστά. Μετά από κάποια χρόνια εµφάνισε κρίση επιληψίας, µπήκε στο «Αγία Σοφία» και δεν βγήκε. Με την αδελφή µου είχαµε ενωθεί δύο χρόνια.

Ηµασταν χώρια. Οι γονείς στη Γερµανία, εγώ σε µια θεία. Στη συνέχεια χώρισαν οι γονείς µου και όταν ήµουν 18 χρόνων σκοτώθηκε ο πατέρας µου. Πήγα να του πω ότι µπήκα στο πανεπιστήµιο και µου είπαν ότι πέθανε.

Και µετά είχα, 4-5 χρόνια, έναν αγώνα για να µπορέσω να ξεχρεώσω το ταξί του πατέρα µου, γιατί ήταν µισό-µισό και ουσιαστικά κληρονόµησα, εκτός από το πένθος, και ένα χρέος.

Επειδή έχετε περάσει πολύ δύσκολα, θέλω να στείλετε ένα µήνυµα στους ανθρώπους που τώρα είναι στα δύσκολά τους.

Πιστεύω ότι δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος που να µην έχει βρεθεί στην κάτω καµπύλη, αλλά όταν βρισκόµαστε εκεί θα πρέπει να αναζητάµε βοήθεια από τους διπλανούς, να ταρακουνάµε τον εαυτό µας. Να κοιτάµε τους γύρω µας, τους φίλους µας. Ξέρουµε ποιοι είναι οι άνθρωποι που νοιάζονται για µας.

Πήγατε ποτέ σε ψυχίατρο; Χρειάστηκε να πάρετε αγωγή;

Βεβαίως. Εκανα για αρκετό καιρό ψυχανάλυση. Και φάρµακα πήρα για ένα διάστηµα. Ηθελα να διαχειριστώ την εσωτερική µου φυλακή, στην οποία βρισκόµουν για 9 µήνες και δεν µπορούσα να βγω. Η εσωτερική µας φυλακή είναι αυτό το τέρας που έρχεται, σου πατάει το στήθος και δεν ξέρεις τι να κάνεις.