Τα γνωστά σενάρια της ρήξης με τους δανειστές διακίνησαν και πάλι από το Μέγαρο Μαξίμου, μετά το πρωτοφανές χαστούκι που έριξαν οι θεσμοί στην κυβέρνηση σχετικά με το νόμο που θα αντικαταστήσει τη ρύθμιση για τα «κόκκινα δάνεια».

Τα πρωτοσέλιδα του φιλοκυβερνητικού Τύπου της Τετάρτης 20 Μαρτίου ήταν χαρακτηριστικά, αφού άφηναν να εννοηθεί ότι θα προχωρήσουν σε μονομερείς ενέργειες, εάν δεν υπάρξει συμφωνία μέχρι την παρέλαση της 25ης Μαρτίου.

Τα χρονικά περιθώρια συνεχώς στενεύουν για συμφωνία έως το Euro Working Group της προσεχούς Δευτέρας ή μέχρι το Eurogroup της 5ης Απριλίου.

Ωστόσο, τα μηνύματα που ήρθαν από τις Βρυξέλλες δεν άφησαν κανένα περιθώριο. Ακόμα και ο γνωστός φίλος της κυβέρνησης, Γάλλος επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί, έσπευσε να τους προειδοποιήσει να μην προχωρήσουν σε τέτοιες σκέψεις. 

Μετά το non paper του Μεγάρου Μαξίμου με το οποίο επί της ουσίας προανήγγειλε μονομερείς ενέργειες σε σχέση με τις αλλαγές στο νόμο Κατσέλη, τις οποίες σκοπεύει να εισάγει στη Βουλή η κυβέρνηση την Παρασκευή -πριν από το EWG της Δευτέρας- ευρωπαϊκές πηγές ξεκαθάρισαν ότι αυτοί οι σχεδιασμοί δεν πρόκειται να γίνουν αποδεκτοί.

«Ένα θέμα είναι τι θα κατατεθεί στο Κοινοβούλιο, αλλά ένα άλλο είναι τι τελικά θα νομοθετηθεί» ανέφεραν χαρακτηριστικά ευρωπαϊκές πηγές, όπως μετέδωσε το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Αν και οι ίδιες πηγές επισήμαιναν πως η τελική απόφαση για την πρώτη κατοικία είναι πολιτική και ανήκει στην κυβέρνηση, τόνιζαν αφενός πως «εκτός από τη συμφωνία των τραπεζών χρειάζεται και η έγκριση της ΕΚΤ που εποπτεύει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα» και αφετέρου πως «η απόφαση ανήκει στην Ελλάδα, η οποία είναι πλέον εκτός προγράμματος ωστόσο έχει αναλάβει δεσμεύσεις, στις οποίες δεν πρέπει η όποια απόφαση για την προστασία της πρώτης κατοικίας να έχει αρνητικό αντίκτυπο και να υπάρξουν παρεκκλίσεις».

Σημείωναν δε πως εκτός από την ΕΚΤ έχει λόγο για την πρώτη κατοικία ακόμη και η ευρωπαϊκή αρχή DGcom προκειμένου να δώσει το πράσινο φως για την κρατική επιχορήγηση που θα αποφασίσουν οι πολιτικοί.

Οι Βρυξέλλες πρόσθεταν, πάντως, πως η πρόθεση στο τελευταίο Eurogroup ήταν και συνεχίζει να είναι υπέρ τού να προχωρήσουμε όσο γίνεται συντομότερα προς μία συμφωνία για την πρώτη κατοικία και την προστασία της, στο πλαίσιο της τακτοποίησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Με δεδομένη αυτή την πρόθεση, προσθέτουν, είναι πιθανόν στο επόμενο Eurogroup της 5ης Απριλίου να υπάρξει τελικώς συμφωνία.

Κατόπιν της διαρροής αυτής, ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πιέρ Μοσκοβισί επισημοποίησε την «προειδοποίηση» της Κομισιόν, τονίζοντας ότι είναι αναγκαία μια «ισορροπημένη συμφωνία για το νομοσχέδιο» και επανέλαβε ότι στόχος είναι να καταλήξουν οι συνομιλίες που βρίσκονται σε εξέλιξη στο Eurogroup της 5ης Απριλίου.

Συγκεκριμένα, αναφέρει: «Σε συνέχεια της εντολής που έδωσε το Eurogroup την περασμένη εβδομάδα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας βρίσκονται σε στενή επαφή με τις ελληνικές αρχές για την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν το 2018».

Ο Πιέρ Μοσκοβισί σημείωσε ότι στο επίκεντρο των συνομιλιών βρίσκεται η νομοθεσία για την προστασία της πρώτης κατοικίας και υπογράμμισε: «Η επίτευξη μιας ισορροπημένης συμφωνίας σχετικά με αυτό το νομοσχέδιο είναι κλειδί τόσο για τους πολίτες όσο και για το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα».

Ο ίδιος κατέληξε, σημειώνοντας: «Έχουμε σημειώσει σημαντική πρόοδο και είμαι βέβαιος ότι θα μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε τις συνομιλίες μας τις επόμενες ημέρες, ενόψει του Eurogroup στις 5 Απριλίου».

Το ιστορικό

Η ανταλλαγή non paper και μηνυμάτων μεταξύ Μαξίμου και Κομισιόν ξεκίνησε με τις δηλώσεις του επικεφαλής των τεχνοκρατών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ντέκλαν Κοστέλο, ο οποίος μιλώντας σε συνέδριο στην Αθήνα επιβεβαίωσε τη σημαντική απόσταση που εξακολουθεί να χωρίζει κυβέρνηση και θεσμούς στο θέμα του διαδόχου πλαισίου του νόμου Κατσέλη.

«Οι συζητήσεις συνεχίζονται. Πρέπει να εξετάσουμε μια σειρά από περίπλοκα τεχνικά θέματα», ανέφερε ο κ. Κοστέλο για τον νέο νόμο Κατσέλη και πρόσθεσε: «Επίσης πρέπει να ληφθεί υπόψη το δημοσιονομικό κόστος. Το νέο πλαίσιο θα κοστίσει στον προϋπολογισμό 150 εκατ. ευρώ φέτος και 200 εκατ. ευρώ του χρόνου, φθάνοντας συνολικά τα 800 εκατ. ευρώ έως το 2022. Αισιοδοξούμε ότι θα βρούμε λύση, αλλά έχουμε ακόμη δρόμο να διανύσουμε. Εργαζόμαστε για έγκαιρη ολοκλήρωση της συμφωνίας έως το Eurogroup της 5ης Απριλίου», ανέφερε ο κ. Κοστέλο.

Ακολούθησε η απάντηση κύκλων του Μαξίμου ότι η κυβέρνηση την Παρασκευή 22 Μαρτίου θα καταθέσει τη ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας στη βάση της συμφωνίας κυβέρνησης-τραπεζών. Μέχρι την Παρασκευή, ανέφεραν οι ίδιες πηγές, θα συνεχιστεί η συζήτηση με τους εποπτικούς θεσμούς του τραπεζικού συστήματος για την αποσαφήνιση τεχνικών λεπτομερειών.

Με τον τρόπο αυτό, η κυβέρνηση κατέδειξε ότι είναι έτοιμη για να προχωρήσει σε μονομερή ενέργεια για την προστασία της α' κατοικίας, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε εμπλοκή σχετικά με την εκταμίευση του 1 δισ. ευρώ και θα φέρει αντιμέτωπη την Ελλάδα με τους δανειστές, ειδικά με την ΕΚΤ που εκτιμά ότι το σχέδιο για την πρώτη κατοικία θα προκαλέσει προβλήματα στις τράπεζες.

Πού υπάρχει διαφορά με τους δανειστές για το νέο νόμο

Σύμφωνα με πληροφορίες, τα «αγκάθια» που έχουν προκύψει είναι:

1. Τα αυστηρότερα όρια υπαγωγής στο διάδοχο πλαίσιο του νόμου Κατσέλη τα οποία ζητούν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, προκειμένου να περιοριστεί δραστικά η περίμετρος των δανειοληπτών που θα μπορούν να υπαχθούν στον νέο νόμο.

Η κυβέρνησης με τις τράπεζες είχαν συμφωνήσει να ενταχθούν στο νέο πλαίσιο «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια με υπόλοιπο οφειλής έως 130.000 ευρώ και αντικειμενική αξία πρώτης κατοικίας έως 250.000 ευρώ. Οι θεσμοί από την άλλη πλευρά ζητούν, σύμφωνα με πληροφορίες, το όριο οφειλής να χαμηλώσει στις 100.000 ευρώ και η αξία της κατοικίας να περιοριστεί στις 180.000 ευρώ για τον άγαμο έως 230.000 ευρώ για 5μελή οικογένεια.

Η δυνατότητα να συμπεριληφθούν στο νέο πλαίσιο επαγγελματικά δάνεια με ενέχυρο πρώτης κατοικίας. Η κυβέρνηση επιμένει να καλυφθούν τα εν λόγω δάνεια από το νέο σχήμα προστασίας, ενώ οι θεσμοί θέτουν ως προϋπόθεση τα κριτήρια ένταξης να είναι πολύ χαμηλότερα. Δηλαδή το υπόλοιπο οφειλής να μην ξεπερνά τις 50.000 ευρώ και η αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας να μην υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ.