Η διψήφια διαφορά που φαίνεται να διατηρεί η Νέα ∆ημοκρατία από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως προκύπτει από όλες τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών, αποτελεί υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις τον ασφαλή οδηγό προς την αυτοδυναμία.

Και, μάλιστα, αν συμβεί αυτό, θα είναι για πρώτη φορά από το 2009 σε εκλογική αναμέτρηση στα χρόνια της κρίσης που βιώνει η Ελλάδα. Ως βασική προϋπόθεση προβάλλει, βεβαίως, η συντήρηση μιας μεγάλης διαφοράς μεταξύ της Ν.∆. και του ΣΥΡΙΖΑ υπέρ της πρώτης.

Αυτή η μεγάλη διαφορά φαίνεται να παγιώνεται, αν σκεφτεί κανείς -ανατρέχοντας σε παλαιότερες δημοσκοπήσειςότι τον Ιανουάριο του 2016 ξεκίνησε για πρώτη φορά να προηγείται η Ν.∆. του κυβερνώντος κόμματος κατά 1,3 ποσοστιαία μονάδα (Kappa Research), για να ανέβει η διαφορά τον ίδιο μήνα στις 3,7 ποσοστιαίες μονάδες από άλλη δημοσκόπηση (Metron Analysis).

∆έκα μήνες μετά, η διαφορά είχε φτάσει τις 15 ποσοστιαίες μονάδες και πλέον σε σχεδόν όλες τις δημοσκοπήσεις του 2017 η διαφορά υπέρ της Ν.∆. κυμαίνεται κατά μέσο όρο μεταξύ 13 και 15-16 ποσοστιαίων μονάδων.

Εκτός Βουλής

Ενας άλλος συμπληρωματικός, αλλά και καθοριστικός παράγοντας για την αυτοδυναμία είναι το ποσοστό που θα συγκεντρώσουν τα κόμματα που θα βρεθούν εκτός Βουλής. Κι αυτό διότι, συμφώνως προς το εκλογικό σύστημα με το οποίο θα γίνουν οι προσεχείς εκλογές και τη σχετική στατιστική, για κάθε μισή μονάδα που αυξάνεται το ποσοστό των κομμάτων που βρίσκεται εκτός Βουλής μειώνεται αντιστοίχως κατά 0,2% το ποσοστό του πρώτου κόμματος για την επίτευξη της αυτοδυναμίας.

Αν, λ.χ., το ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός Βουλής είναι 10%, τότε το ποσοστό της αυτοδυναμίας είναι 36,2%. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν στο βασικό σενάριο μια κεντρική τιμή ποσόστωσης των κομμάτων, βλέπουμε ότι η διαφορά μεταξύ Ν.∆. και ΣΥΡΙΖΑ υπέρ της πρώτης είναι κοντά στις 15 ποσοστιαίες μονάδες. Για την ακρίβεια, 14,8.

Με την προϋπόθεση ότι το Ποτάμι και οι ΑΝ.ΕΛ. δεν μπαίνουν στη Βουλή (το μεν πρώτο διότι μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του απορροφάται από τη ∆ημοκρατική Συμπαράταξη, οι δε ΑΝ.ΕΛ. επειδή υφίστανται τις συνέπειες της αρνητικής απήχησης στην κοινωνία της συμπεριφοράς του αρχηγού τους), η Νέα ∆ημοκρατία, με εκτιμώμενο ποσοστό 37%, κερδίζει 156 έδρες (αυτοδυναμία) και ο ΣΥΡΙΖΑ, με εκτιμώμενο ποσοστό 22,2%, 63 έδρες, παραμένοντας αξιωματική αντιπολίτευση.

Αναλόγως, η Χρυσή Αυγή με ποσοστό 8,3% επιτυγχάνει 24 έδρες, ενώ ∆ημοκρατική Συμπαράταξη και ΚΚΕ με περίπου το ίδιο εκλογικό ποσοστό κερδίζουν από 23 έδρες. Στην Ενωση Κεντρώων, εφόσον κατορθώσει και υπερβεί το ποσοστό του 3% και μπει στη Βουλή, θα αναλογούν 11 έδρες.

Ενδιαφέρον εμφανίζει το δεύτερο σενάριο του πίνακα, όπου, όσον αφορά το Ποτάμι και τους ΑΝ.ΕΛ., ένα εκ των δύο κομμάτων μόνο κατορθώνει να πιάσει το όριο για να μπει στη Βουλή, κερδίζοντας 8 έδρες. Στην περίπτωση αυτή, η Νέα ∆ημοκρατία χάνει 4 έδρες, περιοριζόμενη στις 152, αλλά παραμένουσα αυτοδύναμη. Ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει 1 έδρα και μένει στις 62 έδρες, ενώ επίσης από 1 έδρα χάνουν, σε σχέση με το προαναφερθέν πρώτο σενάριο, η Χρυσή Αυγή, η ∆ημοκρατική Συμπαράταξη και το ΚΚΕ.

Σύμφωνα με το τρίτο σενάριο, όπου κατορθώνουν να μπουν στη Βουλή, οριακά, τόσο το Ποτάμι όσο και οι ΑΝ.ΕΛ., ο μεν ΣΥΡΙΖΑ χάνει ακόμα 2 έδρες, αλλά η Νέα ∆ημοκρατία 4, πέφτοντας στις 148 και, βεβαίως, μη κατορθώνοντας να πιάσει την αυτοδυναμία. Το γεγονός αυτό την αναγκάζει να αναζητήσει κυβερνητικό συνεταίρο προκειμένου να σχηματίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία και να κυβερνήσει.

Στο τρίτο αυτό σενάριο, με την είσοδο στη Βουλή Ποταμιού και ΑΝ.ΕΛ., απώλεια ακόμα 1 έδρας έχει η Χρυσή Αυγή, που μοιράζεται από 22 έδρες με τη ∆ημοκρατική Συμπαράταξη και το ΚΚΕ, ενώ και η Ενωση Κεντρώων έχει απώλεια 1 έδρας.