Μπορεί το τελευταίο διάστηµα πολλοί να αναρωτιούνται για τη στόχευση και τη στρατηγική του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Στέφανου Κασσελάκη, µέχρι τις ευρωεκλογές, αλλά και έπειτα από αυτές, ωστόσο λίγοι ήταν αυτοί που πρόσεξαν ότι στο ερώτηµα αυτό απαντά µε µόλις 30 λέξεις µέσα από το πρόσφατο άρθρο του στην «Καθηµερινή». «Οι αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία µάς δείχνουν ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη φλερτάρει µε το Grexit από το ευρωπαϊκό δηµοκρατικό θεσµικό πλαίσιο», έγραψε ο αρχηγός της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, παρουσιάζοντας ουσιαστικά µια στόχευση από την πλευρά του που αξιοποιεί δικαστικές εξελίξεις και έρευνες, αποφάσεις και δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωµατούχων, γεωπολιτικές ισορροπίες και αδυναµίες της αντίπαλης πολιτικής παράταξης. Εξάλλου, ο ΣΥΡΙΖΑ, µε άλλη βέβαια ηγεσία, φλέρταρε και κατά πολλούς επεδίωκε αντίστοιχο Grexit από την ευρωζώνη το 2015, µε «πρωταγωνιστή» τον Γιάνη Βαρουφάκη και µε το περίφηµο δηµοψήφισµα. Σήµερα, η ρητορική του κ. Κασσελάκη περί κινδύνου «Grexit από το ευρωπαϊκό δηµοκρατικό θεσµικό πλαίσιο» αποτελεί κλιµάκωση κινήσεων και σχεδιασµών από την πλευρά του κόµµατος της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, προκειµένου να «τσαλακωθεί» το πολιτικό προφίλ του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, ενόψει των ευρωεκλογών, να περιοριστεί η δυναµική του κυβερνώντος κόµµατος και, παρεµπιπτόντως, να ακυρωθούν τα όποια ενδεχόµενα σχέδια του ενοίκου του Μεγάρου Μαξίµου για µετακίνηση σε υψηλόβαθµη ευρωπαϊκή κεντρική θέση µετά τις ευρωεκλογές.

Η συγκεκριµένη τακτική άρχισε να «αχνοφαίνεται» από το ψήφισµα για το κράτος ∆ικαίου και την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα, που προώθησε ο ΣΥΡΙΖΑ και ψηφίστηκε στο Ευρωκοινοβούλιο τον Φεβρουάριο του 2024, µε πιθανό ενδεχόµενο τον αντίκτυπο στα ευρωπαϊκά κονδύλια που διατίθενται στην Ελλάδα. Το εν λόγω ψήφισµα κατέθεσαν από κοινού οι τέσσερις πολιτικές οµάδες, Σοσιαλιστές και ∆ηµοκράτες (S&D), Πράσινοι, Φιλελεύθεροι (Renew) -όπου ανήκει και το κόµµα του Μακρόν- και Αριστερά, και πέρασε µε ευρεία πλειοψηφία από την Ολοµέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Είχε προηγηθεί σχετική προετοιµασία από τον ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Κώστα Αρβανίτη, ο οποίος µάλιστα παραδέχθηκε ότι στο Αρθρο 27 του ψηφίσµατος «προσωπικά συνέβαλα στη συγγραφή του».

Aπέναντι στο ΕΛΚ

Το εισηγήθηκαν και τάχθηκαν υπέρ του ψηφίσµατος και οι ευρωβουλευτές της ευρωοµάδας όπου ανήκει και το κόµµα του Εµανουέλ Μακρόν, κάτι που προκάλεσε έκπληξη, ωστόσο εξηγείται από το γεγονός ότι ο Γάλλος πρόεδρος στέκεται απέναντι στο ΕΛΚ σε πολλές αποφάσεις και στρατηγικές. Οπως αναφέρουν γνώστες των ευρωπαϊκών παρασκηνίων, ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να αξιοποίησε αυτή τη συγκυρία και κατάφερε να περάσει αυτό το αρνητικό για την Ελλάδα ψήφισµα. Μια συγκυρία κατά την οποία ο Γάλλος πρόεδρος δείχνει να θέλει να αναδειχθεί σε ηγετική φυσιογνωµία της Ευρώπης απέναντι στις κεντροδεξιές πολιτικές προσωπικότητες, µεταξύ των οποίων και αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη, µε τις σχέσεις των δύο ηγετών να είναι στον «πάγο», όπως βεβαιώνουν διπλωµατικές πηγές. Μάλιστα, όπως αναφέρουν καλά πληροφορηµένες για τα ευρωπαϊκά τεκταινόµενα διπλωµατικές πηγές, «ο Μακρόν έχει βάλει ως στόχο να αποτραπεί κάθε ενδεχόµενο ανόδου σε ευρωπαϊκό αξίωµα του Κυριάκου Μητσοτάκη», παρά το γεγονός ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός δεν έχει εκφράσει επιθυµία ή πρόθεση για ένα τέτοιο ενδεχόµενο.

Η φιλοδοξία του Εµανουέλ Μακρόν να διευρύνει την ισχύ του πέραν των Ηλυσίων Πεδίων φαίνεται και από την προσπάθειά του να προωθήσει ή να επιβάλει σε κεντρικές ευρωπαϊκές, και όχι µόνο, θέσεις ανθρώπους της επιρροής του, στρεφόµενος ακόµα και εναντίον οµοεθνών του. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα είχε γράψει πριν από λίγα χρόνια το Politico για την εκλογή της Ρουµάνας Λάουρα Κοβέσι στη θέση της Ευρωπαίας Εισαγγελέως, απέναντι στον Γάλλο Ζαν-Φρανσουά Μπονέρ. Το Politico είχε κάνει λόγο για «ασυνήθιστη εξέλιξη», καθώς το Παρίσι άλλαξε θέση και δεν υποστήριξε τον Γάλλο υποψήφιο. Σύµφωνα µε την ανάλυσή του, η κίνηση ήταν πολιτικά χρήσιµη για τον Μακρόν, καθώς του επιτρέπει να παρουσιάζεται ως ο ηγέτης της ∆υτικής Ευρώπης που πίεσε για έναν Ανατολικοευρωπαίο σε µια κορυφαία θέση στην Ε.Ε. «Αυτό είναι ιδιαίτερα πολύτιµο για τον Μακρόν, ο οποίος δεν έχει κρύψει την επιθυµία του να οικοδοµήσει ένα πανευρωπαϊκό πολιτικό κίνηµα». Αντίστοιχες νίκες ο Μακρόν είχε και σε σειρά άλλων πολιτικών διορισµών υψηλού προφίλ. Ο Ρουµάνος Ντατσιάν Τσιόλος, πρώην πρωθυπουργός, εξελέγη αρχηγός της οµάδας Renew Europe στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενώ η υποστήριξη του Μακρόν ήταν καθοριστική για τον διορισµό της Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα της Βουλγαρίας ως υποψήφιας της Ευρώπης για να ηγηθεί του ∆ΝΤ.

Οι αιχμηρές δηλώσεις της Κοβέσι 

Η Λάουρα Κοβέσι είναι πλέον γνώριµη και στη χώρα µας λόγω της στοχοποίησης της κυβέρνησης για το δυστύχηµα των Τεµπών, µε διαδοχικές από την ίδια αιχµηρές δηλώσεις, µε τον ΣΥΡΙΖΑ να αξιοποιεί αυτές τις παρεµβάσεις. Χαρακτηριστικές ήταν οι πρόσφατες δηλώσεις του συµβούλου του κ. Κασσελάκη και υποψήφιου ευρωβουλευτή Νίκου Φαραντούρη, ο οποίος ανέφερε ότι «έριξε την κυβέρνηση στη Ρουµανία και θα ήταν ευχής έργον να ρίξει και την κυβέρνηση στην Ελλάδα».Ορισµένοι, ωστόσο, απορούν πώς, ενώ στις παρεµβάσεις της η κ. Κοβέσι αναφέρεται σε µια εν εξελίξει δικαστική έρευνα, εστιάζοντας στις πολιτικές ευθύνες πρώην υπουργών, αποφεύγει να αναφερθεί στη γαλλική εταιρεία Alstom, που είχε αναλάβει να ολοκληρώσει την επίµαχη Σύµβαση 717 για την τηλεδιοίκηση των τρένων και δεν την είχε ολοκληρώσει µέχρι το δυστύχηµα, σε στέλεχος της οποίας έχει ασκηθεί δίωξη για την εν λόγω υπόθεση. Οι ίδιοι άνθρωποι, µάλιστα, διατυπώνοντας την απορία τους αυτή, υπογραµµίζουν πως η Λάουρα Κοβέσι είναι µια Ευρωπαία αξιωµατούχος που έχει τιµηθεί για τις προσπάθειές της στη διαλεύκανση σηµαντικών υποθέσεων, µε σηµαντικότερη βράβευση το 2016 µε το Παράσηµο της Λεγεώνας της Τιµής από το γαλλικό κράτος. Η τακτική της, πάντως, τουλάχιστον για τις υποθέσεις που χειρίστηκε στη Ρουµανία, έχει χαρακτηριστεί στη χώρα της αµφιλεγόµενη. Η Ρουµάνα αξιωµατούχος «έφτιαξε» ουσιαστικά όνοµα στην πατρίδα της κλείνοντας πολιτικούς στη φυλακή. Από την εποχή που ήταν επικεφαλής της Εισαγγελίας κατά της ∆ιαφθοράς, αν και προκάλεσε τον θαυµασµό της Ευρώπης για τις επιδόσεις της, πολιτικοί την κατηγορούσαν ότι στοχοποιεί κορυφαίους πολιτικούς στις έρευνές της, µε στόχο να δηµιουργηθεί η αντίληψη της ενοχής πριν οι υποθέσεις τους πάνε στο δικαστήριο. Παλαιότερα, το ειδησεογραφικό κανάλι Digi24 της Ρουµανίας είχε αναφέρει ότι επιθεωρητές του δικαστικού σώµατος είχαν υποστηρίξει πως η Λάουρα Κοβέσι υπερέβη τις αρµοδιότητές της σε ορισµένες έρευνες. Η απάντησή της, την εποχή που ηγείτο της Εθνικής Αρχής Καταπολέµησης της ∆ιαφθοράς της Ρουµανίας, ήταν ότι κυνηγά τους αξιωµατούχους που είναι ύποπτοι για διαφθορά.

∆ίωξη και σε πρωθυπουργό 

Η Κοβέσι, όταν διορίστηκε το 2006, ήταν η πρώτη γυναίκα και η νεότερη γενική εισαγγελέας στην ιστορία της Ρουµανίας. Υπό την ηγεσία της, η Εθνική Αρχή Καταπολέµησης της ∆ιαφθοράς άσκησε διώξεις σε δεκάδες δηµάρχους, βουλευτές, πρώην υπουργούς και έναν πρώην πρωθυπουργό. Σύµφωνα µε τον «Guardian», τον Νοέµβριο του 2015 ο τότε πρωθυπουργός της Ρουµανίας, Βίκτορ Πόντα, παραιτήθηκε εξαιτίας µιας υπόθεσης απάτης και διαφθοράς, καταγγέλλοντας την «εµµονή ενός εντελώς αντιεπαγγελµατία εισαγγελέα, που προσπαθεί να κάνει όνοµα επινοώντας και φανταζόµενος γεγονότα και αναληθείς καταστάσεις πριν από 10 χρόνια», αναφερόµενος στην Κοβέσι. Επίσης, ο αρχηγός του Σοσιαλδηµοκρατικού Κόµµατος και de facto πρωθυπουργός της Ρουµανίας, Λίβιου Ντράγκνεα, καταδικάστηκε σε 3,5 χρόνια φυλάκισης το 2019 για το γεγονός ότι δύο υπάλληλοι του κόµµατος «προσλήφθηκαν» από µια κρατική υπηρεσία προστασίας παιδιών, έτσι ώστε να λάβουν τους µισθούς τους από την υπηρεσία και όχι από το κόµµα. Τον Ιούλιο του 2021, η ποινή φυλάκισης ήρθη. Το 2015 επίσης παραιτήθηκε από το Υπουργικό Συµβούλιο έπειτα από καταδίκη σε υπόθεση εκλογικής νοθείας. Σύµφωνα µε άρθρο του Στ. Κούλογλου τον Αύγουστο του 2020 στο tvxs.gr, η Κοβέσι το 2017 έγινε στόχος παράνοµων ηχογραφήσεων στη Ρουµανία, στις οποίες φέρεται να ζητά από τους εισαγγελείς να στοχεύσουν τον πρωθυπουργό και να κινηθούν γρηγορότερα σε µεγάλες υποθέσεις διαφθοράς. Το 2018, η κυβέρνηση θεσµοθέτησε το Τµήµα ∆ιερεύνησης ∆ικαστικών Αδικηµάτων ειδικά για τη διερεύνηση εισαγγελέων και η Κοβέσι κλήθηκε να καταθέσει ως ύποπτη για απιστία. Εναν µήνα µετά κλήθηκε ως ύποπτη και για δεύτερη υπόθεση, στην οποία κατηγορήθηκε για τον συντονισµό µιας «οργανωµένης εγκληµατικής οµάδας εισαγγελέων», η οποία διώκει πολίτες παράνοµα. Τον Φεβρουάριο του 2018, ο υπ. ∆ικαιοσύνης ξεκίνησε τη διαδικασία για την αποµάκρυνση της Κοβέσι από το τιµόνι της Εθνικής Αρχής Καταπολέµησης της ∆ιαφθοράς της Ρουµανίας, κατηγορώντας την ότι βλάπτει την εικόνα της Ρουµανίας στο εξωτερικό, µιλώντας για την εκτεταµένη διαφθορά στη χώρα σε διεθνή Μέσα. Ο πρόεδρος Κλ. Γιοχάνις καθυστέρησε σχεδόν έξι µήνες, αλλά το Συνταγµατικό ∆ικαστήριο τον ανάγκασε να υπογράψει την απόλυση τον Ιούλιο του 2018. Ωστόσο, η Κοβέσι το 2019 στο Ανώτατο Ακυρωτικό ∆ικαστήριο της Ρουµανίας κρίθηκε αθώα.

Αντιδράσεις των Ελλήνων δικαστών κατά της Ευρωπαίας Εισαγγελέως

Με την ελληνική ∆ικαιοσύνη να συνεχίζει να ερευνά τη σιδηροδροµική τραγωδία των Τεµπών, οι συνεχείς αναφορές-παρεµβάσεις της Ευρωπαίας Εισαγγελέως, Λάουρα Κοβέσι, σχετικά µε τους χειρισµούς της υπόθεσης από την ελληνική Πολιτεία έχουν προκαλέσει αντιδράσεις εντός και εκτός του δικαστικού κλάδου. Πριν από λίγα 24ωρα, η κυρία Κοβέσι στην ακρόασή της στην αρµόδια επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου διερωτήθηκε «πόσες τραγωδίες σαν τα Τέµπη χρειάζονται για να καταλάβουµε ότι η διαφθορά σκοτώνει;», προσθέτοντας ότι «δηµιουργείται κουλτούρα ατιµωρησίας». Σε αντίστοιχες αναφορές είχε προχωρήσει και τον περασµένο Μάρτιο, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής της στην Αθήνα, όταν είχε επισηµάνει πως «µας µπλοκάρουν από το να βρούµε την αλήθεια». Η ελληνική Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ερεύνησε βάσει των αρµοδιοτήτων της το ζήτηµα της µη υλοποίησης της Σύµβασης 717 και άσκησε ποινική δίωξη σε βάρος 23 µη πολιτικών προσώπων, ενώ διαβίβασε αντίγραφα της δικογραφίας στη Βουλή το περασµένο καλοκαίρι, προκειµένου να διερευνηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες των πρώην υπουργών Μεταφορών Κώστα Καραµανλή και Χρήστου Σπίρτζη. Αυτή την περίοδο, µάλιστα, οι κατηγορούµενοι στην υπόθεση απολογούνται ενώπιον της Ελληνίδας Ευρωπαίας Ανακρίτριας, Χριστίνας Σαλάππα. Ηδη σε αρκετούς εξ αυτών έχουν επιβληθεί αυστηροί περιοριστικοί όροι και υψηλές χρηµατικές εγγυήσεις, ενώ η διαδικασία αναµένεται να έχει ολοκληρωθεί µέχρι τα τέλη Απριλίου. Σε κάθε περίπτωση, οι δηλώσεις της Ευρωπαίας Εισαγγελέως προκάλεσαν και την αντίδραση δικαστών και εισαγγελέων. Ο πρόεδρος της Ενωσης ∆ιοικητικών ∆ικαστών, Παναγιώτης ∆ανιάς, επεσήµανε ότι η Ευρωπαία Εισαγγελέας «υπερβαίνει κατά πολύ τις αρµοδιότητές της», ενώ η Ενωση ∆ικαστών και Εισαγγελέων τόνισε ότι «η έρευνα των ποινικών ευθυνών του δυστυχήµατος των Τεµπών ανήκει στην αποκλειστική δικαιοδοσία της ελληνικής ∆ικαιοσύνης». Σηµειώνεται ότι η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γεωργία Αδειλίνη, µιλώντας στο 9o Οικονοµικό Φόρουµ των ∆ελφών ανέφερε για την υπόθεση του δυστυχήµατος των Τεµπών ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει συγκάλυψη από τη στιγµή που η ∆ικαιοσύνη είναι υποχρεωµένη να διαβιβάσει αµελλητί στη Βουλή οποιαδήποτε στοιχεία τυχόν συναντήσει που έχουν σχέση µε ευθύνες πολιτικών προσώπων. Οι δηλώσεις ωστόσο της κυρίας Κοβέσι προκάλεσαν ακόµα και αναφορά στο Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο κατηγορούµενης, πρώην στελέχους της ΕΡΓΟΣΕ, η οποία απολογήθηκε στην κυρία Σαλάππα. Με την αναφορά ζητείται η άµεση αποµάκρυνση της κυρίας Κοβέσι από τη θέση της και γίνεται λόγος για έλλειψη αµεροληψίας.

Tο µεγάλο παιχνίδι για τα συστήµατα των τρένων

Την ίδια περίοδο που στην Ελλάδα αλλεπάλληλες κυβερνήσεις έδιναν µάχη για την ολοκλήρωση της περίφηµης Σύµβασης 717, που αφορούσε τη σηµατοδότηση και τηλεδιοίκηση στον βασικό σιδηροδροµικό άξονα, µε τεχνολογία της Alstom, στην Ευρώπη ο γαλλικός όµιλος έπαιζε ένα πολύ µεγαλύτερο παιχνίδι. Οι τεχνολογίες και τα συστήµατα για το σιδηροδροµικό δίκτυο ήταν ούτως ή άλλως ένα µονοπωλιακό παιχνίδι. Μέχρι να µπουν οι Κινέζοι στο παιχνίδι, η Alstom, η γερµανική Siemens και η καναδική Bombardier κατείχαν άνω του 55%-60% της παγκόσµιας αγοράς. Και το 2017, ενώ η Σύµβαση 717 στην Ελλάδα είχε βαλτώσει, η Alstom ανακοίνωσε συµφωνία συγχώνευσης µε τη Siemens Mobility, τον τοµέα µεταφορών του γερµανικού οµίλου. Η συµφωνία ακυρώθηκε µε παρέµβαση της Κοµισιόν τον Φεβρουάριο του 2019, αλλά έναν χρόνο αργότερα η Alstom συµφώνησε να εξαγοράσει την Bombardier και να γίνει ο κυρίαρχος παγκόσµιος παίκτης στα τεχνολογικά συστήµατα για τον σιδηρόδροµο. Αυτόν τον παγκόσµιο παίκτη φαίνεται πως αφήνει στο απυρόβλητο η έρευνα της Ευρωπαίας Εισαγγελέως, Λάουρα Κοβέσι, για τη Σύµβαση 717 της ΕΡΓΟΣΕ, σύµφωνα µε πηγές που γνωρίζουν καλά τις εξελίξεις. Στελέχη του σιδηροδρόµου υποστηρίζουν πως θα µπορούσε, για παράδειγµα, να ασχοληθεί µε το ιστορικό του σχεδόν µονοπωλίου που έχουν Alstom και Bombardier (πλέον ένας όµιλος) στον ελληνικό σιδηρόδροµο. Τώρα προσπαθεί να επωφεληθεί η Siemens, η οποία ήταν επί χρόνια ο φτωχός συγγενής. Το 2014, όταν υπεγράφη η Σύµβαση 717 µεταξύ της ΕΡΓΟΣΕ και της κοινοπραξίας ΤΟΜΗ και Alstom, µε προθεσµία παράδοσης το 2016, οι Γάλλοι και οι Καναδοί είχαν υλοποιήσει έργα εκατοντάδων εκατοµµυρίων στον ελληνικό σιδηρόδροµο, που δεν λειτουργούσαν εξαιτίας κλοπών, έλλειψης συντήρησης και για άλλους λόγους. Και στην περίπτωση της Σύµβασης 717 επαναλήφθηκαν όσα είχαν γίνει στο παρελθόν: προβλήµατα στις µελέτες, προβλήµατα στην εγκατάσταση, κλοπές, βανδαλισµοί, καθυστερήσεις, απαιτήσεις για πρόσθετο κόστος και συνεχείς παρατάσεις. Ετσι φτάσαµε στο 2019 και είχε εκτελεστεί µόλις το 15% της Σύµβασης 717. Η προηγούµενη διοίκηση της ΕΡΓΟΣΕ από το 2019 και µετά επιχείρησε να «αναστήσει» τη σύµβαση, ενώ το 2021 η ΤΟΜΗ αποχώρησε από την κοινοπραξία.

Σηµειώστε πως ο επικεφαλής της Alstom στην Ελλάδα, Σταύρος Βλάχος, είναι ένας από τους κατηγορουµένους για τη Σύµβαση 717 και αναµένεται µε ενδιαφέρον η κατάθεσή του. Οµως δεν φαίνεται να ασχολείται κανένας µε τη µονοπωλιακή θέση του γαλλικού οµίλου και τη µακρά προϊστορία του στον ελληνικό σιδηρόδροµο.

*Δημοσιεύθηκε στα «Παραπολιτικά»