Ο σάλος που προκάλεσε το σχόλιο –πιο σωστά, το ανάθεμα- του Βασίλη Τσιάρτα είναι εύλογος. Οι μέρες αυτές, που το νομοσχέδιο για την ταυτότητα φύλου έφτασε στο Κοινοβούλιο, είναι καθοριστικές για ολόκληρες ομάδες ανθρώπων. Από τη μία για τα χιλιάδες τρανς άτομα στη χώρα που προσμένουν επιτέλους την άρση των θεσμικών διακρίσεων εναντίον τους κι από την άλλη για ένα συντηρητικό τόξο που χτυπιέται στον πυρήνα κάθε φορά που η βεντάλια της κανονικότητας ανοίγει, επιδιορθώνοντας τις διάφορες αδικίες.

Το πρωταρχικό πρόβλημα με το σχόλιο του Βασίλη Τσιάρτα δεν είναι η εκδικητικότητα με την οποία εύχεται «οι πρώτες αλλαγές φύλλου (sic) να γίνουν στα παιδιά αυτών που ψήφισαν αυτό το αίσχος». Ούτε η ίδια η θέση του ενάντια στο νομοσχέδιο για την ταυτότητα φύλου.  Αυτά είναι αναμενόμενα εμπόδια για τη μεγάλη μάζα ανθρώπων που επιθυμεί να μπει ένα τέλος στους μηχανισμούς περιθωριοποίησης των τρανς ατόμων που ξεκινώντας από τους θεσμούς, καλλιεργούν και εντείνουν τα περιστατικά βίας δρόμου, τα οποία έχουν πληθύνει τα τελευταία χρόνια.

Όμως όχι. Το πρόβλημα είναι η παντελής αδιαφορία του να επιχειρηματολογήσει ή να ανοίξει διάλογο με τις ενστάσεις του. Το πρόβλημα είναι η εξίσωση του αυτοπροσδιορισμού του φύλου με την παιδοφιλία στο υστερόγραφο. Το πρόβλημα είναι γενικώς η έπαρση με την οποία επιτίθεται κατά ολόκληρων κοινωνικών ομάδων, χωρίς καμία πληροφόρηση.

Το πρόβλημα που ίπταται πάνω απ’ όλα αυτά όμως, έχει να κάνει με το μέλλον. Αν συνεχίσει να παρατείνεται η κρίση που αντιμετωπίζει η ελληνική δεξιά, αναπόφευκτα θα στραφεί σε μία κάποια εκδοχή του μπερλουσκονισμού: το «μπάλωμα» της δημοτικότητας θα γίνει γεμίζοντας τα ψηφοδέλτια με σταρ, οι οποίοι θα εκμεταλλεύονται την ευρεία αποπολιτικοποίηση του κόσμου και τα διογκούμενα ποσοστά της αποχής για να μετατρέψουν σε ψήφο την εικόνα.

Αυτό ήδη ψελλίζεται: από τον Ντάνο του Survivor, μέχρι τον Σάκη Ρουβά, συχνά-πυκνά εμφανίζονται σενάρια εμπλοκής ή ταύτισης του σταρ σύστεμ με τη συντηρητική παράταξη.

Δεν είναι μόνο ο τρανσφοβικός λόγος το πρόβλημα με τον Βασίλη Τσιάρτα. Είναι η τάση με την οποία τέτοιες φωνές, επηρμένες, αμαθείς και ποπ, συζητιέται να γίνουν επίσημοι αντιπρόσωποι της ελληνικής δεξιάς, αντικαθιστώντας τις μορφωμένες εναλλακτικές όπως είναι λ.χ. ο Κώστας Τζαβάρας και ρίχνοντας το πολιτικό επίπεδο στα τάρταρα, με οδυνηρές κοινωνικές συνέπειες.