Η πόλωση στην οποία ποντάρει ο ΣΥΡΙΖΑ για να καταγράψει ένα υψηλό ποσοστό και να κρατήσει τον Αλέξη Τσίπρα στο πολιτικό παιχνίδι, παρά τη διαφαινόµενη ήττα του στις επόµενες εκλογές, φαίνεται πως λειτουργεί ως µπούµερανγκ, καθώς το φλερτ της Ν∆ µε την αυτοδυναµία δείχνει να µετατρέπεται σε... γάµο.

Ο βασικός λόγος είναι ότι τα µικρότερα κόµµατα το πιο πιθανό είναι να δεχθούν µεγάλες πιέσεις από τους µονοµάχους Νέα ∆ηµοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ και τα περισσότερα να µείνουν εκτός Βουλής. Το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης θεωρεί σίγουρο το κλειδί της καθαρής αυτοδυναµίας στο ενδεχόµενο που θα µπουν στη Βουλή όσο το δυνατόν λιγότερα κόµµατα (π.χ., πεντακοµµατική ή εξακοµµατική Βουλή) ή, µε άλλα λόγια, αν είναι όσο το δυνατόν µεγαλύτερο το ποσοστό των κοµµάτων που θα µείνουν χωρίς κοινοβουλευτική εκπροσώπηση (άνω του 12%-13%). Αντίθετα, η διαφορά της Ν∆ από τον ΣΥΡΙΖΑ, για την οποία γίνεται τόσος λόγος στα κοµµατικά επιτελεία, δεν φαίνεται να παίζει ρόλο.

Οι ειδικοί αναφέρουν ότι µπορεί να είναι µικρό το προβάδισµα της Ν∆, αλλά να έχει κερδίσει την αυτοδυναµία, ή να είναι µεγάλο, χωρίς όµως η Ν∆ να είναι αυτοδύναµη, διότι θα έχουν µπει στη Βουλή πάνω από πέντε-έξι κόµµατα. Σύµφωνα µε ασφαλείς εκτιµήσεις, εάν η Ν∆ πάρει 35% και µείνει εκτός Βουλής ένα 13%, εξασφαλίζει 151 έδρες, ανεξαρτήτως του ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ.

Εάν πάρει 36% και µείνει εκτός κοινοβουλίου ένα 12%, συγκεντρώνει 152 έδρες, ενώ µε το ίδιο ποσοστό και ένα 14% εκτός Βουλής µπορεί να εξασφαλίσει 155 έδρες. Ωστόσο, το µήνυµα που έστειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόσο στο συνέδριο του Κινήµατος Αλλαγής, όπου µίλησε, όσο και σε δηµόσιες τοποθετήσεις του είναι ότι, ακόµα και σε περίπτωση αυτοδυναµίας, θα επιδιώξει τις µεγαλύτερες δυνατές συναινέσεις. ∆εν κρύβει ότι πρώτη του επιλογή για κυβερνητικός εταίρος είναι η Φώφη Γεννηµατά.

Άλλωστε, έχουν ήδη «συγκατοικήσει» στην κυβέρνηση Ν∆ - ΠΑΣΟΚ. Παρά τις ίσες αποστάσεις που κρατάει η πρόεδρος του Κινήµατος Αλλαγής, ο επικεφαλής της κεντροδεξιάς δεν πιστεύει ότι ο τόπος θα µείνει ακυβέρνητος, µε αποτέλεσµα η χώρα να οδηγηθεί σε καταστροφικές εκλογές µε απλή αναλογική, αλλά ότι τα δύο κόµµατα τελικά θα αναλάβουν τις ιστορικές τους ευθύνες, όπως έκαναν και στο παρελθόν. «Αυτά ακριβώς ανέφερε στο τελευταίο άρθρο του και ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαµαράς», υποστηρίζουν πηγές της Πειραιώς, αποδίδοντας σκοπιµότητες σε όσους επιχείρησαν να παρουσιάσουν διάσταση µεταξύ του πρώην πρωθυπουργού και του προέδρου της Ν∆.

Προσέθεσαν, µάλιστα, ότι «ο κ. Σαµαράς εύλογα υπενθύµισε τις συνεργασίες που είχε και την πολιτική που άσκησε ως πρωθυπουργός, αλλά και τον τρόπο µε τον οποίον ο κ. Τσίπρας εκβίασε τις εκλογές του 2015 για να οδηγήσει τελικά τον τόπο σε αχρείαστα, επώδυνα Μνηµόνια».

Η αυτοδυναµία ή η ευρεία συνεργασία αποτελεί µείζονα προτεραιότητα για τον Κυρ. Μητσοτάκη, διότι ο στόχος του, αµέσως µετά τις επόµενες εκλογές, τις οποίες πιστεύει ότι θα κερδίσει, είναι να αλλάξει τον εκλογικό νόµο και να καταργήσει την απλή αναλογική, την οποία έφερε η κυβέρνηση Τσίπρα.

∆εν θα κρατήσει, όπως και ο ίδιος αποκαλύπτει, το προκλητικό µπόνους των 50 εδρών στο πρώτο κόµµα, που προβλέπει ο υπάρχων εκλογικός νόµος, αλλά θα προτείνει ένα νέο σύστηµα, µε µεγαλύτερη αναλογικότητα, που θα εξασφαλίζει όµως την κυβερνησιµότητα. Ταυτόχρονα, θεωρεί ότι πρέπει να σπάσουν οι µεγάλες εκλογικές περιφέρειες.  

 

ΤΑ ΣΕΝΑΡΙΑ

Σηµειώνεται ότι σε τρεις πρόσφατες δηµοσκοπήσεις η προβολή που γίνεται µετά την πλήρη αναγωγή (αφαιρώντας αναποφάσιστους και αποχή) δίνει στη Ν∆ ένα ποσοστό της τάξης του 35%, που συνδυάζεται µε ένα ποσοστό πάνω από 10% των κοµµάτων που δεν φτάνουν στο 3% και, εποµένως, µένουν εκτός κοινοβουλίου.

Είναι ξεκάθαρο ότι η Ν∆ κινείται στα όρια της αυτοδυναµίας, ενώ, σύµφωνα µε την τελευταία έρευνα της Pulse, φτάνει ακόµα και τις 154 έδρες. Τον ∆εκέµβριο του 2017 και αφού πλέον το Κίνηµα Αλλαγής εντάχθηκε στο πολιτικό σύστηµα, η έρευνα «Τάσεις» της εταιρείας MRB, η οποία διεξάγεται όχι µε τηλεφωνικές συνεντεύξεις, αλλά µε προσωπικές στον χώρο του ερωτώµενου και χρήση κάλπης, στην πρόθεση ψήφου δημοσίευσε αναγωγή σε τελικά εκλογικά ποσοστά δίνοντας ένα 35,2% στη ΝΔ και 148 έδρες σε εξακομματική Βουλή.

Η ίδια έρευνα αξίζει να σημειωθεί ότι κατέγραψε τους αναποφάσιστους μόλις στο 3,3%, γεγονός που αποδίδεται κυρίως στη χρήση της κάλπης στην οποία ο ερωτώμενος ψυχολογικά λειτουργεί περίπου όπως και στις εκλογές, αφού πολλοί είναι εκείνοι που αποφασίζουν τι θα ψηφίσουν όταν ρίχνουν το ψηφοδέλτιο.  

ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ

Την ίδια αναγωγή (αφαιρώντας την αποχή και τους αναποφάσιστους) έκανε τον Ιανουάριο του 2018 στα δικά της στοιχεία η εταιρεία Metron Analysis. Αντίστοιχες δημοσιεύσεις έκαναν τον Μάρτιο του 2018 οι εταιρείες Marc και Pulse. Εννοείται, βέβαια, ότι οι προβολές που παρουσιάζονται από τις εταιρείες δημοσκοπήσεων είναι ενδεικτικές για το τι θα μπορούσε να προκύψει.

Ο ειδικός εκλογικός αναλυτής Πάνος Σταθόπουλος επισημαίνει ότι, με βάση την εμπειρία του παρελθόντος, αυτού του τύπου οι αναγωγές δεν είναι λίγες οι φορές που έχουν επαληθευθεί, αλλά σίγουρα δεν επαληθεύονται πάντα. Σε «χαλαρού τύπου» εκλογές, χωρίς μεγάλα διλήμματα και διακυβεύματα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις ευρωεκλογές, δεν αποκλείεται τα προπορευόμενα κόμματα να υστερήσουν των ποσοστών αναγωγής, όπως εξηγεί στα «Π».

Το αντίθετο συνήθως συμβαίνει στις βουλευτικές εκλογές. «Ειδικά σε αυτές, το πρώτο κόμμα μπορεί να ξεπεράσει το ποσοστό των δημοσκοπήσεων, εις βάρος κυρίως των μικρότερων κομμάτων, που έχει αποδειχθεί ότι στις αναγωγές που γίνονται όχι σε προεκλογικό χρόνο συνήθως υπερ-αντιπροσωπεύονται στα στοιχεία της έρευνας» τονίζει.

«Με την έννοια αυτή, θα έλεγε κανείς ότι η "ακραία πόλωση" που φαίνεται να επιδιώκει και να προετοιμάζει ο ΣΥΡΙΖΑ για τις επόμενες εκλογές μπορεί μεν να είναι "αναγκαία" για τη δική του επιβίωση, με όσο το δυνατόν υψηλότερο εκλογικό ποσοστό, αλλά δεν είναι "ικανή" να αποτρέψει την αυτοδυναμία της ΝΔ», αναφέρει. «Είναι πιο πιθανό το ενδεχόμενο, λόγω πόλωσης, η ΝΔ να αυξήσει το ποσοστό της ή να αυξηθεί το ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός ή, ακόμα και να συμβούν και τα δύο, με αποτέλεσμα να προκύψει μια πεντακομματική Βουλή».

Ο ειδικός εκλογολόγος θεωρεί ότι η πόλωση ευνοεί στην ουσία τη ΝΔ. «Σε κάθε περίπτωση, η διαφορά ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ δεν θα παίξει κανέναν απολύτως ρόλο», τονίζει. «Μπορεί να είναι μικρή, με τη ΝΔ αυτοδύναμη, ή αρκετά μεγάλη, αλλά χωρίς αυτοδυναμία». Επισημαίνεται ότι στις ελληνικές βουλευτικές εκλογές σπάνια έχουν καταγραφεί ποσοστά των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής κάτω του 5%.

Σε όλες τις εκλογές που διεξήχθησαν στα χρόνια της κρίσης, το ποσοστό είναι μεγαλύτερο, με αποκορύφωμα τις εκλογές του Μαΐου του 2012, όταν έφτασε το 19%! Στις δημοσκοπήσεις που διεξάγονται εδώ και πολύ καιρό, το σχετικό ποσοστό καταγράφεται πάντα σε διψήφια νούμερα. Στις προβολές των τελευταίων δημοσκοπήσεων που παρουσιάστηκαν, φαίνεται να μένει εκτός Βουλής ένα 10,3% έως 13,2%. Έτσι, ένα ποσοστό πρώτου κόμματος της τάξης του 35%-36% μπορεί να αποδειχθεί επαρκές για μια αυτοδύναμη κοινοβουλευτική παρουσία.  

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά», Σάββατο 14 Απριλίου 2018