Να κρίνουν οι πολίτες «ποια κυβέρνηση μπορεί να υλοποιήσει, ποιο πρόγραμμα;» κάλεσε τους ψηφοφόρους ο πρώην αντιπρόεδρος της απελθούσας κυβέρνησης και επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Δραγασάκης, μιλώντας στο «Πρακτορείο FM 104,9» .

«Αυτή η εβδομάδα θα είναι εβδομάδα αποσαφηνίσεων» τόνισε ο κ. Δραγασάκης, υπογραμμίζοντας ότι αυτό που είναι μπροστά «δεν είναι απλώς όπως λένε ορισμένοι, μια πιστή υλοποίηση του μνημονίου», αλλά «ένα μέρος ενός ευρύτερου κυβερνητικού προγράμματος», που να εξασφαλίζει και την υλοποίηση των δεσμεύσεων και ότι αυτό θα γίνει «με το δικαιότερο δυνατό τρόπο» και επίσης «να μπουν οι βάσεις για τη δημιουργία ενός νέου αναπτυξιακού υποδείγματος για να βγει η χώρα από την κρίση».«Αυτό είναι το  κρίσιμο ερώτημα και η δική μας τουλάχιστον απάντηση, είναι, όπως έχουν σήμερα τα πράγματα σήμερα, μόνο η αυτοδύναμη πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ και μια κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Τσίπρα μπορούν να διασφαλίσουν αυτή τη σταθερότητα που είναι αναγκαία, αλλά και αυτές τις προϋποθέσεις για να έχουμε μια δίκαιη διακυβέρνηση».

Σε ερώτηση για το πώς ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να υλοποιήσει μια συμφωνία, εάν δεν την πιστεύει, ο κ. Δραγασάκης απάντησε ότι «όπως είναι τώρα δεν είναι βιώσιμη πολιτικά», καθώς, όπως είπε, θα πρέπει να υπάρξει μια «ισχυρή, προωθητική ρύθμιση στο θέμα του χρέους» και ότι μια σειρά από επιμέρους θέματα είναι ανοιχτά σε περαιτέρω διαπραγμάτευση για το πώς θα υλοποιηθούν, όπως, τα κόκκινα δάνεια, το ταμείο ιδιωτικοποιήσεων, τα εργασιακά, κ.α.

«Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πιστεύει τη συμφωνία, όπως είναι τώρα, γιατί όπως είναι τώρα δεν είναι βιώσιμη πολιτικά. Δηλαδή, αυτά που έχουμε ως συμφωνία τώρα θα πρέπει να συμπληρωθούν με μια πολύ ισχυρή, προωθητική ρύθμιση στο θέμα του χρέους. Εάν υπάρχουν δυνάμεις, λοιπόν, πολιτικές, που λένε ότι από μόνο του το μνημόνιο, το τρίτο αυτό, από μόνο του μπορεί να μας βγάλει από την κρίση τότε να μας το πουν γιατί αυτό είναι καταλυτικό. Εμείς λέμε ακριβώς το αντίθετο. Εάν η επόμενη κυβέρνηση, όποια και να είναι, περιοριστεί να υλοποιήσει μόνο το μνημόνιο τότε θα αποτύχει και το μνημόνιο και η συμφωνία».

«Άρα, η διαπραγμάτευση δεν τέλειωσε. Αυτό που λέμε συμφωνία είναι ένα πλαίσιο το οποίο βεβαίως έχει συμφωνηθεί, αλλά το ίδιο αυτό πλαίσιο περικλείει θέματα στα οποία επιδέχονται διαφορετικών ερμηνειών ή εφαρμογών, μπορούν να εφαρμοστούν με λιγότερη, ή περισσότερη δικαιοσύνη».
Σε ό,τι αφορά παραινέσεις που αποδόθηκαν σε αναφορές από το εξωτερικό για τον σχηματισμό μετεκλογικά κυβέρνησης ευρύτερης πλειοψηφίας, ο κ. Δραγασάκης τόνισε:

«Ό,τι και να γίνει, εν πάση περιπτώσει, το τι κυβέρνηση θα έχουμε πρέπει να το αποφασίσουμε εμείς. Εγώ καλώ, τουλάχιστον σε αυτό το θέμα, όλα τα κόμματα να μην ανοίγουμε παράθυρο και να μην επιτρέπουμε σε τρίτους να παρεμβαίνουν στο πώς θα λύσουμε εμείς αυτά τα θέματα» είπε ο κ. Δραγασάκης. Σε ερώτηση, εάν κάποιοι θεωρεί ότι ανοίγουν «παράθυρο» απάντησε: «Δεν θα το απέκλεια να υπάρχουν ανοιχτές γραμμές σε αυτή την κατεύθυνση. Δεν είναι μυστικό στην Ευρώπη και όταν συζητούσαμε και κατ' ιδίαν αλλά και επίσημα, οι δανειστές θεωρούν στην Ελλάδα κάποιους, πιο δικούς τους από άλλους».
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο μετεκλογικής κυβερνητικής συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ ο κ. Δραγασάκης απάντησε ότι «το μνημόνιο δεν καταργεί την διάκριση αριστεράς, δεξιάς» και ότι μια τέτοια κυβέρνηση θα ήταν «πηγή προβλημάτων, τριβών, αντιθέσεων».

«Η ΝΔ είναι μια δύναμη του παρελθόντος, ευθύνεται για πράγματα που έγιναν. Δεν λέω ότι όσοι συγκροτούν σήμερα τη ΝΔ έχουν τις ίδιες ευθύνες, αλλά πώς να συγκρουστούμε με αυτό το παρελθόν όταν συμμαχήσουμε με εκείνους που είναι υπεύθυνοι για αυτό» διερωτήθηκε ο κ. Δραγασάκης, προσθέτοντας, επίσης, ότι «δεν πρέπει με δική μας ευθύνη να επιτρέψουμε μια τέτοια διάταξη των πολιτικών δυνάμεων, όπου ένα κόμμα σαν τη Χ.Α. ή ένα άλλο κόμμα παρόμοιο με τη Χ.Α. να μπορούσε να καταλάβει το χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης».

«Για όλους αυτούς τους λόγους, θεωρώ, ότι δεν είναι εφικτή, ούτε θα είναι παραγωγική, ούτε θα οδηγήσει σε σταθερότητα μια σύμπραξη, του τύπου, του μεγάλου συνασπισμού» είπε ο κ. Δραγασάκης.
Σε ερώτηση για το πώς η συνεργασία λειτούργησε με τους ΑΝΕΛ, παρά τις διαφορές με το ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Δραγασάκης απάντησε: «Παραδόξως, λοιπόν, με τους ΑΝΕΛ κύλισε το πράγμα ομαλά. Είχαμε κάποια προβλήματα, αλλά χάρη και στην προσωπικότητα του κ. Καμένου, κλπ, ομολογώ ότι τα προβλήματα ήταν διαχειρίσιμα, κάτι το όποιο δεν μπορώ, ας πούμε, να το δω στην περίπτωση μιας σύμπραξης με ένα κόμμα, όπως είναι η ΝΔ».

Αναφορικά με κριτικές ως προς το τι πέτυχε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ στις διαπραγματεύσεις και εάν η νέα συμφωνία είναι καλύτερη ή χειρότερη από άλλες, ο κ. Δραγασάκης σημείωσε:

«Τον Ιανουάριο, τον Φεβρουάριο δεν είχαμε κάποια συμφωνία. Δηλαδή, αυτοί που κρίνουν αυτή τη συμφωνία, συγκρίνοντας με κάτι άλλο που ίσως να υπήρχε, αυτό είναι υποθετικό. Ούτε συμφωνία είχαμε, ούτε χρονικό ορίζοντα τριετή είχαμε, ούτε χρηματοδότηση είχαμε, τίποτε, το πρόγραμμα ήταν κολλημένο στον αέρα με την πέμπτη αξιολόγηση. Όμως αυτό που έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία είναι ότι σε αυτές, λοιπόν, τις συνθήκες η οικονομία δεν μπήκε σε ύφεση, είχαμε ανάκαμψη, παραδόξως θα πει κανείς. Είχαμε + 0,8» σημείωσε ο κ. Δραγασάκης και συνέχισε :

«Επομένως, δεν είναι σωστές αυτές οι κριτικές. Βεβαίως η κυβέρνηση είχε ελλείμματα στον τρόπο διακυβέρνησης να το πω έτσι, διότι δυστυχώς ήμασταν παγιδευμένοι σε μια διαπραγμάτευση η οποία δρούσε διαλυτικά. Κι ακριβώς για αυτό και με βάση αυτήν την πείρα μπορούμε να πούμε σήμερα στον κόσμο εμπιστευτείτε μας οι στόχοι παραμένουν, οι αλλαγές που θέλουμε να κάνουμε είναι γνωστές λίγο πολύ, η προσπάθεια που πρέπει να γίνει είναι και αυτή γνωστή, επομένως, δεν ζητάμε δεύτερη ευκαιρία, ζητάμε τη δυνατότητα να ολοκληρώσουμε την πρώτη, ας το πω έτσι, ευκαιρία που μας έδωσε ο λαός τον Γενάρη».
Ερωτώμενος για όσα λέει σήμερα ο Γιάννης Βαρουφάκης για την διαπραγμάτευση που έγινε με τους εταίρους, ο κ. Δραγασάκης απάντησε:

«Για τον κ. Βαρουφάκη δε θα πω τίποτε. Ο κ. Βαρουφάκης υπήρξε μέλος της κυβέρνησης, εγώ το σέβομαι αυτό και δε θα μιλήσω. Απλώς θέλω να κάνω το σχόλιο, ότι το ξαναγράψιμο της ιστορίας αποδείχνεται ένα άχαρο έργο, διότι η ιστορία είναι αυτή που συνέβη και όχι αυτή που ο καθένας εκ των υστέρων προσπαθεί να αφηγηθεί».
Ερωτώμενος για κριτικές που ασκούνται από πρώην στελέχη και μέλη του ΣΥΡΙΖΑ για την κατάληξη της διαπραγμάτευσης ο κ. Δραγασάκης είπε:

«Εάν συνέβη ένας πόλεμος ή συνέβη ο πόλεμος, είτε δε συνέβη ο πόλεμος. Δηλαδή, είτε συνέβη ένας πόλεμος που ως αποτέλεσμά του είχαμε μια συγκεκριμένη συμφωνία, ως αποτέλεσμα αυτού του πολέμου, ή δεν συνέβη ο πόλεμος, οπότε απλώς πήγαμε μια βόλτα στις Βρυξέλλες, ακούσαμε τι μας είπαν, παραλάβαμε τη συμφωνία, αλλαξοπιστήσαμε ας το πούμε έτσι και συνεχίζουμε. Δε μπορεί αυτό να αιωρείται, είναι ανέντιμο να αφήνεται αυτό σε μια αμφισημία. Ή το ένα συνέβη, μπορεί βεβαίως κανείς να μιλήσει για λάθη των στρατηγών, μπορεί να μιλήσει για λάθη στα σχέδια, παραλείψεις, αλλά ή συνέβη πόλεμος και σύγκρουση, που εάν συνέβη πρέπει να το ξέρουμε γιατί μπορεί και στο μέλλον να συμβεί επόμενος πόλεμος και να δούμε ως κοινωνία πώς το αντιμετωπίζουμε ή μπαίνει κανείς στη λογική της ενδοτικότητας κλπ».

«Εγώ για να το κλείσω αυτό, σε όσους τα λένε αυτά, επαναλαμβάνω το ερώτημα, στις 12 Ιουλίου τι πρότειναν ή τι προτείνουν τώρα να γίνει. Πρότειναν να αφήσουμε τη χώρα σε μια διαδικασία ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας; Είναι μια επιλογή, αλλά ας την πουν όμως δυνατά και πώς να το πω έτσι συγκεκριμένα και να έχουμε και έναν πολιτικό διάλογο, ανάλογο της κρισιμότητας των στιγμών που ζούμε» πρόσθεσε ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ και συνέχισε:

«Εμείς ευθαρσώς λέμε. Κρίναμε ότι δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε άλλο τις θέσεις μας, διότι βλέπαμε τον κίνδυνο μιας ανεξέλεγκτης κοινωνικής καταστροφής. Αναλάβαμε λοιπόν την ευθύνη, να πούμε στον κόσμο ότι δεν πετύχαμε αυτό που θα θέλαμε ή δεν το πετύχαμε πλήρως, αναλαμβάνουμε την ευθύνη να ζητήσουμε από τον κόσμο να το αξιολογήσει αυτό και να κρίνει στις εκλογές πώς θέλει να προχωρήσουμε».

Σε ερώτηση για το πότε υπολογίζει ότι θα αρθούν τα κάπιταλ κοντρόλς τόνισε:
«Εφόσον η ανακεφαλαιοποίηση, έχουμε συμφωνήσει να γίνει μέχρι το τέλος του χρόνου, επίσης θεωρώ ότι μέχρι το τέλος του χρόνου, είτε θα έχουν αρθεί τα κάπιταλ κοντρόλς, είτε θα έχουν καταλυτικά μειωθεί σε βαθμό που να μη συνιστούν σοβαρό πρόβλημα».