Όταν το προηγούμενο Σάββατο το πρωί ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας υποδεχόταν στο Μέγαρο Μαξίμου αντιπροσωπία από επτά Αμερικανούς γερουσιαστές, με επικεφαλής τον κ. Λίντσεϊ Γκράχαμ και παρόντα τον Αμερικανό πρέσβη στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ, τίποτα δεν προϊδέαζε για τις έντονες αναταράξεις που θα ακολουθούσαν αυτήν την εβδομάδα στον άξονα «αμερικανική πρεσβεία - πρωθυπουργικό γραφείο».

«Είμαστε πολύ ευγνώμονες για τη θερμή υποδοχή από τον Αλέξη Τσίπρα και τη συζήτηση για τους ισχυρούς δεσμούς Ελλάδας ΗΠΑ, την εμβάθυνση της αμυντικής συνεργασίας και τον ηγετικό ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή», ήταν το ευγενικό και πολυσήμαντο μήνυμα στο διαδίκτυο του πρέσβη κ. Πάιατ σχετικά.

Διπλωματικές πηγές στην Αθήνα σημείωναν και με αφορμή τη συγκεκριμένη συνάντηση ότι η Ουάσινγκτον συνεχίζει να «επενδύει» στη διεύρυνση των επαφών και της συνεργασίας με την Ελλάδα στο στρατιωτικό, οικονομικό-ενεργειακό και γεωπολιτικό επίπεδο, αξιοποιώντας τη σταθερά αρμονική σχέση με την κυβέρνηση Τσίπρα, που, παρά το αριστερό της πρόσημο, είναι επαρκώς αποτελεσματική και αξιόπιστη. Άλλωστε, το 2018, με αποκορύφωμα τη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, είναι αφιερωμένο στην ανάδειξη και τη διεύρυνση της ελληνοαμερικανικής συνεργασίας και η παρουσία του «ενεργητικού» και αποτελεσματικού πρέσβη κ. Πάιατ στην Αθήνα εγγυάται το «win-win» για τις δύο συμμαχικές δυνάμεις.

Το κλίμα αυτό αντεστράφη σε μεγάλο βαθμό από τη Δευτέρα, επιτρέποντας να γίνουν φανερές οι δυσαρμονίες και τα «χάσματα» που δημιουργούνται στη σχέση της κυβέρνησης με τον αμερικανικό παράγοντα. Αφορμή η συνάντηση του Αμερικανού πρέσβη Τζ. Πάιατ, με τον επικεφαλής της αντιπολίτευσης και πρόεδρο της ΝΔ Κυριάκο Μητσοτάκη, με κύριο θέμα την εμπλοκή του FBI στην υπόθεση Novartis.

Σύμφωνα με την Πειραιώς, η συνάντηση έγινε με πρωτοβουλία της αμερικανικής πλευράς, αλλά καλά γνωρίζοντες το παρασκήνιο μιλούν για έντονη ενόχληση που εκδήλωσε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα περιθώρια που έχουν δοθεί σε υπουργούς της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να «δείχνουν» προς την πλευρά του FBI ως «κρυφού τροφοδότη» άγνωστων στοιχείων για εμπλοκή πολιτικών προσώπων, πρώην πρωθυπουργών και υπουργών σε διαδρομές διαφθοράς και αθέμιτου ανταγωνισμού προς όφελος της Novartis.  

ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΜΑ

Σε μια προσπάθεια να ξεκαθαριστούν το πεδίο και η εμπλοκή του αμερικανικού παράγοντα και των υπηρεσιών εσωτερικής ασφαλείας των ΗΠΑ στην υπόθεση, ο πρέσβης κ. Πάιατ επεδίωξε μια συζήτηση με τον κ. Μητσοτάκη και επιτελείς του, που θα ξεκαθάριζε την ατμόσφαιρα. Όπως άλλωστε στην προηγούμενη έκδοσή τους τα «Π» έχουν αναδείξει, η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα έχει εκδηλώσει εγκαίρως και διακριτικά τη δυσαρέσκεια των ΗΠΑ για τον τρόπο που το πρωθυπουργικό γραφείο και η κυβέρνηση επιχειρούν να χρησιμοποιήσουν το FBI και τις έρευνες του υπουργείου Δικαιοσύνης και της Αμερικανικής Κεφαλαιαγοράς για τη Novartis, προκειμένου να δημιουργήσουν πολιτικές εντυπώσεις και να πλήξουν το κύρος κομματικών αντιπάλων στην Ελλάδα.

Ο κ. Πάιατ και οι αξιωματούχοι στην πρεσβεία της Αθήνας θέλησαν να διασαφηνίσουν με επίσημο πλέον τρόπο την αμερικανική διαδικασία σχετικά με το ότι οι έρευνες στις ΗΠΑ και την Ελλάδα είναι παράλληλες, ενώ η δικαιοδοσία του FBI αφορά τον αμερικανικό νόμο και όχι την Ελλάδα και Έλληνες πολίτες ή και πολιτικούς. Φυσικά, μεταξύ των δύο χωρών υφίσταται καθεστώς δικαστικής συνδρομής και ενδεχομένως στο πλαίσιο αυτό ανταλλαγή πληροφοριών, αλλά ο τρόπος που οι υπουργοί της κυβέρνησης παρουσιάζουν τη συνδρομή του FBI δεν ανταποκρίνεται στα δεδομένα του αμερικανικού πλαισίου.

Το ότι από το ανακοινωθέν για τη συνάντηση Πάιατ Μητσοτάκη προέκυπτε πως το FBI στην έρευνά του δεν επικεντρώνει στην εμπλοκή Ελλήνων πολιτικών είχε ως αποτέλεσμα να προκληθεί κατάσταση έντασης το βράδυ της Δευτέρας προς Τρίτη στο τρίγωνο αμερικανική πρεσβεία - Μέγαρο Μαξίμου - ΝΔ. Αυτό που εξέπληξε δυσάρεστα την αμερικανική πλευρά ήταν η απολύτως ασυνήθιστη δημόσια παρέμβαση-διαμαρτυρία από το πρωθυπουργικό γραφείο μέσω του διπλωματικού συμβούλου του πρωθυπουργού κ. Καλπαδάκη, αντί ενός πιο διακριτικού χειρισμού, ζητώντας ουσιαστικά διασαφήνιση, «αποκατάσταση» από την πρεσβεία. Κάτι που προκάλεσε επίσημη ανακοίνωση από το γραφείο Τύπου της πρεσβείας μέσα στη νύχτα, η οποία απλώς επαναλάμβανε το σκεπτικό των παράλληλων ερευνών σε εξέλιξη στις ΗΠΑ και την Ελλάδα.

Σημειώνεται ότι πριν από αυτές τις ραγδαίες εξελίξεις η «κύρια γκρίζα περιοχή» που σκίαζε τις επαφές μεταξύ του πρωθυπουργικού γραφείου και του αμερικανικού παράγοντα ήταν η «προνομιακή σχέση» του ΣΥΡΙΖΑ με τον επιχειρηματία Ιβάν Σαββίδη.

Όπως και ο παρελκόμενος, προβεβλημένος «στενός δεσμός» -βασισμένος ενδεχομένως για την Ουάσινγκτον σε «σκοτεινά κεφάλαια» Ρώσων ολιγαρχών- του υπουργού Αμύνης της Ελλάδας και συγκυβερνώντος Π. Καμμένου με τον επιχειρηματία. Τώρα, όμως, όπως γίνεται φανερό, η όλη ατμόσφαιρα μεταξύ Αθήνας και Ουάσινγκτον έχει καταστεί ιδιαιτέρως πιο πολύπλοκη και αμφίσημη.    

Κρίση καχυποψίας  

Καλά ενημερωμένες πηγές για το κλίμα που επικράτησε στο πρωθυπουργικό γραφείο και οδήγησε σε αυτούς τους ιδιαίτερους ως προς την έντασή τους χειρισμούς μιλούν για καχυποψία και εκνευρισμό από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ για το ότι, τάχα, ο αμερικανικός παράγων επιδιώκει να τηρήσει «ίσες αποστάσεις» μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης και ουσιαστικά «κάνει άνοιγμα» προς την ηγεσία της ΝΔ. Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να έχει βάση, διευκρινίζουν καλά γνωρίζοντες, αφού σε κάθε περίπτωση ο αμερικανικός παράγων διατηρεί σαφείς αποστάσεις από την πολιτική «διελκυστίνδα» στην Ελλάδα σε επίπεδο κομματικών ανταγωνισμών.

Άλλωστε, ο σημερινός πρέσβης, κ. Πάιατ, πολύ ενεργητικός και διπλωμάτης, με «παρρησία», πέραν της κομψότητας, στην προσπάθεια να υπάρξουν σημαντικά αποτελέσματα στην ελληνοαμερικανική συνεργασία και εμπέδωση κλίματος προσέλκυσης επενδύσεων προς την Ελλάδα, σε αρκετές περιπτώσεις έχει κατηγορηθεί από κύκλους της αντιπολίτευσης για «εκλεκτικές σχέσεις» με τον κυβερνητικό συνασπισμό ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.

Αυτό, κατά την άποψη της αμερικανικής διπλωματικής υπηρεσίας, αλλά και αρμοδίων από άλλες, δυτικές και όχι μόνον πρωτεύουσες, συμβαίνει γιατί στην Ελλάδα δεν κυριαρχεί η αίσθηση του «εθνικού παράγοντα» και όλα ερμηνεύονται και κινούνται στη βάση των κομματικών ανταγωνισμών ή τακτικισμών και ενός πολωτικού κλίματος διαρκείας, που προκαλεί παρεξηγήσεις ακόμη και όταν επιδιώκεται η αναβάθμιση και η εμπέδωση συνεργασιών με τη χώρα.  

ΔΙΑΤΑΡΑΞΗ

Σχετικά, πάντως, με την εξέλιξη της έρευνας στην Ελλάδα για την υπόθεση Novartis, έμπειροι γνώστες των διαδικασιών του FBI και των σχετικών εγγράφων προς την ελληνική δικαιοσύνη που είδαν το φως της δημοσιότητας, μέσα από τη δικογραφία που παρεδόθη στη Βουλή, σημειώνουν με νόημα κάτι σημαντικό, που τελικά έχει διαταράξει τις αρμονικές σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του αμερικανικού παράγοντα.

Αυτό σχετίζεται με το γεγονός ότι τα έγγραφα που προβλήθηκαν ως επίσημα «πορίσματα» του FBI από την ελληνική κυβέρνηση και συμπεριλήφθηκαν στη δικογραφία, αποτελώντας δικαιολογητική βάση για την παραπομπή επτά από τους δέκα Έλληνες πολιτικούς, τόσο από το ύφος τους όσο και από το προφίλ τους αποτελούν προφανώς εμπιστευτική και «προσωπικού χαρακτήρα» ανεπίσημη ενημέρωση («για τα μάτια σας μόνο») στελεχών του κλιμακίου του FBI στην Αθήνα και όχι επίσημη και θεσμική ενημέρωση από την Ουάσινγκτον.

Οι επίσημες ενημερώσεις Πάιατ, με την έννοια αυτή, στόχο έχουν να διασφαλίσουν το κύρος των αποτελεσμάτων των προς εξέλιξη επίσημων ερευνών των κεντρικών υπηρεσιών του FBI και τίποτα παραπάνω.

Η όλη σύγχυση στην εξέλιξη των παράλληλων ερευνών σε ΗΠΑ και Ελλάδα για την υπόθεση Novartis δεν είναι το μόνο θέμα που διαταράσσει και προκαλεί ρωγμές στη συναντίληψη και στο καλό κλίμα στις σχέσεις Αθήνας και Ουάσινγκτον. Ελληνικές πηγές που γνωρίζουν το περιβάλλον στο πρωθυπουργικό γραφείο και τις συνθήκες στο υπουργείο Εξωτερικών μιλούν για κρίση καχυποψίας και δυσαρέσκειας σε σημαίνοντα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, τόσο για το Σκοπιανό όσο και για τη βελτίωση των σχέσεων με την Αλβανία.

Σύμφωνα με αυτές τις πληροφορίες, οι αρχικές συζητήσεις που είχε ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς, με τον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, στρατηγό ΜακΜάστερ, αλλά και οι πολύωρες συνομιλίες στη συνέχεια, στο πλαίσιο της επίσημης επίσκεψης του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα και κλιμακίου υπουργών στην Ουάσινγκτον με τον αντιπρόεδρο κ. Πενς, ενθάρρυναν την πολιτική ηγεσία της ελληνικής διπλωματίας να «ανοίξει» δυσχερή θέματα στη Βαλκανική, «επενδύοντας» σε άμεσες παρεμβάσεις σχετικά των ΗΠΑ.

Εκ του αποτελέσματος, η άρνηση της κυβέρνησης Ζάεφ να συζητήσει την προσαρμογή του συντάγματος της FYROM στις ελληνικές αιτιάσεις, αλλά και η εμμονή των Τιράνων σε ζητήματα δικαιωμάτων των Τσάμηδων εντός της ελληνικής επικράτειας έχουν δημιουργήσει μάλλον δυσάρεστο κλίμα μεταξύ της κυβέρνησης Τσίπρα και του αμερικανικού παράγοντα.

Στο Μέγαρο Μαξίμου άλλωστε σε τελευταίες συσκέψεις ακούγεται, σύμφωνα με πληροφορίες, όλο και πιο συχνά και σχετικά με την επιθετικότητα της Τουρκίας ότι η «αμερικανική ατζέντα» δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι συμπίπτει με την ελληνική, ενώ η Ουάσινγκτον αρχίζει να διατηρεί «αποστάσεις ασφαλείας» από «παρορμητικούς» χειρισμούς της κυβέρνησης Τσίπρα, κλιμακώνοντας τις πιέσεις απέναντι στην Αθήνα για τα διπλωματικά θέματα αιχμής στη Βαλκανική και την Ανατολική Μεσόγειο.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά», Σάββατο 3 Μαρτίου 2018