Μηνυτήρια αναφορά στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου κατέθεσε ο ανεξάρτητος Βουλευτής και Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδας, Νίκος Νικολόπουλος, ζητώντας τη δικαστική διερεύνηση των γενικών και αόριστων καταγγελιών του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κ. Δημήτρη Κυρατσάκη στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, καθώς και τυχούσες ευθύνες που προκύπτουν για τον ίδιο ή για οποιονδήποτε άλλο.

Πιστός υπηρέτης της Δικαιοσύνης επί 45 χρόνια ο κ. Κυριτσάκης οφείλει να γνωρίζει ότι οι Εισαγγελείς κρίνουν ανεξάρτητα και δεν επηρεάζονται από Κοινοβουλευτικές αναφορές παρά μόνο εάν διαπιστώσουν ότι αυτές οι αναφορές έχουν κάποια βάση. Η χρονική συγκυρία που ο κ. Κυριτσάκης μας εξέπληξε όλους καταγγέλλοντας βουλευτές ότι συμβάλουν στον εκβιασμό της Ανεξάρτητης Αρχής είναι εντυπωσιακή. Και αυτό γιατί ήδη από τις 6/12/2016, ύστερα από δική μου αναφορά στις 7/12/2015 προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης σχετικά με τις αδικαιολόγητες για τον κοινό νου καθυστερήσεις στην υπόθεση της Μπύρας, διατάχθηκε προκαταρκτική εξέταση για Κακούργημα. Και μάλιστα διατάχθηκε η προκαταρκτική εξέταση αφού η Εισαγγελία μελέτησε τα στοιχεία, και έθεσε μέρος της δικογραφίας στο αρχείο κατ’ άρθρο 43.

Προκαταρκτική εξέταση που θεμελιώνεται ακόμα περισσότερο από τα στοιχεία που ο ίδιος ο κ. Κυριτσάκης αποκάλυψε για την Μπύρα στις 31/1/2017 στην Βουλή. Αποκάλυψε ότι το μερίδιο αγοράς της εταιρείας που παρανομούσε μειώθηκε από 90% (!!) σε 50% μετά την απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, γεγονός που τεκμηριώνει την μέγιστη ζημιά των Καταναλωτών και της Πολιτείας από την απαράδεκτη καθυστέρηση στην έκδοση απόφασης. Επίσης αποκάλυψε ότι λόγω του «κόφτη» το πρόστιμο που επεβλήθη ήταν μόλις το 10% των πωλήσεων της εταιρείας, ήτοι 31 εκ. ευρώ. Από τα στοιχεία που κάποιος εύκολα βρίσκει στο διαδίκτυο, αν η απόφαση είχε εκδοθεί 4 χρόνια νωρίτερα, το πρόστιμο θα ήταν περίπου 15 εκ. ευρώ μεγαλύτερο. Άρα, 15 εκ. ευρώ έμειναν στην τσέπη της πολυεθνικής.

Ο κ. Κυριτσάκης επικαλείται δικαστικές αποφάσεις για την καθυστέρηση στην υπόθεση της Μπύρας. Με μεγάλη χαρά θα θέλαμε να τις δούμε αυτές τις δικαστικές αποφάσεις, όλες όσες εκδόθηκαν σχετικά, ώστε να πιστέψουμε με αποδείξεις τα επιχειρήματα. Όμως έτσι και αλλιώς θα παραδώσει τις αποφάσεις στην δικαιοσύνη.

Είναι όντως χαρακτηριστικό το απόσπασμα από τα Πρακτικά της συνεδρίασης της 31ης Ιανουαρίου 2017, στο οποίο ο κ. Κυριτσάκης εκφράζει την ενόχληση του για την αποτελεσματικότητα του Κοινοβουλευτικού Ελέγχου. Μιλάει ο κ. Κυριτσάκης για μια υπόθεση της μη ανάρτησης των δικαστικών αποφάσεων στην ιστοσελίδα του. Αποδέχεται εμμέσως ότι υπήρχε πρόβλημα εφαρμογής του Νόμου και δικαιολογείται λέγοντας ότι υπήρχε «λάθος τεχνικό».

Εξηγήστε μας αξιότιμε κ. Πρόεδρε ποιο ήταν αυτό το τεχνικό λάθος που σας οδήγησε στην μη εφαρμογή της Νομοθεσίας; Προσερχόμενος στην Εισαγγελία, ο Ν. Νικολόπουλος δήλωσε: «Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού οφείλει να μιλήσει καθαρά και ξάστερα. Ποιο είναι το δικηγορικό γραφείο και ποιοί είναι οι βουλευτές που επιθυμούν την εκβίαση της Επιτροπής; Αν έχει στοιχεία, να τα καταθέσει στον Εισαγγελέα. Διότι καταντάει ανυπόφορο πλέον, να γίνεται μία σοβαρή, πλην πολύ γενική και αόριστη καταγγελία, που μάλιστα επιχειρεί να βάλει φρένο στον οφειλόμενο έλεγχο των Βουλευτών».

Ο Νίκος Νικολόπουλος πρόσθεσε: «Δεν θα ξεγλιστρήσει ο κ. Πρόεδρος με αόριστους ισχυρισμούς. Οφείλει, θέλει, δεν θέλει να πει και τα ονόματα των δικηγόρων αλλά και των βουλευτών που υπονοεί ότι εκβιάζουν για υποθέσεις εταιρειών την Επιτροπή Ανταγωνισμού μέσω του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Πρέπει, επίσης, και οφείλει ο κ. Πρόεδρος να πει ποιοι ευθύνονται και γιατί καθυστερούν πολλές υποθέσεις στην επιτροπή ανταγωνισμού…

Να μας πει εάν και πόσα έχει χάσει το Ελληνικό Δημόσιο από την καθυστέρηση αυτών των υποθέσεων». Ακολούθως, ο ανεξάρτητος βουλευτής έθεσε το εξής ερώτημα στον κ. Κυριτσάκη: «Τι εννοεί ο κ. Πρόεδρος, όταν μιλάει για προτεταιοποίηση υποθέσεων και ποια είναι τα κριτήρια γι’ αυτές;»

Εξάλλου, προχώρησε σε προτροπές: «Ο κ. Πρόεδρος θέλει, δεν θέλει πρέπει να δεχτεί τον έλεγχο για το αν και πόσο οι αποφάσεις του ζημιώνουν το ελληνικό δημόσιο. Επίσης, οφείλει να ξέρει- ως ανώτατος δικαστικός- ότι θα πρέπει να δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις. Και απαντώντας στο ερώτημα του κ. Κυριτσάκη, τονίζω ότι αυτοί που κερδίζουν όταν δεν κάνει την δουλειά της η Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι τα καρτέλ, οι εγκληματίες με τα λευκά κολάρα που καταληστεύουν τον Ελληνα Καταναλωτή και διαλύουν τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις με εκβιασμούς και αθέμιτες πρακτικές.

Σημειώνεται πως ο κ. Κυρατσάκης, μιλώντας στην Επιτροπή της Βουλής στις 31 Ιανουαρίου, κατήγγειλε «προσπάθεια εκβίασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού από δικηγορικό γραφείο που βάζει βουλευτές να καταθέτουν ερωτήσεις».

Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «δικηγορικό γραφείο βρίσκει κάθε φορά έναν βουλευτή και τον βάζει να καταθέτει ερωτήσεις στη Βουλή για τέσσερις-πέντε εταιρείες για τις οποίες έχουν γίνει καταγγελίες», προσθέτοντας ότι «θέλουν μ’ αυτόν τον τρόπο να εκβιάσουν την Επιτροπή για να προτεραιοποιεί τους ελέγχους όπως τους βολεύει» (βλ. στήλη «Μικροπολιτικός» Εφημερίδα «Τα Νέα» 01-02-2017). Κατ’ αυτό τον τρόπο όμως, ο κ. Κυρατσάκης, αφενός κατηγορεί συλλήβδην μέλη του Κοινοβουλίου, αφετέρου ενδεχομένως να προσπαθήσει με τούτα και με τα’ άλλα να αποφύγει τον έλεγχο για το ζήτημα της μεγάλης καθυστέρησης που παρατηρείται σε αποφάσεις της Επιτροπής, θέμα με το οποίο έχει πλειστάκις ασχοληθεί, μέσω του Κοινοβουλευτικού Ελέγχου και ο ίδιος ο κ. Νικολόπουλος.

Για όλους αυτούς τους λόγους- είπε ο κ. Νικολόπουλος- έφερε το θέμα στη Δικαιοσύνη, ώστε να υπάρξει πλήρης διαλεύκανση και να μην μένουν «σκιές». Ως παλιός βουλευτής, ξέρω καλά ότι ο κοινοβουλευτικός έλεγχος αποτελεί ένα δημοκρατικό και θεσμικό ανάχωμα σε παρατυπίες, αυθαιρεσίες και παρανομίες. Και καθώς έχω ασχοληθεί πολλές φορές και με την Επιτροπή Ανταγωνισμού και με υποθέσεις που έχει αναλάβει, αισθάνομαι πως οι αόριστες καταγγελίες του κ. Προέδρου με θίγουν.

Για τον λόγο αυτό, ας μιλήσει ενώπιον της Δικαιοσύνης πολύ πιο συγκεκριμένα. Και επίσης, να πει ποιοι ευθύνονται και για τις καθυστερήσεις που έχουν πολλές υποθέσεις της Επιτροπής, αλλά και πόσα χρήματα έχει χάσει το Ελληνικό Δημόσιο από τις καθυστερήσεις στις λήψεις αποφάσεων.

Εγώ δεν είμαι νομικός, ο κ. Κυρατσάκης όμως, ως ανώτατος δικαστικός, ξέρει καλά πως ό,τι λέει πρέπει να το τεκμηριώνει και ότι όλοι οι δημόσιοι λειτουργοί οφείλουν να δίνουν καθαρές απαντήσεις και απολογισμούς για όλα».