Στο προσκήνιο επανέρχεται το σχέδιο του Μεγάρου Μαξίμου για μετατροπή της διαδικασίας της συνταγματικής αναθεώρησης σε «εργαλείο» σφυγμομέτρησης της κοινής γνώμης, καθώς οι πληροφορίες αναφέρουν πως το πλαίσιο των προτεινόμενων αλλαγών θα τεθεί πρώτα στην κρίση των πολιτών, με τη συμμετοχή τους στις κάλπες, σε ένα δημοψήφισμα το προσεχές φθινόπωρο, και ακολούθως θα πάρει τον δρόμο για το ελληνικό κοινοβούλιο. Διόλου τυχαίο είναι πως, σύμφωνα με τον σχεδιασμό του πρωθυπουργικού επιτελείου, η εκδήλωση της επίμαχης πρωτοβουλίας για προσφυγή σε δημοψήφισμα προσδιορίζεται χρονικά αμέσως μετά την τυπική ολοκλήρωση του μνημονιακού προγράμματος, τον ερχόμενο Αύγουστο, κάτι που οι κυβερνώντες επιχειρούν να αναδείξουν σε ιστορικό ορόσημο με τον γνωστό ισχυρισμό περί τερματισμού της επιτροπείας της ελληνικής οικονομίας.

Στόχος είναι να συνδεθεί η πανηγυρική «έξοδος από τα μνημόνια», την οποία η κυβέρνηση θα παρουσιάσει ως δικό της επίτευγμα, ασκώντας μομφή εναντίον του παλαιού πολιτικού κατεστημένου που οδήγησε τον τόπο σε χρεοκοπία, με την ανάγκη «θεσμικής αναγέννησης» της χώρας. Κάτι που θα επιτευχθεί με τομές στο σύνταγμα, που θα σηματοδοτήσουν μια «νέα κανονικότητα» με τη «σφραγίδα» της κοινωνίας.    

ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ

Παρακολουθώντας κανείς προσεκτικά τις τελευταίες παρεμβάσεις του πρωθυπουργού, μπορεί εύκολα να διακρίνει ότι με παραπλανητικό τρόπο επιχειρεί να συνδέσει την υπαγωγή της χώρας στα μνημόνια με το καθεστώς «ατιμωρησίας» που υπήρχε για το παλαιό πολιτικό προσωπικό με «εγγυητή» το σύνταγμα, φέρνοντας ως παράδειγμα σε κάθε του ομιλία τον νόμο περί ευθύνης υπουργών, που εξασφάλιζε ασυλία σε όσους από θέσεις ευθύνης διασπάθιζαν το δημόσιο χρήμα. Ακόμα και για την υπόθεση Novartis επιχείρησε να δημιουργήσει την εντύπωση ότι «κόστισε όσο ένα μνημόνιο».

Η συμμετοχή του ελληνικού λαού στη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος για την αξιολόγηση των προτεινόμενων αλλαγών στο σύνταγμα αφενός θα λειτουργήσει, όπως αναφέρθηκε εισαγωγικά, ως μια άτυπη σφυγμομέτρηση για την καταγραφή της κοινωνικής δυναμικής του ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου θα αποτελέσει πεδίο άσκησης για την ανάδειξη των διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στις προοδευτικές και τις συντηρητικές δυνάμεις, δεδομένου ότι η δομή του ερωτηματολογίου επί των προωθούμενων αλλαγών θα είναι τέτοια που θα «απεικονίζει» και τον ιδεολογικοπολιτικό χάρτη των κομμάτων που αναγκαστικά θα κληθούν να πάρουν θέση.

Υπάρχει, όμως, και ακόμα ένας λόγος που ο Α. Τσίπρας θέλει να «ανακατέψει την τράπουλα» στο πολιτικό σκηνικό της χώρας διά της συνταγματικής αναθεώρησης, υποχρεώνοντας τα κόμματα να ακολουθήσουν τη «δημοψηφισματική» διαδικασία, και αυτός σχετίζεται με την ανάγκη βελτίωσης του πρωθυπουργικού του προφίλ, καθώς θέλει να λάμψει και ως «σοβαρός μεταρρυθμιστής», αποκαθιστώντας, έτσι, τις ρωγμές που έχει υποστεί η δημόσια εικόνα του από τις επιθέσεις που έχει δεχτεί ότι «λειτουργεί ως Βαλκάνιος Μαδούρο» με «καθεστωτική» νοοτροπία.  

ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ

Στην κυβέρνηση η εκτίμηση που υπάρχει είναι πως ένα δημοψήφισμα επί των προτεινόμενων συνταγματικών αλλαγών δύσκολα θα υπονομευτεί από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, και κυρίως από τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς για τον ίδιο μια τέτοια ενέργεια θα είναι «ριψοκίνδυνη» και θα τον οδηγήσει σε «κοινωνική απομόνωση». Άλλωστε, όπως εξηγούν κυβερνητικοί παράγοντες, το ερωτηματολόγιο δεν θα είναι «μονόπλευρο», για να μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι σε αυτό θα κυριαρχήσει η ατζέντα του ΣΥΡΙΖΑ.

Εφόσον μέχρι το προσεχές φθινόπωρο η κατάσταση στη χώρα δεν θα διαταραχθεί από απρόσμενα ατυχήματα, στο επίκεντρο των προτεινόμενων αλλαγών προς τον ελληνικό λαό θα βρεθούν μεταξύ άλλων η κατάργηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών, η συνταγματική κατοχύρωση της απλής αναλογικής, η απευθείας εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον ελληνικό λαό, ο διαχωρισμός Εκκλησίας-Κράτους, η δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, ο καθορισμός μέγιστου αριθμού θητειών για τους βουλευτές, η συγκρότηση Συνταγματικού Δικαστηρίου κ.ά.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά», Μ. Παρασκευή 6 Απριλίου 2018