Εκρηκτική ήταν η ατμόσφαιρα στο Πολιτικό Συμβούλιο της περασμένης Πέμπτης για το Ελληνικό, παρουσία του πρωθυπουργού, με τους υπουργούς και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που συμμετείχαν να χωρίζονται σε δύο στρατόπεδα.

Για πρώτη φορά με τόσο ανοιχτό τρόπο τέθηκαν δύο διαμετρικά αντίθετες προσεγγίσεις για το «αγκάθι» της επένδυσης στο Ελληνικό. Ως αποτέλεσμα, όχι μόνο δεν λύθηκε ο «γόρδιος δεσμός» του προβλήματος, αλλά φάνηκε να βαθαίνει το ρήγμα μεταξύ των κυβερνητικών στελεχών που θέλουν να προχωρήσει η επένδυση και άλλων, που εκφράζουν την άποψη του «βαθέος πυρήνα» του ΣΥΡΙΖΑ για ευθυγράμμιση με όσα λέει ο νόμος για τις αρχαιότητες, ακόμα και αν αυτό προκαλέσει την καθυστέρηση ή και ματαίωση της επένδυσης. Αντί για λύση στο Ελληνικό, προέκυψαν τα... «γαλλικά» που αντάλλαξαν τα κορυφαία στελέχη, με τον πρωθυπουργό ανήμπορο να παρέμβει.

Την επομένη της αναβολής της συνεδρίασης του ΚΑΣ, ο Αλέξης Τσίπρας συγκαλούσε εκτάκτως στο Μέγαρο Μαξίμου το Πολιτικό Συμβούλιο του ΣΥΡΙΖΑ για να λύσει τον «γόρδιο δεσμό» που λέγεται γνωμοδότηση του ΚΑΣ. Η αρχική εισήγηση ήθελε κυβερνητική απόφαση πριν από τη γνωμοδότηση του ΚΑΣ, όμως το ματς αποδείχτηκε ντέρμπι, καθώς αρκετά στελέχη εξέφρασαν την αντίρρησή τους στο ενδεχόμενο «αποκεφαλισμού» της Μαρίας Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη αλλά και τον προβληματισμό τους για το πού μπορεί θα μπορούσε να οδηγήσει πολιτικά αλλά και νομικά μια ρήξη με τα μέλη του ΚΑΣ.

Μετά την εισήγηση Τσίπρα, οι συμμετέχοντες στο Πολιτικό Συμβούλιο χωρίστηκαν σε δύο ομάδες με βάση τη στάση που θα έπρεπε -κατά τη γνώμη τους- να τηρήσει η κυβέρνηση απέναντι στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο αλλά και στη γ.γ. του υπ. Πολιτισμού.

Στο... «επενδυτικό στρατόπεδο» βρέθηκαν οι Τσίπρας, Φλαμπουράρης, Τζανακόπουλος, Παππάς, Μπαλάφας και Ρήγας. Στην απέναντι όχθη οι Βούτσης, Φίλης, Δούρου και Τσακαλώτος, με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης κ. Δραγασάκη να συντάσσεται μαζί τους.

Τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο Αλέκος Φλαμπουράρης εμφανίστηκαν εξαιρετικά εκνευρισμένοι για την αναβολή της συνεδρίασης του ΚΑΣ αλλά και τη στάση της κυρίας Βλαζάκη, δείχνοντας -κατά πληροφορίες- να έχουν εξετάσει και το ενδεχόμενο αντικατάστασής της.

«Μας κοροϊδεύουν όσοι θέτουν το πρόβλημα με τα αρχαία ως εμπόδιο. Εξυπηρετούν με τη στάση τους εκείνους που δεν θέλουν να προχωρήσει η επένδυση» φέρεται αν υποστήριξε ο Αλέκος Φλαμπουράρης. Ο Γιάννης Δραγασάκης διαφώνησε, κρατώντας, πάντως, χαμηλούς τόνους. «Η κυβέρνηση δεν θα πρέπει να συγκρουστεί με τους αρχαιολόγους και να λειτουργήσει με βάση τον νόμο που προβλέπει πρώτα χωροθέτηση των αρχαιολογικών χώρων και μετά την υλοποίηση των σχεδίων» υποστήριξε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης σημείωσε ότι «θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ευαισθησίες όλων».

Κι ενώ ήδη από νωρίς το πρωί ο Πάνος Σκουρλέτης είχε πλέξει το εγκώμιο των αρχαιολόγων από το βήμα της Βουλής, ο Νίκος Φίλης προτίμησε να αιτιολογήσει στο Πολιτικό Συμβούλιο το γιατί βρέθηκε ο ίδιος στο πλευρό των αρχαιολόγων και έκανε δηλώσεις την ημέρα της συνεδρίασης του ΚΑΣ, στηρίζοντάς τους πολιτικά. Κατά τον ίδιο -όπως δημόσια έχει δηλώσει- «οι επενδύσεις είναι αναγκαίες για να βγει η χώρα μας από την κρίση, αλλά πρέπει να σέβονται το περιβάλλον και το φυσικό και το πολιτισμικό... Στο Ελληνικό πρέπει να γίνει επένδυση με σεβασμό στις προϋποθέσεις του αρχαιολογικού νόμου».

Κατά πληροφορίες, στην κατεύθυνση της αναζήτησης συναινετικής απεμπλοκής με ψυχραιμία κινήθηκε και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Αίσθηση, ωστόσο, προκάλεσε και ο κώδωνας κινδύνου που έκρουσε η Ρένα Δούρου. «Μπορεί ακόμα και να διασπαστεί η περιφερειακή παράταξη» προειδοποίησε, σύμφωνα με πληροφορίες, η περιφερειάρχης, που είχε πρωταγωνιστήσει εναντίον του «ξεπουλήματος» του Ελληνικού όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αξιωματική αντιπολίτευση.

Πολλά στελέχη απέρριψαν, επίσης, την πρόταση για αποπομπή της κυρίας Βλαζάκη από το υπουργείο Πολιτισμού. Κάτι τέτοιο -υποστήριξαν- θα δικαίωνε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που από νωρίς το πρωί είχε καλέσει τον πρωθυπουργό να την «αποκεφαλίσει». Εκ της παραμονής της στη θέση της φάνηκε ότι κατήγαγαν μια «νίκη στα σημεία». Ακόμα, υποστήριξαν ότι η τυχόν παράκαμψη όσων προβλέπει ο νόμος (χωρίς γνωμοδότηση του ΚΑΣ) θα οδηγούσε την υπόθεση στα δικαστήρια αργότερα, προκαλώντας μεγαλύτερα προβλήματα στους επενδυτές.

Στον αντίποδα, τα... «επενδυτικά» στελέχη υποστήριξαν ότι ο νόμος δεν είναι αρκετά σαφής ως προς την αναγκαιότητα γνωμοδότησης, ενώ επισήμαναν τον κίνδυνο να χαθεί πολύτιμος χρόνος και να μειωθεί το εύρος της επένδυσης. Η ηγεσία, ωστόσο, ήθελε να στείλει ένα «καθαρό μήνυμα» για την καθαρή βούλησή της να προχωρήσει τάχιστα στην υλοποίηση της απόφασης. Προς αυτή την κατεύθυνση «ζυγίστηκε» μία και δύο και τρεις φορές το περιεχόμενο της ανακοίνωσης και η διατύπωση έδινε τελικά τη δυνατότητα και στις δύο πλευρές να υποστηρίξουν ότι τα θέματα που έθεσαν ελήφθησαν υπόψη.

Στην τελευταία παράγραφο, πάντως, πιθανόν κρύβεται και η οδός διαφυγής της κυβέρνησης με νομοθετική πρωτοβουλία σε περίπτωση νέας εμπλοκής με το ΚΑΣ.

Το ρεπορτάζ δημοσιεύθηκε στην Κυριακάτικη Ελευθερία του Τύπου της 1ης Οκτωβρίου 2017